Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Ανοιχτό παράθυρο, του μοναχού Μωυσή Αγιορείτη,

Ανοιχτό παράθυρο
του μοναχού Μωυσή Αγιορείτη

από την εφημερίδα «Μακεδονία», 20/5/2012
Έχουμε ξαναπεί πως ο Θεός δεν είναι θυμώδης, τιμωρός και εκδικητής. Αν ήταν έτσι, θα πρέπει να ήταν κακός. Στη θεότητα όμως δεν υπάρχει ίχνος κακότητας. Η κάθε δοκιμασία είναι θεϊκή παιδαγωγία και αποτελεί μορφή ασκήσεως, την οποία διώξαμε από τη ζωή μας εκούσια. Με διάφορους τρόπους προσπαθεί ο Πανάγαθος Θεός να μας φέρει πιο κοντά του. Ενώπιον του Θεού είμεθα όλοι αγωνιστές..
Η σημερινή οικονομική κρίση είναι μια μεγάλη δοκιμή, δοκιμασία και εκπαίδευση. Ο Θεός είναι ένας άριστος εκπαιδευτής. Μας δοκιμάζει για το καλό μας και για τη νίκη μας. Η πατρίδα μας εξετέθη, μένει ανασφαλής, φοβισμένη και ταραγμένη. Ανοχύρωτη πνευματικά, παρασυρμένη από την ευδαιμονία, τον κορεσμό, την υπερκατανάλωση, τον πλουτισμό και την άσωτη διασκέδαση. Ο μαγνητισμός του ελληνικού βίου στην ύλη έφερε θλίψη και πικρή απογοήτευση. Έμεινε μόνο να νοιάζεται για το τι θα φάει και τι θα πιει. Κυκλοφορούν πολλά βιβλία με εκατοντάδες παράξενες συνταγές φαγητών. Ψάχνοντας επίμονα τη χαρά παντού, βρήκε συντρίμμια της, τη δυστυχία, τη διαφθορά, την ασυδοσία.
Αυξάνεται η ανεργία συνεχώς, μεγαλώνει η φτώχεια, δυναμώνει ο πόνος και ο άνθρωπος αισθάνεται αποτυχημένος, μόνος και απελπισμένος. Δίχως τον Θεό όλα αυτά επιδεινώνονται ανησυχητικά. Με τον Θεό δεν λύνονται ως διά μαγείας όλα μαζί. Έχει όμως ο άνθρωπος αίσθηση της παρουσίας του Θεού, της αγάπης του, της αγιοπνευματικής χάριτος, της παρηγοριάς και της ελπίδος. Έτσι μπορεί και μέσα στις καθημερινές δυσκολίες της ζωής να μη χάνει το θάρρος του. Να ζει μέσα στον κόσμο και να μην παρασύρεται από κάθε τι το ανίερο και αναίσχυντο. Η ακράδαντη πίστη θα δώσει αισιοδοξία. Η ουσιαστική αγάπη θα προσφέρει φιλανθρωπία και ελεημοσύνη. Έτσι θα φωτιστεί και θα θερμανθεί η καρδιά του πληγωμένου ανθρώπου.
Όσοι ακόμη θα ακολουθούν ψεύτικους Θεούς ή θα κάνουν Θεούς ανθρώπους της πολιτικής, της τέχνης, της επιστήμης, θα πλανώνται οικτρά. Δίχως Θεό η κάθε κρίση θα καταδυναστεύει ψυχές και θα τις κάνει να πάσχουν από φοβερές πλάνες και πολλά δεινά. Όσοι πονηροί σαγηνεύουν τον αφελή κόσμο με ψευδαισθήσεις, μελλοντολογίες και αντιχριστολογίες λαθεύουν και αμαρτάνουν. Χρειάζεται προσοχή, διάκριση και σοβαρότητα.
Είναι καιρός να αποφασίσουμε να συγχωρούμε ειλικρινά και εγκάρδια. Να γίνουμε ταπεινοί ελεήμονες. Να αγαπήσουμε και να ακολουθήσουμε την ευγένεια, την ανεκτικότητα, τη συντροφικότητα και την καλοσύνη. Η ανθρωπιά απουσιάζει. Το χαμόγελο κρύβεται. Μια σκληρότητα και σκυθρωπότητα καλύπτει τα πρόσωπα, τις κινήσεις, τα λόγια, τις αποφάσεις. Η δύσκολη κατάσταση του τόπου μας δεν διορθώνεται με περισσότερα βάρη, με πρόσθετα μέτρα, με απόρριψη και εκδικητικότητα. Οι αστυνομικοί μπορούν να συλλαμβάνουν, όταν πρέπει, αλλά όχι να δέρνουν. Οι δικαστές να μην εξαντλούν την αυστηρότητά τους σε ορισμένους. Παρουσιάζονται ως άτεγκτοι τηρητές των νόμων κι όμως αποδεικνύεται μερικές φορές ότι σφάλλουν σοβαρά. Οι δάσκαλοι όλων των βαθμίδων δεν θα βοηθήσουν τους μαθητές τους με την αγριότητα, την υπερβολική αυστηρότητα και την ειρωνεία. Οι πολιτικοί μάς οδήγησαν στον εξευτελισμό και την ακυβερνησία.
Η παρούσα κρίση είναι μια ευκαιρία να δούμε αυστηρά τον εαυτό μας και με επιείκεια τους άλλους. Η καλοσύνη είναι ωραία. Η αλληλοκατανόηση, ο αλληλοσεβασμός και η αλληλοεκτίμηση είναι πιο αναγκαία σήμερα. Στο κλειστό σπίτι είναι ένα ανοιχτό παράθυρο. Ένα παράθυρο που φέρνει ήλιο, φως και νέο αέρα. Η άνοιξη είναι μια ωραία εποχή. Μέσα στο σκοτάδι κι ένα κερί αναμμένο γκριζάρει το σκοτάδι. Ας ανοίξουμε και το παράθυρο της καρδιάς μας με την ανθρωπιά και την καλοσύνη, που όλοι έχουν μεγάλη ανάγκη.
                                                                                       πηγή:http://www.makthes.gr/news/opinions/88375

