Διαβάστε: ο βίος του, γεμάτος κόπο, μόχθο και μεγάλη συγγραφική παραγωγή-τα συγγράματά του, το απολυτίκιό του, η απέραντη μνήμη του (διαβάστε το άρθρο, πολύ ενδιαφέρον παρά την καθαρεύουσα)-Παρακολουθείστε μια εκπομπή για τη ζωή και το έργο του.
Α΄. Γέννηση – ανατροφή
Το 1749 γεννήθηκε στη χώρα της Νάξου Κυκλάδων ο Νικόλαος Καλιβούρτζης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αντώνιος και η μητέρα του Αναστασία. Είχε και ένα μικρότερο αδελφό, τον Πιέρο, που αργότερα έγινε ένας από τους βασικούς συνδρομητές του πολυγραφότατου Αγίου μας. Από μικρό παιδί πήρε την εκκλησιαστική ευσέβεια από την μητέρα του .
Δίπλα στο σπίτι του ήταν ο ενοριακός Ι. Ναός της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο σύχναζε σε όλες τις ακολουθίες, όπου και έμαθε πολλούς ύμνους. Ο ιερέας τον έχει μαζί του σ’ όλες τις ιεροπραξίες. Σε ηλικία 12 ετών, εισάγεται στην ονομαστή σχολή της Νάξου, πραγματική Ακαδημία. Λειτουργούσε στην Ι. Μ. του Αγίου Γεωργίου Γρώττας, με Διευθυντή τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τον Αρχ. Χρύσανθο τον Εξωχωρίτη.
Β΄. Ανώτερες Σπουδές στη Σμύρνη
Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Νησί του κοντά στον Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Όχι μόνον οι γονείς του, αλλά και ο δάσκαλός του Χρύσανθος αισθάνθηκαν την ανάγκη να τον προωθήσουν για ανώτερες σπουδές. Με πατρική μέριμνατου μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμου Βαρδή, στέλνεται στην «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης.
Ο Νικόλαος έγινε γνωστός για την πολυμάθειά του και την δυνατή μνήμη του. Αρκούσε να διαβάσει μία φορά ένα βιβλίο και να το θυμάται πάντα! Η ευφυΐα του, η ταπεινότητά του και ο πληθωρισμός των γνώσεων, εκκλησιαστικών και κοσμικών, τον ανέδειχναν σε δάσκαλο ακόμα και των συμμαθητών του. Πέρα από την βαθιά γνώση των Θεολογικών γραμμάτων και των επιστημών της εποχής, έμαθε τέλεια την Λατινική, την Ιταλική και την Γαλλική Γλώσσα. Μετά από την πενταετή οικότροφη φοίτησή του, σε ηλικία 21 ετών, παρά τις προσπάθειες να μείνει ως δάσκαλος στη Σχολή, αυτός τον νου του τον είχε αλλού…
Γ΄. Στην Νάξο με τους κολλυβάδες
Το 1770 (ήταν 21 ετών) ο Ρωσικός στόλος κατέκαψε τον Τουρκικό στα Δωδεκάνησα. Οι Τούρκοι για αντίποινα σήκωσαν στην Σμύρνη αντίποινα, όπου έσφαξαν πολλούς Χριστιανούς. Μεγάλο προσφυγικό κύμα φτάνει μέχρι την Πελοπόννησο, ο δε Νικόλαος στη Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας. Του πρότεινε μάλιστα να γίνει κληρικός και με τις γνώσεις του να αντιμετωπίσει την θεολογία των Φράγκων, που υπήρχαν στο νησί.
Την εποχή αυτή (1774) βρέθηκαν στην Νάξο εξόριστοι από το Άγιο Όρος, οι υπέρμαχοι της Ορθοδοξίας αγιορείτες πατέρες, Ιερομόναχοι Γρηγόριος και Νήφων και ο Γερο-Αρσένιος. Γνωρίστηκαν και μίλησαν για το «κολυβαδικό» κίνημα, με το οποίο οι μοναχοί υπερασπίζονταν την Κυριακή, ημέρα της Ανάστασης, ημέρα χαράς και όχι… μνημοσύνων και γονυκλισιών! Εκεί τους συνάντησε ο Νικόλαος, και πήρε την ευλογία να μονάσει στο Άγιο Όρος και να γνωρίσει την Φιλοκαλική παράδοση, στοιχεία της οποίας είναι η γιορτή της Ανάστασης, η άσκηση, η νήψη (εσωτερική εγρήγορση) και η καρδιακή προσευχή.
Ζήτησε την ευλογία του επισκόπου και της μητέρας του (ο πατέρας του είχε κοιμηθεί). Παρ’ ότι ο επίσκοπος τον ήθελε κοντά του, δεν τον εμπόδισε. Με την μητέρα του συμφώνησαν την ημέρα της αναχώρησής του να την ανεβάσει στην Ι. Μ. Χρυσοστόμου του νησιού. Η μητέρα του αργότερα κάρηκε μοναχή με το όνομα Αγάθη!Όταν αυτό έγινε και κατέβηκε στην παραλία για να πάρει το πλοιάριο, αυτό αναχώρησε χωρίς να προλάβει ν’ ανέβει. Ο αποφασισμένος Νικόλαος κολυμπώντας ανάγκασε μετά από ώρα να γυρίσουν να τον πάρουν…
Δ΄. Στο Άγιο Όρος
Ο Νικόλαος σε πελάγη ευτυχίας, φτάνει το 1775, στο άγιο Όρος, στη Ι. Μ. Διονυσίου. Οι συστατικές επιστολές του Γερο – Σίλβέστρου πολύ τον βοήθησαν. Γνώρισε τους κολυβάδες αδελφούς Σκουρταίους και τον ασκούμενο στην καλύβα της καψάλας μοναχό Ευθύμιο, αργότερα παραδελφό του και βιογράφο του.
Μετά από λίγους μήνες στη Ι. Μ. Διονυσίου και οι αρετές του ανάγκασαν τον ηγούμενο να κάρει μικρόσχημο μοναχό, με το όνομα Νικόδημος. Μετά από δύο χρόνια (1777) έφτασε ο πρώην Κορίνθου άγιος Μακάριος στο Όρος και έμεινε στο κελί «Άγιος Αντώνιος». Από εκεί μήνυσε στο Νικόδημο για συνάντηση.
Με ευλογία έφτασε εκεί και ο άγιος του εμπιστεύτηκε να συντάξει προοίμιο στη «Φιλοκαλία» και τον «Ευεργετινό» και να διορθώσει τυχόν ορθογραφικά σφάλματα. Παρέλαβε ακόμη και το πόνημα περί «Συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» για να το πλατύνει με υποσημειώσεις. Το βιβλίο μάλιστα «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», που αποτελεί ανθολογία πατερικών κειμένων, είναι έργο του ίδιου του πρώην Κορίνθου αγίου Μακαρίου, ο οποίος το παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο, το 1777, «προς πληρεστέραν επεξεργασίαν, συμπλήρωσιν και έκδοσιν», και εξεδόθη το 1782 στην Βενετία. Όλα αυτά έγιναν σ’ αυτό το κελί και με τις συχνές επισκέψεις του Ευθύμιου…
Όταν τελείωσε αυτά τα σημαντικά έργα για το δούλο Ορθόδοξο Γένος, ήλθε στο κελί του Ευθύμιου στην Καψάλα (1778). Εκεί αποκάθαρε τα αβλεπήματα στην «Αλφαβηταλφάβητο» ή «Παράδεισο» του αγίου Μελετίου του Ομολογητή.
Ε΄. Στην Σκυροπούλα
Πολλές φορές θελγόταν από τον έρωτα της αναχώρησης και έλεγε: «Πάμε πατέρες μου σε κανένα ερημονήσι για να γλιτώσουμε από τον κόσμο». Έτσι το 1781 (32 ετών), φτάνει με τον γέροντά του στο άνυδρο ερημονήσι της Σκυροπούλας, βόρεια της Εύβοιας. Σύντομα ο γέροντάς του Αρσένιος επέστρεψε στον Άθωνα, ο όσιος όμως έσπερνε χειρονακτικά λίγο σιτάρι και με λίγο νερό είχε τροφή για όλο το χρόνο. Ρούχα του έστειλε ο εξάδελφός του, επίσκοπος Ευρίπου Ιερόθεος, από την Κύμη. Στις τρομερές δυσκολίες της άσκησης ήλθε να προστεθεί η υπερβολική πίεση του Ιερόθεου να …συγγράψει «συμβουλευτικό εγχειρίδιο για Αρχιερείς»…
Στο τέλος ταπεινά το αποδέχτηκε, το οποίο έγραψε με σημειώσεις και παραπομπές, όλες από μνήμης! Οι δαίμονες σε αντιπερισπασμό δεν τον άφηναν σε… χλωρό κλαρί…
Στ΄. Μεγαλόσχημος
Αυτό τον καιρό μετά από δύο χρόνια φοβερής άσκησης, επέστρεψε στο κελί του παραδέλφου του Ιερομόναχου Ευθύμιου στον Άθωνα. Επιθυμούσε περισσότερες μοναχικές υποχρεώσεις, ζήτησε και πήρε το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα από τον γέροντα του Ευθύμιου, Δαμασκηνό Σταυρουδά τον Κολυβά. Ήταν το 1783 (34 ετών).
Με την άδεια του γέροντά του αγόρασε άλλο κελί, στο ύψωμα του Κυριακού Ναού. Σύντομα σε διπλανά κελιά έφτασαν αρκετοί μοναχοί, για να παίρνουν κι αυτοί από τα χαρίσματά του.