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

ΟΜΙΛΙΑ 63η: Προς εκείνους που δυσανασχετούν για τις παντός είδους δυσκολίες που συμβαίνουν (Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς)




Τονίζει ότι, αν μας βρίσκουν κακά, αυτό οφείλεται στις αμαρτίες μας. Η αμαρτία είναι το φυσικό κακό, και αυτό έχει σημασία, ενώ το αισθητικό κακό είναι δευτερεύον.


1. Το από τη φύση του κακό, δηλαδή η αμαρ­τία, έχει από εμάς τους ίδιους την αρχή, το σχετικό όμως με την αίσθησή μας κακό, δηλαδή το οδυνηρό και επίπονο, θα μπορούσε να γίνει και από τον Θεό που σαν ιατρός συγκρατεί μέσω αυτού και θεραπεύει το αληθινά κακό, και όταν αυτοί που αμάρτησαν είναι θεραπεύσιμοι προσφέρει τις παντός είδους φροντίδες, ενώ όταν είναι αθεράπευτοι, τους παίρνει και από τη ζωή ακόμη για τη σωτηρία των άλλων.
Για τις υπόλοιπες όμως συμφορές εμείς είμαστε αίτιοι, καθιστώντας τους εαυτούς μας άξιους για καυτήρες, ενώ εκείνος και έτσι είναι ευεργέτης και σωτήρας ως καθαιρέτης του πραγματικά κακού. Πολλές φορές μάλιστα προσθέτει στους ανδρείους και αγώνισμα, τις προσβολές των μη από τη φύση τους κακών. Όπως δηλαδή η νόσος δεν έχει δημιουργηθεί από τον Θεό, έστω και αν αυτό που νοσεί είναι το από εκείνον δημιουργημένο ζώο, έτσι ούτε η αμαρτία δεν έχει γίνει από αυτόν, έστω και αν αυτή που εκτρέπεται προς αυτήν είναι η δημιουργημένη από αυτόν λογική ψυχή. Γιατί αυτή, αφού τιμή­θηκε με αυτεξουσιότητα και ελεύθερη ζωή, γιατί αν δεν είχε αυ­τή την τιμή θα ήταν μάταια λογική, αφού έλαβε τη γνώμη ελεύ­θερη από κάθε ανάγκη, αν παραμένει δίπλα στον Θεό και συνά­πτεται με αυτόν με την αγάπη, τηρεί για τον εαυτό της το αγαθό και την κατά φύση ζωή, αν όμως, χορταίνοντας κατά κάποιο τρόπο εκείνη την ιερή προσήλωση στο αγαθό, κλίνει προς τις κάτω σαρκικές ηδονές, εκτρεπόμενη από το από τη φύση του καλό, νοσεί ως προς το από τη φύση του κακό, δηλαδή την αμαρτία, δημιουργώντας για τον εαυτό της τον θάνατο με την έκπτωσή της από τη ζωή με τη θέλησή της.