Το 1784 δέχτηκε πάλι επίσκεψη του φίλου του Αγίου Μακαρίου για να παραφράσει τα «άπαντα του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου». Ο δεινός ερμηνευτής τελείωσε το έργο το 1790 το οποίο καλλιγράφησε και εξέδωσε με προτροπή του ο φίλος του Κολυβάς Ιερομόναχος Διονύσιος Ζαγοραίος το 1790.
Την εποχή αυτή έγραψε το «Εξομολογητάριον» για βοήθεια τόσο των εξομολόγων, όσο και των μοναχών. Αργότερα έγραψε το «Θεοτοκάριο», όπου συμπεριέλαβε ονομαστών υμνογράφων κανόνες προς την Κυρία Θεοτόκο, σε όλους τους ήχους. Το βιβλίο αυτό κάνει χρήση η Αγία μας εκκλησία.
Έγραψε εδώ και τα εποικοδομητικά του συγγράμματα «Αόρατο πόλεμο» και «Πνευματικά Γυμνάσματα».
Ζ΄. Νέα σκάνδαλα
Μέχρι την εποχή εκείνη ζούσε ασκητικά και ειρηνικά. Ήδη η «Φιλοκαλία», ο «Ευεργετινός» και το «περί συνεχούς θείας μεταλήψεως» κυκλοφορούσαν και πολλοί του ομολογούσαν χάριτες για την ωφέλεια που απολάμβαναν. Όμως δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει και το καμίνι των μεγάλων πειρασμών, τι άγιος θα ήταν άλλωστε…
Με αφορμή τα γραφόμενά του, τον κατογόρησαν για αιρετικές απόψεις. Έτσι άρχισαν νέες ταραχές και διωγμοί… Παρ’ όλα αυτά ήρεμος και με αγάπη προς τους συκοφάντες του, συνέχιζε το πολλαπλό έργο του. Στην ερημική Καψάλα, στο κελί του Αγίου Βασιλείου, έγραψε την «Χρηστοήθεια» και έκανε διορθώσεις στα «Εγκώμια του Επιτάφιου», κυρίως όμως έκανε συλλογή στα «άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», αλλά κάηκαν στο Τυπογραφείο της Βιέννης μαζί με επαναστατικά κείμενα του Ρήγα Φερραίου… Στενοχωρήθηκε πολύ γι’ αυτό .
Έπειτα έκανε την συλλογή και σχολιασμό όλων των Ιερών Κανόνων, που ονομάστηκε «Πηδάλιο της νοητής νηός». Ο λόγιος Αχιμ. από τα Ιωάννινα Θεοδώρητος, που μαζί με τον Ιεροκήρυκα Δωρόθεο του Πατριάρχη Νεόφυτου Ζ΄ (που έδωσε την έγκριση, μετά το ταξίδι του Ιερομονάχου Αγάπιου) πήγαν στη Λειψία για την εκτύπωση, έκανε αλλαγές στα σχόλια τόσο για τα μνημόσυνα, όσο και για τη Συνεχή Θεία Μετάληψη… Και πάλι ο μέγας κανονολόγος έφαγε «μαχαιριά», τώρα από τον «ψευδάδελφο» Θεοδώρητο…
Η΄. Έργα οικοδομής
Μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην Καψάλα, κοντά στη θάλασσα, σε νέα καλύβα, του Αγίου Σεργίου. Ήταν τότε 45 ετών, πλήρης από δημιουργική δύναμη. Βρέθηκε εκεί από μοναχούς τόσο απορροφημένος, που ξέχναγε και την μπουκιά στο στόμα του επί ώρες… Έγραψε στο κελί αυτό διορθωμένο το«Ευχολόγιο», νέο «Εξομολογητάριο», «Ερμηνεία» στις 14 Επιστολές του απ. Παύλου, στις 7 Καθολικές, στο ψαλτήρι του Ευθύμιου Ζυγαβινού και στη Στιχολογία των εννέα Ωδών, που ονόμασε «Κήπο Χαρίτων».
Ποτέ δεν έμεινε αργός, ούτε άφησε την άσκηση και την αδιάλειπτο, μονολόγιστο και νοερά προσευχή. Ποτέ δεν άφησε την αγάπη του προς το πλήρωμα της Εκκλησίας με τα έργα οικοδομής… Τα έργα αυτά τα είχε τελειώσει μέχρι το 1799 (48 ετών).
Θ΄. Τα τελευταία χρόνια του
Το 1800 βρισκόταν εξόριστος ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, κοντά στον Νικόδημο. Επειδή πολλοί χριστιανοί γινόντουσαν Μωαμεθανοί από την πίεση των Τούρκων, έφταναν απ’ αυτούς αρκετοί στο Άγιο Όρος να συμβουλευτούν τον Πατριάρχη. Αυτός τους έστελνε στη συνέχεια στο Νικόδημο… Ανάμεσα σ’ αυτούς που εμψυχώθηκαν είναι και ο Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο Υδραίος.
Εκείνη την εποχή είχαν έλθει παπικοί για να συζητήσουν δογματικά ζητήματα στο Άγιο Όρος. Η Ιερά κοινότητα τους έστειλε στον Άγιό μας. Αυτός εμφανίστηκε, όπως πάντα, ρακένδυτος και τσαρουχοφόρος! Αυτοί το πήραν για προσβολή. Δόθηκαν εξηγήσεις και μετά έπαθαν τέτοια ήττα στη συζήτηση που σιώπησαν και τράπηκαν σε άτακτο φυγή…
Ο Νικόδημος έχει φτάσει σε ηλικία 57 ετών (1805) και το χαλκέντερο κορμί του αρχίζει να λυγίζει. Αισθάνεται την ανάγκη κάποιας περιποίησης και πηγαίνει στους Σκουρταίους. Δεν γηροκομείται, αλλά συνεχίζει να ωφελεί. Συντάσσει τώρα τον «Συναξαριστή των 12 μηνών» με υπομονή για 2 χρόνια!
Από λεπτότητα αναχωρεί και πάλι για την Καψάλα, κοντά σε ευλαβή μοναχό. Τότε ξεσπάει και άλλο κύμα επιθέσεων και κατηγοριών, για την συνεχή Θεία μετάληψη! Τότε όμως επενέβη η Ιερά Κοινότητα και προστάτεψε το κύρος του: «ει τις … ανοίγει στόμα και λαλεί κατά του ανωτέρω διδασκάλου κυρ Νικοδήμου αδίκως και συκοφαντοικώς, ούτος προφανώς ελεγθείς, όχι μόνον θέλει παιδευθεί αυστηρώς υπό της κοινής ημών Συνάξεως, οποίας τάξεως και καταλόγου είναι, αλλά και θέλει εξορισθεί τελείως και τον ιερόν τούτον τόπον, ως σκανδαλοποιός».
Αλλά και ο ίδιος αναγκάστηκε να απολογηθεί για την Ορθόδοξη πίστη του ήρεμα…Συνέχισε μάλιστα με διάθεση ψυχής το έργο του με ογκώδη βιβλία, το«Εορτοδρόμιο» και την «Νέα κλίμακα»!
Μεγάλη αδυναμία εξάντληση (1805).
Το 1805, του ήταν απαραίτητο καθημερινά το μαγειρεμένο φαγητό και το κρασί. Παρόλο όμως πού έτρωγε και έπινε, δεν αισθανόταν να ανακτά δύναμη. Αλλά ενόσω ερμήνευε τους «Αναβαθμούς» επιδεινώθηκε η αρρώστια του, πού ήταν αδυναμία και ανορεξία. Ότι και να έτρωγε, δεν αισθανόταν να δυναμώνει το σώμα του, αντίθετα καταβαλλόταν περισσότερο. Έπεσαν τα δόντια του και έχασε λίγο την ακοή του.
Ημιπληγία από υπερκόπωση (1809).
Το 1809 αρρώστησε βαριά .Ότι και να έτρωγε, δεν αισθανόταν να δυναμώνει το σώμα του, αντίθετα καταβαλλόταν περισσότερο. Έπεσαν τα δόντια του και έχασε περισσότερο την ακοή του.Μετά από είκοσι ημέρες περίπου συνήλθε και ολοκληρώνοντας τους «Αναβαθμούς» δόξασε τον Θεό λέγοντας: «Πάρε με, Θεέ μου, διότι βαρέθηκα ετούτο τον κόσμο». Αυτό το λόγο τον έλεγε συχνά, καθώς διαπίστωνε στον εαυτό του μεγάλη αδυναμία. Στις 5 Ιουλίου θέλησε να κάνει περίπατο μέχρι τη Μονή Κουτλουμουσίου, φτάνοντας εκεί τον δέχθηκαν οι πατέρες με χαρά. Μετά τον Εσπερινό του διέθεσαν ένα μουλάρι για να ανέβει στο Κελί, ώστε να μη κουραστεί. Όταν έφτασε στο Κελί και ξεπέζεψε, πιάστηκε το δεξί του χέρι, την άλλη μέρα πιάστηκε η γλώσσα του. Βρέχοντάς την με νερό μιλούσε, αλλά μετά από λίγο πάλι «πιάνονταν».
«Πεθαίνω… μεταλάβετέ με!»
Αυτές τις τελευταίες ημέρες του έκαναν όλα όσα αρμόζουν πριν την έξοδο του [από την παρούσα ζωή], δηλαδή γενική εξομολόγηση, Ευχέλαιο και καθημερινή μετάδοση των αχράντων Μυστηρίων. Στις 13 του μηνός βάρυνε περισσότερο και στενοχωριόταν. Επειδή δεν μπορούσε να λέει την Ευχή με το νου, κατά τη συνήθειά του, την έλεγε ακουόμενος.
Και διαρκώς επανελάμβανε στους αδελφούς: «Να με συγχωρήσετε, πατέρες μου. Κουράστηκε ο νους μου, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί στην Ευχή και γι’ αυτό τη λέω δυνατά.”