2. Επειδή λοιπόν τέτοιοι είμαστε σχεδόν όλοι και χρειαζόμαστε κοινωφελή διδασκαλία και συμβουλή, θα εκθέσομε τώρα τους λόγους προς σας κυρίως από τους λόγους του Θεού, ώστε, αφού αντιληφθείτε ότι αίτιο της παγκόσμιας επιβολής των κακών εί­ναι η αμαρτία, ας εγκαταλείψομε τη γνώμη μας που αγαπά την αμαρτία, και ας μετατρέψομε τους εαυτούς μας προς κάθε τι θεάρεστο, και έτσι, εξιλεώνοντας και λατρεύοντας το Θείο με έργα αρετής, ας μετατρέψομε σε έλεος την εναντίον μας οργή του Κυ­ρίου. Γιατί αυτός είναι που μέσω του Μωϋσή μας διαβεβαίωσε και μας είπε, «εάν ακούσεις με προσοχή τη φωνή του Κυρίου του Θεού σου και πράξεις τα αρεστά σ’ αυτόν και υπακούσεις στις εντολές του, καμμιά νόσο δεν θα σου επιφέρω· γιατί εγώ είμαι ο Κύριος που σε θεραπεύει» (Εξ. 15, 26).

3. «Εάν λοιπόν βαδίζετε σύμφωνα με τα προστάγματά μου (Λευίτ. 26, 3-38 με παραλείψεις) και φυλάξετε τις εντολές μου και τις εφαρμόσετε, θα σας έρθει κάθε αγαθό και θα κατοικήσετε με ασφάλεια και δεν θα έρθει πόλεμος στον τόπο σας· και θα δώσω ειρήνη στον τόπο σας, και θα κοι­μηθείτε και δεν θα υπάρχει κανείς να σας φοβίζει· και θα διώξετε τους εχθρούς σας και θα πέσουν ενώπιόν σας φονευμένοι. Και πε­νήντα από σας θα καταδιώξουν εκατό και εκατό από σας θα κα­ταδιώξουν μυριάδες· και θα πέσουν με μάχαιρα οι εχθροί σας μπροστά σας· και θα είμαι Θεός σας και σεις θα είσθε λαός μου. Και θα φάγετε τα αγαθά της γης παλαιά και νέα, και εγώ δεν θα σας θεωρήσω βδελυρούς, αλλά θα περπατήσω μαζί σας, και θα είμαι Θεός σας εγώ που σας υποσχέθηκα αυτά τα πράγματα. Εάν όμως δεν με υπακούσετε και δεν εφαρμόσετε όλα τα προ­στάγματά μου, αλλ' απειθήσετε σαυτά και η ψυχή σας δυσανα­σχετήσει για τις αποφάσεις μου, ώστε να μη εκτελείτε όλες τις εντολές μου, τότε εγώ θα σας συμπεριφερθώ έτσι· θα προκαλέσω σε σας κάθε νόσο και φτώχεια που θα λειώνει την ψυχή σας και τα αγαθά σας θα τα φάγουν οι αντίπαλοί σας. Γιατί θα στρέψω το πρόσωπό μου επάνω σας και θα πέσετε μπροστά στους εχθρούς σας, και θα σας υποδουλώσουν αυτοί που σας μισούν, και θα τραπείτε σε φυγή χωρίς να σας καταδιώκει κανείς· και αν ούτε και μετά από αυτά δεν με υπακούσετε» (δηλαδή το να επιστρέψετε), «θα συνεχίσω να σας παιδεύω», λέγει, «επτά φορές. Θα συντρίψω την υπερβολική υπερηφάνεια σας, και η δύναμή σας θα αποδειχθεί ανώφελη, αχρηστευόμενη από την ξηρασία και την αφορία της γης και από την ακαρπία των δένδρων των αγρών. Και αν μετά από αυτά δεν θέλετε να με υπακούσετε, θα σας προσθέσω άλλες επτά πληγές· θα αποστείλω εναντίον σας τα άγρια θηρία και θα σας καταβροχθίσουν και θα σας καταστή­σουν λίγους, και οι δρόμοι σας θα γίνουν έρημοι. Και έπειτα από αυτά, αν δεν διορθωθείτε, θα σας πατάξω ακόμη επτά φορές, και θα επιφέρω επάνω σας μάχαιρα που θα τιμωρήσει την καταπά­τηση της διαθήκης μου, και θα καταφύγετε στις πόλεις σας· και θα σας αποστείλω θάνατο και θα παραδοθείτε στα χέρια των εχθρών σας, όταν θα σας θλίψω με την έλλειψη άρτων. Εάν και με όλα αυτά δεν πειθαρχήσετε σ' έμενα, αλλά βαδίζετε πλάγια από μένα, και εγώ θα πορευθώ προς εσάς πλάγια, και θα σας τιμωρήσω σύμφωνα με τις αμαρτίες σας, και θα φάγετε τις σάρ­κες των υιών και των θυγατέρων σας. Και θα καταστήσω έρημες τις πόλεις σας, θα κατερημώσω τα ιερά σας και δεν θα οσφραίνομαι την οσμή των θυσιών σας. Θα κατερημώσω επίσης τη γη σας και θα μείνουν έκπληκτοι γι' αυτήν οι εχθροί σας που κα­τοικούν σ' αυτήν. Και θα σας διασπείρω στα έθνη, και θα σας καταφάγει η επερχόμενη μάχαιρα. Και σε όσους απομείνουν από σας θα προκαλέσω δειλία και θα τους διώξει ο ήχος φύλλου που πέφτει, και θα φύγουν σαν από πόλεμο και θα αφανισθούν μέσα στα έθνη, και θα τους καταφάγει η γη των εχθρών τους».

4. Βλέπεις μέχρι που φθάνει η οργή του Κυρίου; Αν και βέβαια «είναι σπλαχνικόςκαι ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και παραβλέπει τις κακίες των ανθρώπων», αλλ' οπωσδήπο­τε εκείνων που μετανοούν και επιστρέφουν από τις κακίες τους. Γιατί «λέγει ο Κύριος· επιστρέψατε, και θα επιστρέψω σε σας». «Και θα επιστρέψεις προς τον Κύριο τον Θεό σου, και θα ακού­σεις τη φωνή του. Γιατί ο Κύριος ο Θεός σου είναι Θεός σπλα­χνικός, και δεν θα σε εγκαταλείψει και δεν θα σε αφανίσει, αλλά θα βρεις βοηθό τον Κύριο τον Θεό σου, και θα τον ζητήσεις με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου στη θλίψη σου». Θα θλιβείς όμως, αν πεισθείς στις γνώμες μου, όχι μόνο γιατί πάσχεις, αλλά και γιατί παρέβλεψες τις εντολές του Κυρίου και δεν φύλαξες τα προστάγματά του, γι' αυτό και παραδόθηκες στις αθεράπευτες συμφορές· και μέσα στις θλίψεις σου θα ζητή­σεις την απαλλαγή από τα κακά και θα υποσχεθείς τη φύλαξη των εντολών, και θ' αποδείξεις με έργα πραγματοποιημένη την υπόσχεση, για να επιτύχεις αποτελεσματικά τη θεία βοήθεια. Αλλά ποιές είναι οι εντολές του Κυρίου; Ο σωστός σεβασμός προς αυτόν και η αγάπη προς αυτόν, η αγνεία και σωφροσύνη του σώματός μας, η φιλαλληλία και το να μη επιθυμεί κανείς τίποτε από τα αγαθά του πλησίον του, ούτε να τον κακοποιεί σε τίποτε, αλλά να τον αγαθοποιεί με όλη τη δύναμή του, και γε­νικά ο καθένας να πράττει προς τον πλησίον εκείνα τα οποία επιθυμεί και ο ίδιος να επιτύχει από τον καθένα.