Οι αδελφοί στο μεταξύ έμειναν άγρυπνοι όλη τη νύχτα, περιμένοντας την έξοδο του. Συχνά τον πλησίαζαν και τον ρωτούσαν: «Διδάσκαλε, πώς είσαι;» και μιλούσαν για λίγο.
Κατά την έκτη ώρα της νύχτας, μετά την ερώτηση, τους απάντησε: «Πεθαίνω, πεθαίνω, πεθαίνω. Αλλά σας παρακαλώ, να με μεταλάβετε». Αφού ετοιμάσθηκε, κοινώνησε τωναχράντων Μυστηρίων. Ύστερα από λίγη ώρα πήγαν και τον βρήκαν με τα χέρια σταυρωμένα, τα πόδια απλωμένα και τον ερωτούν: «Διδάσκαλε, τι κάνεις; Ησυχάζεις;».
Εκείνος αποκρίθηκε: «Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πώς να μην ησυχάσω;» Συνομίλησε για λίγο και σώπασε.
«Βασίλεψε ο νοητός ήλιος»
Στις 14 Ιουλίου κι ενώ ανέτελε ο αισθητός ήλιος στη γη, βασίλευε ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Αλλά οι ακτίνες των διδαχών του είναι μαζί μας, μας φωτίζουν και θα φωτίζουν την Εκκλησία…
Τα «Άπαντα» του Αγίου
Είναι ευτύχημα ότι το μέγα —σε ποιότητα και ποσότητα— συγγραφικό έργο του αγίου Νικοδήμου όχι μόνο διασώθηκε σχεδόν στο σύνολο του, αλλά γνώρισε και γνωρίζει σημαντική απήχηση μεταξύ των χριστιανών. Στην εποχή του είχε αναδειχθεί ως ο πολυγραφότερος, μετά την Άλωση της Πόλης (1453), εκκλησιαστικός συγγραφέας και είχε συντελέσει όσον ολίγοι στην πνευματική αναγέννηση του Νέου Ελληνισμού.
Βιβλία του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη:
1. Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών (στο πρωτότυπο και σε νεοελληνική απόδοση).
2. Ευεργετινός (κείμενο απόδοση).
3. Περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως.
4. Αλφαβηταλφάβητος όσιου Μελετίου Γαλησιώτου.
5. Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων.
6. Αόρατος Πόλεμος.
7. Πνευματικά γυμνάσματα.
8. Άπαντα αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου (πιθανόν όχι δικό του έργο).
9. Χρηστοήθεια.
10. Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου.
11. Συναξαριστής (Βίοι αγίων των 12 Μηναίων, 6 τόμοι).
19. Ερμηνεία Επιστολών του αποστόλου Παύλου (3 τόμοι).
20. Εορτοδρόμιον (3 τόμοι).
21. Κήπος Χαρίτων.
22. Νέα Κλίμαξ.
23. Θεοτοκάριον.
24. Απάνθισμα λίαν κατανυκτικών ευχών…
25. Ομολογία Πίστεως.
Πρόσφατα άναγνωρίσθηκαν ως έργα του άγιου Νικοδήμου και τά:
26. Επίσκεψις πνευματικού προς ασθενή, και
27. Εξέτασις της συνειδήσεως.
Η συγκαταρίθμηση του Νικοδήμου μεταξύ των Αγίων της Εκκλησίας μας έγινε σχετικά πρόσφατα με την υπ’ αρ. 1717/31.5.1955 Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η μνήμη του άγεται τη 14η Ιουλίου.
ΠΗΓΕΣ έως το σημείο “μεγάλη εξάντληση 1805″ τα στοιχεία προέρχονται από: www.oodegr.com
τα υπόλοιπα από http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=2140
«Την άνοιξη του 1985, (αφηγείται η Γερόντισσα Θεοδοσία),
(Ιερά Μονή των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων)
ευρισκόμενη εις την Μονήν των αγίων Θεοδώρων Καλαβρύτων, μία νύχτα περίπου 2.30′ πρωϊνή, άκουσα λίγο πιο πέρα από το παράθυρο του κελλιού μου, στην αυλή της Μονής, κάποιον να σκάβει. Για να βεβαιωθώ, έσβησα το φως του κελλιού μου και κοίταξα από το παράθυρο. Είδα ότι αναβόσβηνε ένας φακός. Τότε έκανα μία προσευχή στους θαυματουργούς Αγίους μας να μας προστατεύσουν. Ήλεγξα τα παράθυρα και τις σαθρές πόρτες προς την αυλή της ερειπωμένης Μονής, μήπως εισχωρήσουν στο εσωτερικό της, και αφού διεπίστωσα ότι επικρατούσε ησυχία στο χώρο αυτό, επέστρεψα στο κελλί μου. Το πρωΐ είχαμε μία ιδιωτική λειτουργία. Την ώρα πού ετοιμαζόμουν να πάω στην Εκκλησία, ώρα 5.55′ πρωϊνή, χτύπησε το τηλέφωνο. Σκέφτηκα μήπως κάποια πονεμένη ψυχή έχει κάποιο πρόβλημα – κάτι άλλωστε πού συνέβαινε συχνά – και σήκωσα το τηλέφωνο. Προς μεγάλη μου έκπληξη άκουσα: - «Άκου παιδάκι μου, είμαι ο Γέροντας Πορφύριος. Μη βγεις έξω που ακούς και σκάβουν, θα σε χτυπήσουν. Διαβολεμένοι άνθρωποι γυρίζουν στο Μοναστήρι σου». - Τον ερωτώ: «Γέροντα, γιατί σκάβουν; Βρήκαν τίποτα;» - Απαντά: «Όχι παιδάκι μου, τα έχουν πάρει άλλοι νωρίτερα». - Τον ερωτώ πάλι: «Γέροντα έχετε έλθει στο Μοναστήρι μας;» - Μου απαντά: «Όχι παιδάκι μου, αλλά τώρα είμαι εκεί. Ρώτα με ότι θες». Παίρνοντας λοιπόν αφορμή από το λόγο του αυτό, τον ρώτησα για την ιστορικής σημασίας σπηλιά του Μοναστηριού μας… … – Με ερωτά: «Ποια σπηλιά; Γιατί είναι δύο σπηλιές κοντά σας. Αυτή πού κάθισαν οι πρώτοι μοναχοί;» - Του απαντώ: «Ναι Γέροντα». Μου λέει: «Καλό είναι, παιδάκι μου, να το κάνης αυτό, γιατί η σπηλιά είναι αγιασμένη. Αλλά θα σε αφήσουν οι χωρικοί; Θα αντιδράσουν». Έμεινα με το ακουστικό στο χέρι, χωρίς να μιλάω από την έκπληξη μου, γιατί μου μιλούσε για γεγονότα. Ας σημειωθεί ότι όντως υπάρχουν δύο σπηλιές, αλλά εμείς δεν την είχαμε δει τη δεύτερη σπηλιά, καίτοι είχαμε εγκατασταθεί στη Μονή περισσότερο από ένα χρόνο. Μας το είχαν πει όμως οι βοσκοί της περιοχής, ότι υπάρχει και δεύτερη σπηλιά. Την ώρα λοιπόν που είχα μείνει αμίλητη με το ακουστικό στο χέρι, ακούω το Γέροντα να μου λέει: «Ψάρια, Γερόντισσα, Ψάρια!». - Τον ερωτώ: «Τι ψάρια, Γέροντα;» - «Παιδάκι μου», μου λέει, «το νερό από τους κούτουλες δεν είναι κατάλληλο για ψάρια; Βάλε λοιπόν ψάρια να φάει ο κόσμος. Θα ‘ρθούν δύσκολοι καιροί!». Και όντως, όταν είχαμε εγκατασταθεί στο Μοναστήρι, εξήτασα στο Χημείο των Πατρών το νερό, που τρέχει άφθονο από τους δύο κούτουλες (πηγή) στην αυλή της Μονής, αν είναι πόσιμο και παράλληλα αν είναι κατάλληλο για ψάρια, ώστε να καλύπτει τις ανάγκες της Μονής και των φιλοξενουμένων προσκυνητών της. Όντως το νερό απεδείχθη καθαρό και κατάλληλο για ιχθυοτροφείο… (από τις σελ. 60, 62). Την παρουσία του Γέροντα (Πορφύριου) την αισθανόμεθα έντονα, γιατί σε κάθε δίλημμα μας εκείνος επικοινωνούσε μαζί μας και μας έδινε λύση. Μια φορά, μου είχε πει τηλεφωνικώς: - «Παιδάκι μου, έχεις μεγάλο αγώνα, αλλά μη φοβάσαι, εγώ κάθε βράδυ κάνω μαζί σας προσευχή». Ας σημειωθεί ότι με τον Γέροντα δεν είχαμε συναντηθεί ποτέ, ούτε τον είχα δει ποτέ, μόνον είχα ακούσει για το προορατικό του χάρισμα από άλλους, ούτε ποτέ είχα τηλεφωνικώς επικοινωνήσει μαζί του. Απόρησα λοιπόν. Πώς ήξερε εμάς και τα προβλήματα μας; Πού βρήκε το τηλέφωνο μας; Για το λόγο αυτό πήρα τηλέφωνο μία ηγουμένη άλλου Μοναστηριού, πού γνώριζε τον Γέροντα, και την ρώτησα: «Μήπως, Γερόντισσα, δώσατε τον αριθμό του τηλεφώνου μας στον Γέροντα Πορφύριο;» Μου απαντά: «Είναι ανάγκη να του τον δώσω; Το μυαλό του πατρός Πορφυρίου είναι τηλεόραση». Κάποτε επεσκέφθην με μερικές αδελφές της Μονής μας ένα άλλο Μοναστήρι. Ο Γέροντας Πορφύριος, επειδή υπήρχε ένα επείγον και σημαντικό θέμα, πήρε εκεί τηλέφωνο, με ζήτησε και μου είπε: «Παιδί μου, τους πέντε ανθρώπους πού θέλουν να καταθέσουν ως μάρτυρες για τα όρια της Μονής σας, να τους αφήσεις να προσέλθουν στο δικαστήριο. Πρέπει να ακουστεί η αλήθεια και να υπερασπισθείς ό,τι ανήκει στη Μονή, γιατί θαρθούν δύσκολοι καιροί και ο κόσμος θα χρειασθεί φροντίδα από τα Μοναστήρια». Πραγματικά, πέντε γηραιοί άνθρωποι, πού ήσαν ευγνώμονες στο Μοναστήρι, μου ζητούσαν επιμόνως να πουν την αλήθεια σε μια αδικία πού είχε γίνει εις βάρος της Μονής. Έτσι κι έγινε και η Μονή δικαιώθηκε. (Από τις σελ. 63, 64).