5. Αλλά πρόσεχε και κατά λέξη, αν θέλεις, την απόφαση ενα­ντίον εκείνων που παραβαίνουν κάτι από τα όσα λέχθηκαν «με εξόργισαν», λέγει, «με ανύπαρκτο θεό, και εγώ θα τους κάνω να ζηλοτυπήσουν για μη έθνος»· και πάλι· «είμαι Θεός ζηλωτής, που ανταποδίδω αμαρτίες πατέρων επάνω στα τέκνα και επάνω στα τέκνα των τέκνων μέχρι την τρίτη και τέταρτη γενεά για εκείνους που με μισούν», και, «επικατάρατος είναι αυτός που δεν τιμά τον πατέρα του ή τη μητέρα του· και θα πει όλος ο λαός, γένοιτο, γένοιτο»· και, «αυτός που κακολογεί πατέρα ή μητέρα, να τιμωρείται με θάνατο, καθώς και υιός που αντιλέγει στον πατέρα για το δίκαιο», και «εάν έχει κανείς ανυπάκουο υιό που δεν υπακούει στα λόγια του πατέρα ή της μητέρας, αφού τον συλλάβουν, να τον οδηγήσουν στη γερουσία και να πουν, ο υιός μας αυτός είναι ανυπάκουος και ερεστικός, και μη υπακούοντας στα λεγόμενά μας γλεντοκοπά και μεθοκοπά. Και θα τον λιθοβολήσουν οι άνδρες της πόλεως με λίθους και θα βγάλετε από ανά­μεσά σας τον κακό».

6. Και ποιές είναι οι τιμωρίες αυτών που παραβαίνουν τα παραγγέλματα της αγνείας; δεν είναι ο θάνατος το επιτίμιο γι' αυτά; Γιατί λέγει, «δεν θα υπάρξει πόρνη ανάμεσα στις θυγατέ­ρες του Ισραήλ, και δεν θα υπάρξει πόρνος από τους υιούς του Ισραήλ»· και, «βεβηλώθηκε», λέγει, «ο λαός με την εκπόρνευση» και «πέθαναν με την πληγή εικοσιτέσσερις χιλιάδες»· και αν δεν σηκωνόταν ο Φινεές, ο υιός του Ελεάζαρ, από ζήλο να θα­νατώσει επ’ αυτοφώρω εκείνον που διέπραττε την πορνεία μαζί με την πορνευόμενη διαπερνώντας τους με το δόρυ με ένα κτύπη­μα, όλοι θα αφανίζονταν, και θα τιμωρούνταν και οι αθώοι ως ένοχοι, γιατί δεν τιμωρούσαν την παρανομία. Γι' αυτό και έλεγε προς τον Μωϋση ο Θεός· «ο Φινεές κατέπαυσε τον θυμό μου και δεν αφάνισα από το ζήλο μου τους υιούς Ισραήλ». Εάν η πορ­νεία είναι τόσο πολύ απαγορευμένη και έτσι τιμωρείται, τί θα πάθει αυτός που μοιχεύει; Πραγματικά δεν θα αθωωθεί. Γι' αυτό και ο θείος νόμος λέγει, «αν βρεθεί άνθρωπος να κοιμάται με γυναίκα συζευμένη με άλλον άνδρα, να θανατώνετε και τους δυο και να βγάζετε από ανάμεσα σας τον κακό».