Ο ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ, Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗ (Καθηγητού της Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών) ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΙΧΝΗΛΑΣΙΑ», 1997 [Πηγή]: Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου (και όχι μόνο) )
Η ΟΥΜΑΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΡΧΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Μια από τις πολλές πτυχές της ευρωπαϊκής διανόησης, που μετουσιώθηκε σε επαναστατική πράξη είναι και ο αναρχισμός. Πρόκειται για ένα ιδεολογικό πολιτικό και κοινωνικό κίνημα, που εκφράζει την αντίθεση και την έμπρακτη αντίδραση ενάντια σε κάθε μορφή πολιτικής εξουσίας και οργανωμένης κοινωνικής ζωής. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των αναρχικών κινημάτων είναι το αίτημά τους για κατάργηση του κράτους, το οποίο βλέπουν ως βασικό καταπιεστικό παράγοντα περιορισμού της ελευθερίας του ατόμου, ή και της κοινωνίας. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή αντίληψη ο άνθρωπος είναι ένα κομμάτι της φύσεως.
Στα όντα της φύσεως επικρατεί η ελευθερία. Ο άνθρωπος ως «εξάρτημα» της φύσεως πρέπει να «απολαμβάνει» την ελευθερία που απολαμβάνουν και τα άλλα φυσικά όντα.
Συζητούν χριστιανοί μου ένας άνδρας, που μόλις πριν από λίγες μέρες είχε γίνει χριστιανός, μ' έναν παλιό του φίλο.
- Ώστε βαπτίστηκες, του είπε, κι έγινες χριστιανός Ορθόδοξος, ε; Του λέει, «μάλιστα». - Μα τότε θα ξέρεις πολύ καλά, όλα τα σχετικά με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αλήθεια που Γεννήθηκε; - Δεν ξέρω ...; - Πόσο χρονών ήταν όταν βγήκε στη μεγάλη Του δράση; - Δεν ξέρω...; - Πότε πέθανε; Πότε σταυρώθηκε; - Δεν ξέρω.
- Σε πόσες μέρες αναστήθηκε; - Μάλλον σε τρείς, αλλά δεν θυμάμαι. - Ποια ήταν η κυριότερη θεϊκή Του διδασκαλία; - Δεν ξέρω. - Ποιοί ήσαν οι Απόστολοι που έγραψαν τα Ευαγγέλια; - Δεν ξέρω. - Ο Χριστός τι ήταν; Ήταν Θεός, ήταν άνθρωπος, ήταν Υιός Θεού, τι ήτανε; - Δεν ξέρω. - Αυτό που λένε ότι πιστεύετε εσείς οι χριστιανοί οι Ορθόδοξοι στην Αγία Τριάδα, τι σημαίνει; - Δεν ξέρω.
- Από ό,τι βλέπω, είπε ο φίλος του, πολύ λίγα πράγματα θα έμαθες για τον Ιησού Χριστό, και την θεϊκή Του διδασκαλία. Απορώ όμως, αφού ξέρεις τόσα λίγα, τι σε έκαμε και έγινες χριστιανός; - Έχεις δίκιο. Πολύ λίγα ξέρω και ειλικρινά ντρέπομαι γι' αυτό. Αλλά ξέρω και κάτι. Και αυτό το κάτι το ομολογώ.
Ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους Επιστολή μας ομιλεί για το νέφος των αγίων Μαρτύρων που μας περιβάλλει, και μας προσκαλεί να αποφεύγουμε την αμαρτία, να τρέχουμε δι’ υπομονής τον προκείμενο αγώνα, αποβλέποντες εις τον αρχηγό και τελειωτήν της πίστεώς μας Κύριον Ιησούν. Το ένδοξο και φωτεινότατο νέφος των Αγίων Παλαιών Μαρτύρων κάθε τόσο διευρύνεται και πλατύνεται με νέους Μάρτυρες. Έτσι έγινε και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο μουσουλμανικός κατακλυσμός προκάλεσε την ομολογία πολλών ορθοδόξων αδελφών μας, κυρίως Ελλήνων, αλλά και Σλάβων, μάλιστα και μερικών Τούρκων. Όλοι αυτοί λέγονται Νεομάρτυρες. Ακολούθησαν τον Πρωτομάρτυρα και Αρχιμάρτυρα, τον Κύριο Ιησού Χριστό, που πρώτος έδωσε το τίμιο αίμα Του για τον πεσόντα άνθρωπο. Με το αίμα Του συνήψε μια νέα Διαθήκη, συμφωνία: «Τούτο έστι το αίμα μου το της Καινής Διαθήκης, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» (Ματθ. κστ’, 26-28). Όσοι δέχονται με πίστη την θυσία Του, γίνονται δικός Του λαός, λαός της νέας Διαθήκης, νέος, περιούσιος λαός, θασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον. Η νέα Διαθήκη βασίζεται στην πιστότητα του Θεού στις επαγγελίες Του προς τον νέο λαό Του της χάριτος. Ο Θεός μένει πιστός στην αγάπη Του προς τον λαό Του. Έτσι πιστός πρέπει να μείνει και ο λαός στην αγάπη του προς τον Θεό του: «Και λελουμένοι το σώμα ύδατι καθαρώ κατέχωμεν την ομολογίαν της ελπίδος ακλινή· πιστός γαρ ο επαγγειλάμενος» (Εβρ. ι’, 23). Πιστός μέχρι θανάτου στον Θεό λαός Του είναι οι άγιοι Μάρτυρες. Δεν προδίδουν την Καινή Διαθήκη. Πολλοί τους προκαλούν, τους πιέζουν αφόρητα, τους βασανίζουν για να αρνηθούν, να κρύψουν, να αποσιωπήσουν, να μη ομολογήσουν την πίστη τους, για να μη ζημιωθούν την ζωή τους και τα άλλα πρόσκαιρα αγαθά. Οι Μάρτυρες δεν μπορούν να αρνηθούν τον αληθινό Θεό και να διαρρήξουν τη Διαθήκη μαζί Του, να παύσουν να είναι αφοσιωμένοι υιοί Του και πιστά μέλη του λαού Του. «Έχοντες ουν Αρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τους ουρανούς, Ιησούν τον Υιόν του Θεού, κρατώμεν της ομολογίας» (Εβρ. ι’, 14). Ομολογούν με πίστη τον αληθινό Τριαδικό Θεό και τον Ιησού Χριστό ως Θεάνθρωπο. Έτσι φυλάσσουν την καλή ομολογία, την οποία πρώτος ομολόγησε ο Θεάνθρωπος Χριστός ενώπιον του Πιλάτου, κατά τον Απόστολο Παύλο. Κατά τους αγίους Πατέρας μας η καλή ομολογία που ομολόγησε ο Χριστός είναι ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού. Ό,τι ομολόγησε ο Ιησούς Χριστός, ομολογούν οι Χριστιανοί στο άγιο Βάπτισμα, και μαρτυρούν ενώπιον των έχθρων του Χριστού, όταν χρειαστεί. Την ομολογία αυτή ζήτησε ο Κύριος από τους δικούς Του μαθητές: «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς· Όστις δ’ αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ι’ 32-33). Οι δύο μικρές λέξεις «εν εμοί» κατά τον μέγα της Θεσσαλονίκης φωστήρα, τον θείο Γρηγόριο τον Παλαμά, έχουν μεγάλη σημασία. Δεν λέγει ο Κύριος «πας ος αν ομολογήση με» αλλά «πας ος αν ομολογήση εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων» δηλώνοντας ότι μόνο με τον Χριστό και την δική του βοήθεια μπορεί ο Χριστιανός να ομολογήσει με παρρησία την ευσέβεια. Πάλι δεν λέγει «ομολογήσω καγώ αυτόν» αλλά «ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς», για να δηλώσει ότι απαιτείται έκτος από την ενέργεια του Θεού και η καλή στάση, καρτερία και προαίρεση του Χριστιανού, δηλαδή η συνεργεία του.