7. Αλλ' αυτά, λέγει, είναι του παλαιού νόμου· τί σχέση έχουν με εμάς, τον λαό της Καινής Διαθήκης; Δεν άκουσες όμως τον νομοθέτη και Δεσπότη Χριστό που λέγει, «δεν ήρθα να καταλύ­σω τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσω», και «γιώτα ένα ή μια στιγμή δεν θα καταργηθεί από το νόμο, μέχρι που να γίνουν όλα»; Αν έτσι είναι αυτό, θα θανατωθεί οπωσδήποτε και θα παραδοθεί στους εχθρούς με τρόπο αισχρό νικημένος και θα υποστεί όλα τα δεινά ο υπόδικος σε απόφαση του θανάτου και των άλλων ποινών που έχουν απειληθεί λόγω της αμαρτίας. Ένα φάρμακο υπάρχει που έχει βρεθεί από τη σοφία και χάρη του μόνου Θεού και Σωτήρα Χριστού, το να θανατώσομε τους εαυτούς μας ως προς την αμαρτία με τη μετάνοια, και έτσι, αφού αποδώσομε μόνοι μας το χρέος στις αποφάσεις βάσει του νόμου, να ντυθούμε με την αρετή τον στο όνομα του Χριστού νέον άνθρωπο, και με αυτόν τον τρόπο να ελευθερωθούμε από το νόμο, ζώντας σύμφωνα με τον Χριστό που πρόσφερε τον εαυτό του λύτρο για χάρη μας. Αλλωστε, αν δεν απαγόρευε την αμαρτία η Καινή Διαθήκη, καλώς θα την υπολόγιζες θέλοντας να δικαιώ­σεις τον εαυτό σου εσύ που ενέχεσαι σε θανατηφόρα απόφαση, τώρα όμως όχι μόνο το τέλος της αμαρτίας απαγόρευσε, αλλά και αυτό που είναι πολύ ελαφρότερο απ’ αυτήν, τις πρώτες δηλαδή αρχές της αμαρτίας, και καταδικάζει σ’ αιώνιο θάνατο αυτούς που υπέπεσαν σ’ αυτές σα να διέπραξαν ολόκληρη την αμαρτία. Γιατί λέγει· «λέχθηκε στους παλαιούς, να μη φονεύσεις, και όποιος φονεύσει, θα είναι ένοχος κατά την κρίση. Εγώ όμως σας λέγω, ότι όποιος οργίζεται χωρίς λόγο εναντίον του αδελ­φού του, θα είναι ένοχος κατά την κρίση».

8. Βλέπεις; Την άδικη οργή έκρινε ίση με το φόνο, τοποθετώντας και τα δύο κάτω από όμοια καταδίκη. Όποιος όμως προ­χωρήσει μέχρι του σημείου, ώστε λοιδορώντας τον αδελφό του να τον αποκαλέσει μωρό, «θα είναι ένοχος», λέγει, «στη γέεννα του πυρός»· και πάλι· «ακούσατε ότι λέχθηκε, να μη μοιχεύσεις· εγώ όμως σας λέγω ότι, οποιοσδήποτε βλέπει γυναίκα με διάθε­ση να την επιθυμήσει, ήδη εμοίχευσε αυτήν μέσα στην καρδιά του». Βλέπεις; Και εδώ εξίσωσε την πορνεία με τη μοιχεία· γιατί δεν είναι κάθε γυναίκα συζευγμένη με άνδρα. Μάλλον ούτε την πορνεία, αλλ' εκείνον που θέλησε να πορνεύσει, και μάλιστα που κίνησε το πάθος μόνο με το λογισμό και με την εμπαθή θέαση, τον ανεκήρυξε ολοκληρωμένο μοιχό· γιατί είναι κριτής σκέψεως και εννοιών της καρδιάς και γνωρίζει τον νου μέσα μας, τον οποίο κατασκεύασε οικειότατο προς τον εαυτό του, σαν κάποια νοητή σελήνη και έσχατο φως, δεκτική της νοερής ακτίνας του θείου και ανώτατου φωτός.

9. Εκείνοι λοιπόν που καθιστούν το δοχείο του θείου φωτός δοχείο αισχρής και πραγματικά σκοτεινής ηδονής και με την εμπαθή συγκατάθεση αποδεικνύουν τον θεόκτιστο ναό του Θε­ού διαμονή δαιμόνων και πραγματικό ειδωλείο, ποιά υπερβολή ατοπημάτων παρέλειψαν, ώστε να επονομασθούν από το αι­σχρότερο των αμαρτημάτων, τη μοιχεία; Αν είμαστε όλοι συζευμένοι μ' ένα άνδρα, με τον μόνο νυμφίο Χριστό, όπως βροντοφω­νάζει ο Παύλος, και γίναμε μαζί του ένα πνεύμα, προσκολλημέ­νοι στη θεότητα εκείνου με το νοερό της ψυχής, και είμαστε μέλη του αόρατα συμφυτρωμένοι με αυτόν, αυτός που την ένωση αυ­τή την μίανε με τη συγκατάθεση της πορνείας, άραγε δεν σου φαίνεται ότι έχει καταντήσει να είναι και να καλείται ολοκληρω­μένος μοιχός, ή καλύτερα είναι και κάτι περισσότερο και πολύ χειρότερο από μοιχό, επειδή διέλυσε θεία απαθή συνύπαρξη με τον Θεό; Τί πάλι μας διέταξε για τους όρκους; δεν τον απαγό­ρευσε ως επιορκία και δεν τον είπε με σαφήνεια έργο του πονηρού;