Γι’ αυτό, προκειμένου περί των αρνουμένων τον Χριστό δεν λέγει «εν εμοί»,άλλα «εμέ»· και τούτο διότι ο αρνούμενος τον Θεό αρνείται διότι έμεινε έρημος της βοηθείας Του. Γιατί δε εγκατελείφθηκε και έμεινε έρημος του Θεού; Διότι πρώτος αυτός εγκατέλειψε τον Θεό, αγαπήσας και προτιμήσας τα γήινα και πρόσκαιρα από τα υπεσχημένα αιώνια και ουράνια αγαθά του Θεού. Ούτε πάλι λέγει ο Κύριος «αρνήσομαι καγώ εν αυτώ» αλλά «αυτόν», γιατί τίποτε δεν ευρίσκει μέσα στον αρνητή άνθρωπο που μπορεί να χρησιμοποιήσει υπέρ αυτού. Επειδή δε και «ο έχων την κατά Θεόν αγάπην, εν τω Θεώ μένει, και ο Θεός εν αυτώ», όπως λέγει ο αγαπημένος από τον Χριστό Θεολόγος, όταν μένει ο Θεός μέσα σ’ αυτόν που τον αγαπά, εύκολα αυτός ως αγαπών αληθινά τον Θεό κάνει την ομολογία. Αλλ’ επειδή και αυτός μένει μέσα στον Θεό, και ο Θεός θα κάνει την υπέρ αυτού ομολογία. Αυτό λοιπόν το «εν εμοί» και «εν αυτώ» φανερώνει την αδιάσπαστη συνάφεια, ένωση του Θεού προς τους ομολογούντας, από την οποία απομακρύνθηκε ο αρνούμενος. Την ομολογία αυτή ζητά από τους Χριστιανούς ο Κύριος όχι γιατί Αυτός την έχει ανάγκη, αλλά διότι με αυτήν ο Χριστιανός σώζεται και πνευματικά τελειοποιείται, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Αυτός που ομολογεί τον Χριστό εκφράζει την ειλικρινή αγάπη και πίστη του προς τον Θεό. Αγάπη χωρίς επιφύλαξη, χωρίς κρατούμενα. Αγάπη που τα δίδει όλα, και την ίδια τη ζωή.
Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας: Λόγος για την εν Χριστώ εσωτερική εργασία και τη μοναχική ζωή
Η μοναχική ζωή είναι ένα δένδρο ψηλό, πυκνόφυλλο και γονιμότατο. Ρίζα της είναι η αποξένωση απ΄ όλα τα σωματικά· κλαδιά της η απαλλαγή της ψυχής από εμπαθείς κλίσεις και το να μην έχει ο μοναχός καμία σχέση προς τα πράγματα από τα όποια έφυγε. Καρπός της είναι η απόκτηση των αρετών, η θεοποιός αγάπη και η αδιάκοπη ευφροσύνη, καθώς λέει ο Απόστολος: « Ο καρπός του Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη κλπ.»(Γαλ. 5, 22).
Η φυγή από τον κόσμο χαρίζει την καταφυγή στο Χριστό. Και κόσμο εννοώ, την αγάπη των αισθητών πραγμάτων και της σάρκας. Εκείνος πού με επίγνωση της αλήθειας αποξενώνεται από αυτά, γίνεται φίλος του Χριστού, αποκτώντας την αγάπη Του, για την οποία αρνήθηκε όλα τα κοσμικά κι αγόρασε το "πολύτιμο μαργαριτάρι"(Ματθ. 13, 46), δηλαδή το Χριστό.
Με το σωτήριο βάπτισμα ντύθηκες το Χριστό(Γαλ. 3, 27)· με αυτό το θείο λουτρό απέβαλες την ακαθαρσία και έλαβες τη λαμπρότητα της πνευματικής χάρης και την ευγένεια πού είχε ο άνθρωπος όταν πλάστηκε. Αλλά τι έγινε; Ή μάλλον, τι έπαθε ο άνθρωπος από την απερισκεψία του; Επειδή αγάπησε τον κόσμο, αλλοίωσε τα θεϊκά χαρακτηριστικά. Επειδή στράφηκε στα πάθη της σάρκας, κακοποίησε τη θεία εικόνα. Το σκοτάδι των εμπαθών λογισμών θάμπωσε τον καθρέφτη της ψυχής στον οποίο εμφανίζεται ο νοητός ήλιος Χριστός. Εσύ όμως καθήλωσες την ψυχή σου με τον φόβο του Θεού.
Κατάλαβες το σκοτάδι της ανωμαλίας του κόσμου. Συνειδητοποίησες το διασκορπισμό της διάνοιας που προξενούν οι κοσμικές μέριμνες. Είδες τον μάταιο περισπασμό που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι από την πολυτάραχη ζωή. Πληγώθηκες με το βέλος του έρωτα της ησυχίας. Ζήτησες την ειρήνη των λογισμών, επειδή εγκολπώθηκες το παράγγελμα: «Ζήτησε την ειρήνη και κυνήγησέ την»(Ψαλμ. 33, 15)· πόθησες την ανάπαυση που αυτή δίνει, επειδή άκουσες το λόγο: «Ξαναγύρισε ψυχή μου στην ανάπαυσή σου(Ψαλμ. 114, 7)». Για όλα αυτά, αναλογίστηκες να ξανακερδίσεις την ευγένεια που έλαβες κατά χάρη με το βάπτισμα, αλλά την έχασες θεληματικά από τα πάθη σου ζώντας στον κόσμο.
Έτσι λοιπόν έκανες πράξη την αγαθή αυτή γνώμη με το να έρθεις στο ιερό φροντιστήριο, να φορέσεις τα σεμνά άμφια της μετάνοιας και να υποσχεθείς ολόψυχα την παραμονή σου στο μοναστήρι μέχρι θανάτου.
Τώρα έκανες δεύτερη συμφωνία με το Θεό. Την πρώτη την έκανες κατά το βάπτισμα, με την είσοδο σου σ' αυτή τη ζωή· τη δεύτερη τώρα που σπεύδεις προς το τέλος αυτής της ζωής. Τότε σε προσέλαβε ο Χριστός με την ευσέβεια· τώρα προσκολλήθηκες στο Χριστό με τη μετάνοια.
Εκεί βρήκες δωρεά· εδώ παραδέχτηκες ένα χρέος. Τότε, καθώς ήσουν νήπιο, δεν εννόησες το αξίωμα που σου δόθηκε, αν και όταν μεγάλωσες, κατάλαβες το μέγεθος της δωρεάς και έχεις στο στόμα σου χαλινάρι. Τώρα που έχεις τέλεια σκέψη, εννοείς βαθιά τι σημαίνει το ότι συντάχθηκες μ΄ Εκείνον. Πρόσεξε μην τυχόν παραβείς και αυτή την υπόσχεση και σαν αγγείο που έσπασε εντελώς, ριχθείς στο σκότος το εξώτερο, όπου είναι ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων(Ματθ. 8, 12). Γιατί έξω από το δρόμο της μετάνοιας, δεν υπάρχει άλλος δρόμος που ξαναφέρνει στη σωτηρία.
Άκουσε τι σου υπόσχεται ο Δαβίδ: « Έκανες καταφυγή σου τον Ύψιστο. Αφού λοιπόν επέλεξες την κατά Χριστόν ζωή με τις δυσκολίες της, δε θα σε πλησιάσουν πια τα κακά που απέκτησες από την κοσμική σου ζωή. Αφού αποφάσισες να μετανοείς, δε θα σε ακολουθήσει έρωτας χρημάτων, τρυφή, τιμή, καλλωπισμός, ακράτεια των αισθήσεων· δε θα παραμείνουν μπροστά σου παράνομοι, δηλαδή μετεωρισμοί της διάνοιας, αιχμαλωσία του νου, χαύνωση που προκαλούν οι αλλεπάλληλοι λογισμοί, και κάθε άλλη θεληματική εκτροπή και σύγχυση. Ούτε θα βρεθεί μπροστά σου αγάπη γονέων, αδελφών, συγγενών, φίλων και γνωστών· ούτε θα βρει τόπο σε σένα η άκαιρη και ανώφελη συνάντηση και συντροφιά μαζί τους.
Αν αγαπήσεις την απάρνηση των παραπάνω με το σώμα σου και την ψυχή σου, δε θ΄ αγγίξει την ψυχή σου το μαστίγιο του πόνου, και το βέλος της λύπης δε θα πληγώσει την καρδιά σου, ούτε το πρόσωπό σου θα σκυθρωπάσει»(Ψαλμ. 90, 9-10 και 5, 5-6). Εκείνοι δηλαδή που απομακρύνθηκαν από τη φιλήδονη συνήθεια και απώθησαν τον εμπαθή δεσμό με όλα όσα είπαμε, αμβλύνουν τα κεντριά της λύπης. Γιατί ο Χριστός φανερώνεται στην ψυχή που αγωνίζεται και δίνει στην καρδιά ανέκφραστη χαρά, και την πνευματική χαρά δεν μπορεί ποτέ να την αναιρέσει κανένα από τα ευχάριστα ή δυσάρεστα του κόσμου. Μελέτες αγαθές και σωτήριες μνήμες και θεία διανοήματα και λόγοι σοφίας υπηρετούν τον αγωνιστή, και τον φυλάγουν σε όλους τους δρόμους των έργων που κάνει για το Θεό.
Γι΄ αυτό και πατάει πάνω σε κάθε άλογη επιθυμία και αυθάδη θυμό σαν πάνω σε φίδια ασπίδα και βασιλίσκο, και καταπατεί την οργή σαν λιοντάρι και την ηδονή σαν δράκοντα(Ψαλμ. 90, 13). Και η αιτία τούτου είναι ότι, αφού απομάκρυνε κάθε ελπίδα του από τους ανθρώπους και τα πράγματα που είπαμε, την έδεσε στο Θεό και είναι πλούσιος σε γνώση Θεού και πάντοτε καλεί νοερά το Θεό να τον βοηθήσει. Όπως λέει και στη Γραφή: «Στήριξε την ελπίδα του σ΄ εμένα, γι΄ αυτό και θα τον σώσω· θα τον προφυλάξω, γιατί γνωρίζει το όνομά Μου. Όταν με φωνάξει, θα τον ακούσω, και όχι μόνο θα τον απαλλάξω από εκείνους που τον θλίβουν, αλλά και θα τον δοξάσω»(Ψαλμ. 90, 14-15).