10. Αλλά γιατί τα λέγω αυτά με λεπτομέρειες, ενώ είναι δυνατό να συμπεριλάβω το παν σ’ ένα λόγο; Γιατί λέγει· «αν δεν ξεπερά­σει η δικαιοσύνη σας τη δικαιοσύνη των Γραμματέων και Φαρισαίων» (δηλαδή των εκπληρωτών του παλαιού νόμου), «δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5, 20). Εμείς όμως, από τους οποίους ζητείται κάτι περισσότερο από εκείνους, με τα έργα μας δεν είμαστε ούτε σαν εκείνους ή λίγο κάτω από εκεί­νους, αλλά εμείς που έχομε διδαχθεί να εγκρατευόμαστε και από τους συζύγους (γιατί λέγει, «ο καιρός από τώρα και στο εξής είναι περιορισμένος, ώστε και όσοι έχουν γυναίκες, να είναι σαν να μη έχουν γιατί έρχεται και φεύγει το σχήμα του κόσμου αυτού»)· εμείς λοιπόν που ακούσαμε και πιστέψαμε αυτά, όχι μόνο δεν εγκρατευόμαστε από τις δικές μας συζύγους, αλλά και ποθούμε τις ξένες· εμείς που έχομε προσταχθεί να μη ορκιζόμα­στε ούτε σε τρίχα (γιατί λέγει, «να μη ορκισθείς ούτε στην κεφα­λή σου, γιατί δεν είσαι σε θέση να κατασκευάσεις μια τρίχα λευ­κή ή μαύρη»)· εμείς λοιπόν δεν φρίττομε που συχνά επικαλού­μαστε την ανώτατη κεφαλή του παντός, τον ίδιο τον Θεό και τα άγια του Θεού, αλλά τόσο πολύ, αλλοίμονο!, προχώρησε η φο­βερή τόλμη, ώστε και τα ίδια τα απόρρητα σύμβολα του σωτήρι­ου πάθους, το θείο αίμα του Θεού των θεών (Δευτ. 10, 17), που μια φορά στους αιώνες χύθηκε για χάρη της ζωής του κόσμου (αλλοίμονο! πώς δεν μας εγκαταλείπεις, ήλιε, όπως και τότε τους θεοκτόνους;), να τα τοποθετούμε επάνω σε χαρτί σαν μελάνι, επιβεβαι­ώνοντας τους όρκους, τους οποίους ο αληθινός Δεσπότης χαρα­κτήρισε όλους έργο του πονηρού, και έτσι, αλλοίμονο!, καθι­στούμε συνεργό του πονηρού αυτόν που κατέλυσε το κράτος εκείνου.

11. Αλλά ως προς το Θείο τέτοιοι είμαστε, τους συνανθρώπους μας όμως πώς τους μεταχειριζόμαστε; Όχι σχεδόν σαν αλλόφυ­λους και πολέμιους; Αλλοίμονο, τι να κάνω! Πώς να εκτραγωδήσω τη δημόσια και κοινή συμφορά; Σχεδόν σε τίποτε άλλο δεν ευδοκιμούμε, παρά στη φθορά ο ένας εναντίον του άλλου και στην κακομεταχείριση των κατωτέρων· σχεδόν όλος ο κόσμος έγινε, αλλοίμονο!, παρανάλωμα της μεταξύ μας μάχης, και αν για λίγο υποκριθούμε την φαινομενική αναμεταξύ μας ειρήνη, οι δυνάστες αυξάνομε περισσότερο την βία εναντίον των φτω­χών, επιβάλλοντας βαρύτερη φορολογία στους χειρωνακτικά εργαζόμενους. Ποιός στρατιώτης αρκείται τώρα στο μισθό του; Ποιός άρχοντας δεν καμαρώνει για τις αρπαγές; Οι σκυλοτρόφοι και οι χοιροβοσκοί, σαν άγριοι χοίροι και αιμοβόροι σκύλοι, διασπαράσσουν την περιουσία των απροστάτευτων. Γι' αυτό κραυγάζουν εναντίον όλων σας οι φτωχοί, εναντίον των ηγετών, των έπειτα από αυτούς, των στρατιωτικών, των υπηρετών τους, μη υποφέροντας την ανηλεή και μισάνθρωπη συμπεριφορά των φορολόγων και την συνεχή βία και αδικία από όσους από σας είσθε δυνατώτεροι πάνω στη γη· ήδη έφθασε και μέχρι τους μο­ναχούς το ρεύμα της ξεχυνόμενης ορμητικά αδικίας.