Βλέπεις τους αγώνες και τα ακόλουθα βραβεία όσων ασκούνται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού; Προσπάθησε λοιπόν να κάνεις την κλήση πράξη. Και όπως μονώθηκες σωματικά κι απέβαλες και τα νοήματα των πραγμάτων και άλλαξες αμφίεση, γίνε και ξένος αποθέτοντας και τούς λόγους σου και τους συγγενείς σου. Γιατί αν δε σταματήσεις την περιπλάνηση στα εξωτερικά, δε θα ξεσηκωθείς εναντίον εκείνων που ενεδρεύουν μέσα σου. Αν δεν νικήσεις εκείνους πού σε πολεμούν με τα φανερά, δεν μπορείς να κατατροπώσεις τούς αόρατους εχθρούς. Όταν καταργήσεις τους εξωτερικούς πειρασμούς και αφήσεις τούς εσωτερικούς λογισμούς, τότε διεγείρεται ο νους για τα έργα και τούς λόγους του Πνεύματος. Και αντί να έχεις συναναστροφή με συγγενείς και φίλους, εκτελείς τις αρετές.
Και αντί να ασχολείσαι με τα μάταια λόγια πού γεννά η κοσμική συναναστροφή, φωτίζει και συνετίζει την ψυχή η μελέτη και η φανέρωση των θεϊκών λόγων, που κινούνται μέσα στη διάνοια. Η απελευθέρωση των αισθήσεων γίνεται δέσμευση της ψυχής. Και η δέσμευση των αισθήσεων, χαρίζει ελευθερία στην ψυχή.
Η δύση του ηλίου φέρνει τη νύχτα. Και ο Χριστός αποχωρεί από την ψυχή και την κυριεύει το σκοτάδι των παθών και τα νοητά θηρία την κατασπαράζουν. Ανατέλλει ο αισθητός ήλιος και τα θηρία μαζεύονται στα σπήλαιά τους. Ανατέλλει και ο Χριστός στο στερέωμα της προσευχόμενης διάνοιας, και φεύγει και χάνεται κάθε κοσμική συνήθεια, η αγάπη της σάρκας περνά και ο νους βαδίζει στο έργο του, δηλαδή στη μελέτη των θείων, "ως το βράδυ"(Ψαλμ. 103, 23). Η έκφραση αυτή δε σημαίνει ότι η εργασία του πνευματικού νόμου περιορίζεται σε κάποιο χρονικό διάστημα ή ότι έχει ορισμένο μέτρο, αλλά ότι διαρκεί ώσπου να φτάσει το τέλος αυτής της ζωής, προκαλώντας την έξοδο της ψυχής από το σώμα. Αυτό ακριβώς φανέρωνε και ο προφήτης Δαβίδ με τα λόγια: «Πόσο αγάπησα το νόμο Σου, Κύριε! Είναι η μελέτη μου όλη την ημέρα»(Ψαλμ. 118, 97). Ημέρα εννοεί όλη τη διάρκεια της ζωής αυτής.
Σταμάτησε λοιπόν τις εξωτερικές συναναστροφές και πάλεψε με τους εσωτερικούς λογισμούς, έως ότου βρεις τον τόπο της καθαρής προσευχής και τον οίκο όπου κατοικεί ο Χριστός, φωτίζοντας και γλυκαίνοντάς σε με την επίγνωση και την επίσκεψή Του, και κάνοντάς σε να θεωρείς χαρά τις θλίψεις για χάρη Του και να αποφεύγεις τις κοσμικές ηδονές όπως το κατάπικρο αψίνθιο.
Οι άνεμοι σηκώνουν κύματα στη θάλασσα, και αν αυτοί δε σταματήσουν, δεν ησυχάζουν τα κύματα και δεν ημερεύει η θάλασσα. Και τα πνεύματα της πονηρίας ανακινούν μέσα στην ψυχή του αμελούς την ενθύμηση γονέων, αδελφών, συγγενών, γνωστών, συμποσίων, πανηγυριών, θεάτρων και όλες τις άλλες φαντασίες της ηδονής και του υποβάλλουν να τοποθετεί την ευτυχία στα μάτια, στη γλώσσα και στο σώμα. Έτσι και την ώρα εκείνη σπαταλάς μάταια, και στη συνέχεια την ώρα που μένεις μόνος μέσα στο κελί σου, την ξοδεύεις στην αναπόληση εκείνων που είδες και συζήτησες. Και έτσι περνά χωρίς προκοπή η ζωή του μοναχού, καθώς αποτυπώνουν τις μνήμες τους στη διάνοιά του οι κοσμικές ασχολίες, όπως τα πόδια του ανθρώπου αποτυπώνουν τα ίχνη τους πάνω στο χιόνι.
Αν δίνομε τροφή στα θηρία, πότε θα τα θανατώσομε; Κι αν διαρκώς απασχολούμαστε με έργα και λογισμούς της άλογης φιλίας και συνήθειας, πότε θα νεκρώσουμε το φρόνημα της σάρκας; Πότε θα ζήσομε την κατά Χριστόν ζωή πού υποσχεθήκαμε; Τα ίχνη των ποδιών πάνω στο χιόνι ή διαλύονται όταν λάμψει ο ήλιος, ή όταν βρέξει, εξαφανίζονται. Και οι μνήμες που έχουν σκάφτει στη διάνοια, από τη φιλήδονη διάθεση και τις ανάλογες πράξεις, εξαφανίζονται όταν ανατέλλει ο ήλιος στην καρδιά, με την προσευχή και την κατανυκτική βροχή των δακρύων. Ο Μοναχός λοιπόν που δεν πράττει σύμφωνα με το λόγο, πότε θα εξαλείψει από τη διάνοιά του τις εμπαθείς μνήμες;
Οι πρακτικές αρετές τελούνται με το σώμα, αν αφήσεις τη σχέση με τον κόσμο. Οι αγαθές μνήμες εντυπώνονται στην ψυχή και οι θεϊκοί λόγοι αναπαύονται σ΄ αυτήν, αν με συνεχείς προσευχές που αναπέμπονται με θερμή κατάνυξη από τη διάνοια, εξαλείψεις τις μνήμες των προηγουμένων σου πράξεων. Γιατί ο φωτισμός από την πίστη και τη μνήμη του Θεού και τη συντριβή της καρδιάς, αποξέουν σαν ξυράφι τις πονηρές μνήμες. Μιμήσου τη σοφία των μελισσών. Αυτές όταν αντιληφθούν το σμήνος των σφηκών να πετούν γύρω τους, παραμένουν μέσα στην κυψέλη και αποφεύγουν τη βλάβη από τους εχθρούς.
Σφήκες να θεωρείς τις κοσμικές συναναστροφές, τις οποίες αποφεύγοντας με πολλή σπουδή, παράμενε μέσα στο κελί σου στο μοναστήρι. Και από εκεί πάλι να προσπαθείς να μπαίνεις στο εσωτερικότερο φρούριο της ψυχής, που είναι ο οίκος του Χριστού και εκεί αστράφτει αδιατάρακτη ειρήνη και χαρά και γαλήνη. Τα δώρα αυτά, σαν κάποιες ακτίνες τα εκπέμπει από τον εαυτό Του ο νοητός ήλιος Χριστός και με αυτά αμείβει την ψυχή που Τον υποδέχεται με πίστη και καλή ετοιμασία.
Όταν λοιπόν κάθεσαι στο κελί σου, να μνημονεύεις το Θεό, ανυψώνοντας το νου σου απ΄ όλα και οδηγώντας τον άφωνο προς το Θεό, και να συγκεντρώνεις ενώπιον του Θεού όλη τη διάθεση της καρδιάς σου, προσκολλώμενος σ' Αυτόν με την αγάπη. Γιατί η μνήμη του Θεού είναι θεωρία του Θεού, ο οποίος έλκει την όραση και την επιθυμία του νου προς τον εαυτό Του και τον περιλάμπει με το φως Του. Όταν δηλαδή ο νους επιστρέφει στο Θεό, αφήνοντας όλες τις ειδοποιούς έννοιες των όντων, βλέπει χωρίς εικόνες και λαμπρύνει την όρασή του με την αγνωσία αυτή που υπερβαίνει κάθε γνώση, λόγω του ότι η θεία δόξα είναι απρόσιτη. Και ενώ δε γνωρίζει, αφού το βλεπόμενο είναι ακατάληπτο, γνωρίζει ωστόσο επειδή βλέπει την αλήθεια του κυρίως Όντος, του μόνου που έχει το είναι που υπερβαίνει κάθε είναι. Και με την πλούσια αγαθότητα που αναβλύζει από εκεί, τρέφοντας τον έρωτά του και ικανοποιώντας πλήρως την κινητικότητά του, αξιώνεται την χωρίς τέλος μακάρια ανάπαυση. Αυτά είναι τα γνωρίσματα της ορθής μνήμης του Θεού.
Προσευχή τώρα είναι διάλογος της διάνοιας με τον Κύριο. Ο διάλογος αυτός μεταφέρει λόγια δεήσεως στο Θεό, με ολοκληρωτική προσήλωση του νου προς Αυτόν. Γιατί όταν η διάνοια επικαλείται συνεχώς το όνομα του Κυρίου και ο νους προσέχει με ενάργεια στην επίκληση του θείου ονόματος, έρχεται το φως της γνώσεως του Θεού κι επισκιάζει σαν φωτεινή νεφέλη ολόκληρη την ψυχή. Την ορθή μνήμη του Θεού ακολουθεί η αγάπη και η χαρά, όπως λέει ο Ψαλμωδός: «Θυμήθηκα το Θεό και γέμισα ευφροσύνη»(Ψαλμ. 76, 4). Την καθαρή προσευχή ακολουθεί η γνώση και η κατάνυξη, όπως λέει ο ίδιος: « Όποια μέρα θα σε επικαλεστώ, ιδού, γνωρίζω ότι εσύ είσαι ο Θεός μου»(Ψαλμ. 55, 10), και: «Θυσία πού αρέσει στο Θεό είναι το συντετριμμένο πνεύμα»(Ψαλμ. 50, 19).
Όταν ο νους και η διάνοια στέκονται μπροστά στο Θεό με ενεργό προσήλωση και θερμή δέηση, τότε ακολουθεί και η κατάνυξη της ψυχής. Κι όταν ο νους, ο λόγος και το πνεύμα προσπίπτουν στο Θεό, ο νους με την προσοχή, ο λόγος με την επίκληση και το πνεύμα με την κατάνυξη και την αγάπη, τότε όλος ο εσωτερικός άνθρωπος προσφέρει λατρεία στον Κύριο, σύμφωνα με την εντολή: «Θ΄ αγαπήσεις τον Κύριο, το Θεό σου, με όλη την καρδιά σου»(Δευτ. 6, 5).
Πλην όμως θέλω να γνωρίζεις και τούτο· μήπως ενώ νομίζεις ότι προσεύχεσαι, βαδίζεις μακριά από την προσευχή, κοπιάζεις χωρίς κέρδος και τρέχεις ματαίως. Ό,τι συμβαίνει στην ψαλμωδία, όταν ο νους τρέχει αλλού και διασπάται σε πάθη και διάφορα πράγματα, ώστε να χάνεται το νόημα των ψαλλομένων, το ίδιο γίνεται και με τη διάνοια. Πολλές φορές δηλαδή, ενώ αυτή λέει τα λόγια της προσευχής, ο νους δε συνοδεύει, ούτε προσηλώνεται στο Θεό, με τον οποίο γίνεται η συνομιλία κατά την προσευχή, αλλά εκτρέπεται από διάφορες σκέψεις χωρίς να το καταλάβει.
Έτσι, η διάνοια λέει από συνήθεια τα λόγια, ο νους όμως απομακρύνεται από τη γνώση του Θεού. Γι΄ αυτό και η ψυχή φαίνεται τότε ότι ούτε εννοεί, ούτε έχει διάθεση, επειδή ο νους διασκορπίζεται σε κάποιες φαντασίες και απασχολείται σ΄ εκείνα που τον ξεγελούν ή σ΄ εκείνα που επιθυμεί. Γιατί όταν δεν υπάρχει γνώση της προσευχής και ο δεόμενος δεν παραστέκεται μπροστά σ΄ Αυτόν που παρέχει παρηγοριά, πώς θα γλυκαθεί η ψυχή; Πώς θα ευφρανθεί η καρδιά που υποκρίνεται ότι προσεύχεται, αλλά δεν ενδιαφέρεται για αληθινή προσευχή; Θα ευφρανθεί η καρδιά όσων ζητούν τον Κύριο(Ψαλμ. 104, 3). Ζητεί τον Κύριο εκείνος που με ολόκληρη τη διάνοια και θερμή διάθεση πέφτει εμπρός στο Θεό και απομακρύνει κάθε νόημα του κόσμου για χάρη της γνώσεως και της αγάπης του Θεού, που πηγάζουν από την συνεχή και καθαρή προσευχή.
Για να διασαφηνίσω τη θεωρία που γεννιέται στο νου κατά τη μνήμη του Θεού, και την αξία της διάνοιας κατά την καθαρή προσευχή, θα καταφύγω σε παρομοίωση με το σωματικό μάτι και τη γλώσσα. Ό,τι είναι δηλαδή η κόρη για το μάτι και η προφορά του λόγου για τη γλώσσα, το ίδιο είναι η μνήμη για το νου και η προσευχή για τη διάνοια. Όπως το μάτι όταν δει κάποιο ορατό δε λέει τίποτε, αλλά με την πείρα της οράσεως δέχεται τη γνώση του βλεπομένου, έτσι και ο νους, καθώς μέσω της μνήμης παραδίδεται ερωτικά στο Θεό με την προσκόλληση της διάπυρης διαθέσεως και με τη σιγή της ολότελα απλής νοήσεως, καταφωτίζεται από τη θεία έλλαμψη, λαμβάνοντας αρραβώνα της μέλλουσας λαμπρότητας.
Και πάλι, όπως η γλώσσα, με τα λόγια που λέει, φανερώνει στον ακροατή την αθέατη θέληση του νου, έτσι και η διάνοια, όταν απαγγέλλει τα σύντομα λόγια της προσευχής με θέρμη και χωρίς διακοπή, παρουσιάζει στον παντογνώστη Θεό την αίτηση της ψυχής. Και με την παραμονή στην προσευχή και με την επίμονη συντριβή της καρδιάς, ανοίγουν τα φιλάνθρωπα σπλάχνα του Κυρίου που είναι γεμάτος συμπάθεια, και ο προσευχόμενος δέχεται πλούσια τη σωτηρία, όπως λέει και ο Ψαλμωδός: « Ο Θεός δε θα απορρίψει την καρδιά που έχει συντριβεί και ταπεινωθεί»(Ψαλμ. 50, 19).
Θα σε χειραγωγήσει στην καθαρή προσευχή και εκείνο που γίνεται με τον επίγειο βασιλιά. Όταν δηλαδή παρουσιαστείς στο βασιλιά, και σωματικά είσαι μπροστά του και με τη γλώσσα τον ικετεύεις και με τα μάτια τον ατενίζεις, κι έτσι προσελκύεις την ευμένειά του. Αυτό κάνε κι εσύ, είτε στη σύναξη της εκκλησίας, είτε μόνος στο δωμάτιό σου. Όταν δηλαδή συνάγεστε στο όνομα του Κυρίου με τους αδελφούς για την ακολουθία, όπως παρίστασαι με το σώμα και προσφέρεις με τη γλώσσα σου στον Κύριο την ψαλμωδία, έτσι να έχεις και το νου σου προσηλωμένο στα λόγια και στο Θεό και να γνωρίζει με ποιον συνομιλεί και ποιον πλησιάζει. Γιατί όταν η διάνοια παραδίδεται με ζέση και καθαρότητα στην προσευχή, τότε η καρδιά αξιώνεται να απολαύσει αναφαίρετη χαρά και ανέκφραστη ειρήνη. Και πάλι όταν παραμένεις μόνος στο δωμάτιό σου, μην αφήνεις την προσευχή από τη διάνοιά σου, με νήψη του νου και συντριβή του πνεύματος· και με τη νήψη θα σε επισκιάσει η θεωρία, η γνώση θα κατασκηνώσει μέσα σου με την προσευχή και η σοφία θα αναπαυτεί εντός σου με την κατάνυξη, εξορίζοντας την άλογη ηδονή και εγκαθιστώντας τη θεία αγάπη.
Πίστεψέ με, σου λέω αλήθεια· αν σε όλη σου την πνευματική εργασία αποκτήσεις αχώριστη την μητέρα των καλών, την προσευχή, αυτή δε θα νυστάξει ώσπου να σου δείξει τον θείο νυμφώνα, να σε οδηγήσει μέσα και να σε γεμίσει ανείπωτη δόξα και ευφροσύνη. Γιατί αυτή αφαιρεί όλα τα εμπόδια, εξομαλύνει το δρόμο της αρετής και τον κάνει εύκολο σ' εκείνον που τη ζητεί.
Πρόσεξε τώρα τον τρόπο της προσευχής της διάνοιας. Η συνομιλία με το Θεό αφανίζει τους εμπαθείς λογισμούς. Η ανάταση του νου στο Θεό φυγαδεύει τις έννοιες του κόσμου. Η κατάνυξη της ψυχής απομακρύνει τη φιλία της σάρκας. Και τότε φανερώνεται η προσευχή, από την ασίγητη απαγγελία του θείου ονόματος, ότι είναι συμφωνία και ένωση του νου, του λόγου και της ψυχής. « Όπου είναι -λέει ο Κύριος-, δύο ή τρεις συναγμένοι στο όνομά μου, εκεί είμαι κι εγώ ανάμεσά τους»(Ματθ. 18, 20). Έτσι λοιπόν η προσευχή, ανακαλώντας τις δυνάμεις της ψυχής από το διασκορπισμό που προκαλούν σ' αυτές τα πάθη, τις συνδέει μεταξύ τους· και συνδέοντας τότε μαζί της την τριμερή ψυχή, τη συμφιλιώνει με τον ένα τρισυπόστατο Θεό. Πρώτα, δηλαδή, με τους τρόπους της αρετής αφαιρεί από την ψυχή την ασχήμια της αμαρτίας· έπειτα, αφού ξαναζωγραφίσει στην ψυχή το κάλλος των θείων χαρακτήρων με την αγία γνώση που δίνει, την παρουσιάζει στο Θεό. Και η ψυχή παρευθύς γνωρίζει τον Ποιητή της, όπως λέει ο Ψαλμωδός: « Όποια μέρα σε επικαλεστώ, ιδού, γνωρίζω ότι εσύ είσαι ο Θεός μου»(Ψαλμ. 55, 10)· και αυτή, γνωρίζεται από το Θεό. Γιατί ο Κύριος γνωρίζει τους δικούς Του(Β΄ Τιμ. 2, 19).
Τον γνωρίζει, γιατί έχει μέσα της καθαρή την εικόνα Του, και κάθε εικόνα αναφέρεται στο πρωτότυπο· και γνωρίζεται από Αυτόν για την ομοίωσή της με Αυτόν λόγω των αρετών, με τις οποίες και γνώση Θεού έχει, και γνωρίζεται από το Θεό.
Εκείνος που ζητάει την εύνοια του βασιλιά, μεταχειρίζεται τρεις τρόπους: ή απευθύνει λόγους ικεσίας, ή στέκεται σιωπώντας, ή πέφτει στα πόδια εκείνου που μπορεί να τον βοηθήσει. Έτσι και η καθαρή προσευχή, συναπτόμενη με το νου, το λόγο και το πνεύμα, με το λόγο επικαλείται το θείο όνομα, με το νου ατενίζει σταθερά τον παρακαλούμενο Θεό, ενώ με το πνεύμα εκδηλώνει την κατάνυξη, την ταπείνωση και την αγάπη. Και έτσι εξευμενίζει την άναρχη Τριάδα, τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τον ένα Θεό.
Όπως η ποικιλία των φαγητών ανοίγει την όρεξη να τα δοκιμάσει κανείς, έτσι και οι διάφορες έννοιες των αρετών ξυπνούν την κινητικότητα του νου. Γι΄ αυτό, βαδίζοντας το δρόμο της διάνοιας, να διαλέγεις τα λόγια της προσευχής και ν΄ απευθύνεσαι στον Κύριο με αδιάκοπες φωνές χωρίς να αποθαρρύνεσαι· να δέεσαι συνεχώς μιμούμενος την αναίδεια της χήρας που πέτυχε να κάμψει τον αμείλικτο δικαστή. Τότε βαδίζεις σύμφωνα με τις επιταγές του Πνεύματος(Γαλ. 5, 16)· δεν προσέχεις τις σαρκικές επιθυμίες και δε διακόπτεις με κοσμικούς λογισμούς τη συνέχεια της προσευχής, αλλά γίνεσαι ναός του Θεού καθώς Τον υμνείς απερίσπαστος. Όταν ασκείς έτσι την κατά διάνοια προσευχή, αξιώνεσαι να φτάνεις και στη μνήμη του Θεού και να εισέρχεσαι στα άδυτα του νου και να κατοπτεύεις τον Αόρατο με μυστικές θεωρίες και μόνος να λατρεύεις στη μόνωση μόνο το Θεό πλημμυρίζοντας από γνώση μαζί με αγάπη.
Όταν λοιπόν δεις να σε κυριεύει χαύνωση στην προσευχή, τότε να μεταχειρίζεσαι βιβλίο, και διαβάζοντας προσεκτικά, να δέχεσαι μέσα σου τη γνώση. Μην προσπερνάς βιαστικά τα λόγια, αλλά να τα στοχάζεσαι βαθιά και να θησαυρίζεις το νόημά τους. Ύστερα να αναλογίζεσαι όσα διάβασες, ώστε με τη μελέτη αυτή να τα κατανοείς, να γλυκαίνεται η διάνοιά σου και να σου μένουν αλησμόνητα. Κι έτσι ν΄ αναρρίπτεται ο ζήλος σου για τα θεία διανοήματα, σύμφωνα με το ρητό: «Κατά τη μελέτη μου θ΄ ανάψει μέσα μου φωτιά»(Ψαλμ. 38, 4). Όπως η τροφή με τη μάσηση ευχαριστεί τη γεύση, έτσι και τα θεία λόγια, όταν στρέφονται μέσα στην ψυχή, τρέφουν και κατευφραίνουν τη διάνοια, όπως λέει και ο Ψαλμωδός: «Πόσο γλυκά είναι τα λόγια Σου στο λάρυγγά μου!»(Ψαλμ. 118, 103). Ν΄ αποστηθίζεις και λόγια του Ευαγγελίου και αποφθέγματα των μακαρίων Πατέρων και να ερευνάς τους βίους τους, για να τα έχεις μελέτημά σου κατά τις νύχτες· ώστε όταν η διάνοιά σου κουραστεί από την προσευχή, να την ανανεώνεις με την ανάγνωση και τη μελέτη των θείων λόγων και να την κάνεις προθυμότερη στην προσευχή. Επίσης να χρησιμοποιείς την ψαλμωδία, αλλά με φωνή πολύ σιγανή και με παρακολούθηση από το νου, δίχως να ανέχεσαι ν΄ αφήσεις κάποιο λόγο να περάσει χωρίς να τον εννοήσεις.
Κι αν ποτέ κάτι διαφύγει την προσοχή σου, επανάλαβε το στίχο, όσες φορές χρειαστεί, μέχρις ότου κάνεις το νου σου να παρακολουθεί τα λεγόμενα. Γιατί ο νους έχει τη δύναμη και να ψάλλει με το στόμα, και το Θεό να μνημονεύει. Και αυτό διδάξου το από τη φυσική πείρα. Όπως δηλαδή εκείνος που βρίσκεται και συνομιλεί με κάποιον, τον βλέπει ταυτόχρονα και με τα μάτια του, έτσι κι εκείνος που ψάλλει με τα χείλη μπορεί συνάμα και να ατενίζει με τη μνήμη το Θεό. Τις γονυκλισίες μη τις αφήνεις, γιατί με το γονάτισμα εικονίζεται η πτώση της αμαρτίας και γίνεται ένα είδος εξομολογήσεως, ενώ με την ανόρθωση υποδηλώνεται η μετάνοια και συμβολίζεται η υπόσχεση για ενάρετο βίο. Κάθε γονυκλισία να γίνεται με τη νοερή επίκληση του Χριστού, ώστε πέφτοντας μπροστά στον Κύριο με την ψυχή και με το σώμα, να κάνεις ευδιάλλακτο το Θεό των ψυχών και των σωμάτων.
Αν, τέλος, απασχολήσεις και τα χέρια σου με κάποιο έργο αθόρυβο μαζί με την κατά διάνοια προσευχή, για να αποκρούεις τον ύπνο και τη ραθυμία, και τούτο συμβάλλει στον ασκητικό αγώνα.
Όλες αυτές οι εργασίες, όταν γίνονται μαζί με την προσευχή, ακονίζουν το νου, εξορίζουν την ακηδία, κάνουν πιο ζωηρή την ψυχή και το νου οξύτερο και θερμότερο στην απασχόλησή του με την κατά διάνοιαν εργασία.
Όταν χτυπήσει το τάλαντο, βγες από το κελί σου, έχοντας τα σωματικά μάτια στραμμένα στη γη και τη διάνοια στερεωμένη στη μνήμη του Θεού. Αφού μπεις στην εκκλησία και πάρεις τη θέση σου στο χορό, μήτε να αργολογείς με τον διπλανό σου Μοναχό, μήτε να μετεωρίζεσαι με το νου σε ματαιότητες. Αλλά ν΄ ασφαλίζεις τη γλώσσα σου με μόνη την ψαλμωδία και τη διάνοιά σου με την προσευχή. Όταν γίνει απόλυση, πήγαινε στο δωμάτιό σου και άρχισε τον κανόνα που σου έχει οριστεί.
Όταν πας στην τράπεζα, μην παρατηρείς γύρω τις μερίδες των αδελφών, μήτε να αφήνεις την ψυχή σου σε διάφορες υποψίες όχι καλές. Να βλέπεις και να τρως εκείνα που έβαλαν εμπρός σου, δίνοντας στο στόμα την τροφή, στην ακοή την ακρόαση των αναγνωσμάτων και στην ψυχή σου την προσευχή. Έτσι θα τρέφεσαι σωματικά και πνευματικά και θα δοξολογείς ολοκληρωμένα Αυτόν που σου παρέχει πλούσια τα αγαθά της επιθυμίας σου. Από εκεί αφού σηκωθείς με σεμνότητα και σιωπή, πήγαινε στο κελί σου και σαν εργατική μέλισσα να επιδοθείς στην εργασία των αρετών.
Όταν εκτελείς μια διακονία μαζί με τους αδελφούς, να εργάζονται τα χέρια σου, τα χείλη να σιωπούν και ο νους να μνημονεύει το Θεό. Και αν κανένας αρχίσει να αργολογεί, για να διακόψεις αυτή την αταξία σήκω και βάλε μετάνοια.
Ν' αποδιώχνεις τούς λογισμούς και να μην τους επιτρέπεις να διαβαίνουν από την καρδιά σου και να πολυκαιρίζουν σ΄ αυτήν, γιατί η παραμονή των εμπαθών λογισμών ζωογονεί τα πάθη και θανατώνει το νου. Αμέσως την ώρα που σε προσβάλλουν, με την πρώτη κίνηση του νου, βιάσου να τους εξοντώσεις με το βέλος της προσευχής. Κι αν επιμένουν να σε ενοχλούν και να προκαλούν σύγχυση στη διάνοιά σου, και άλλοτε να υποχωρούν, ενώ άλλοτε να επιτίθενται, να ξέρεις ότι είναι οχυρωμένοι πίσω από προηγούμενό σου θέλημα. Και επειδή έχουν αποκτήσει δικαιώματα στην ψυχή σου λόγω της ήττας της προαιρέσεώς της, για αυτό σε ταράζουν και σε ενοχλούν. Γι΄ αυτό πρέπει να τούς στηλιτεύεις με την εξομολόγηση· γιατί όταν φανερωθούν οι πονηροί λογισμοί, τρέπονται σε φυγή. Όπως δηλαδή όταν φωτίζει το φως, το σκότος υποχωρεί, έτσι και το φως της εξομολογήσεως αφανίζει τούς λογισμούς των παθών, πού κι αυτοί είναι σκότος. Τούτο γίνεται επειδή η κενοδοξία και η άνεση, λόγω των οποίων έβρισκαν τόπο οι λογισμοί, καταστράφηκαν με την αισχύνη της εξομολογήσεως και την κακοπάθεια του κανόνα πού επιβλήθηκε.