12. Έπειτα θαυμάζομε πως μας εγκατέλειψε ο Θεός, πως γίναμε περίγελως των αντιθέτων, πως κατέστη ισχυρότερο από μας κάθε έθνος και κατατρέχει τη χώρα λεηλατώντας την αλύπητα· ενώ πρέπει να θαυμάζομε την υπερβολή της ανοχής του Θεού, πώς δεν έρριξε από τον ουρανό φωτιά εναντίον μας, όπως στην περί­πτωση του Κορέ και των γύρω από αυτόν, πώς δεν μας έστειλε στον άδη ζωντανούς, σχίζοντας για μας τη γη και ανοίγοντας χάσμα και βάραθρο, όπως στην περίπτωση του Δαθάν και Αβειρών και όλων των υπαρχόντων τους, πώς δεν μας παρέδωσε αμέσως σε πανωλεθρία, όπως πολλά έθνη πολλές φορές, που είχαν διαπράξει ανεπανόρθωτα πράγματα. Πραγματικά λίγα μαστιγώ­ματα δεχθήκαμε για τις όσες αμαρτίες διαπράξαμε.

13. Αρα λοιπόν, επειδή τιμωρεί με ευσπλαγχνία, οπωσδήποτε αναμένοντας την επιστροφή μας, τώρα λοιπόν και εμείς, νουθετούμενοι μετά το πάθημά μας, ας επιστρέψομε προς αυτόν και απορρίπτοντας τα έργα του σκότους όλοι ας γίνομε του φωτός· ας αγαπήσομε ο ένας τον άλλο και με τα έργα ας δείξομε την απαλλαγμένη από υποκρισία αγάπη μας, ώστε και η αγάπη του Θεού να παραμείνει σε μας δοξαζόμενη έμπρακτα απέναντι σε όλα τα έθνη που μας πολεμούν. Ας παύσομε να επιθυμεί ο κα­θένας τα του πλησίον, ώστε έτσι, απέχοντας από κάθε αδικία, να βρούμε βοηθό τη δικαιοσύνη του Θεού, που θα θέσει κάτω από τα πόδια μας τους ασεβείς και θα κάνει δικά μας τα κτήμα­τα εκείνων. Ας σταματήσομε τους φρικωδέστατους όρκους, με τους οποίους, ενώ νομίζομε ότι επιβεβαιώνομε τις πράξεις μας, αθετούμε τον θείο όρο, γι' αυτό και συνεχώς αποτυγχάνομε, γιατί διώχνομε την από τον Θεό ασφάλειά μας. Ας μετατρέψο­με τον βίο προς το θεοφιλέστερο και σωφρονέστερο, ώστε ο πα­τέρας της αγνείας Θεός να μας αγαπά σαν παιδιά του και να μας φέρει επάνω από κάθε λέπρα και φθορά συμπράττοντας σε όλα με μας και πολεμώντας μαζί μας εκείνους που μας πολε­μούν. Ας ρυθμίσομε κάθε έργο και λόγο και διανόημά μας σύμ­φωνο προς τη θεία αρέσκεια, και αφού έτσι επιστρέψομε ως προς όλα καθαροί, ας πέσομε γονατιστοί και ας κλάψομε μπρο­στά στον Κύριο τον Θεό μας ζητώντας τη συγχώρηση των αμαρ­τημάτων μας.

14. Έτσι και αυτός, αφού επιστρέψει, θα μας καθαρίσει από κά­θε αμαρτία, και, αφού μας λευκάνει σαν το χιόνι και μας κατα­στήσει λαμπρότερους από το χρυσάφι, θα μας δοξάσει μαζί με τον εαυτό του στους ατελείωτους αιώνες. Μας έδειξε με πολλούς τρόπους τη φιλανθρωπία του, με την παραβολή του ασώτου, με τη συμπάθεια προς τον ταπεινωθέντα τελώνη, με τη φροντίδα προς το πλανημένο όπως εμείς πρόβατο. Μας έδειξε έμπρακτα το απερίγραπτο της συμπάθειας με τον ληστή που σταυρώθηκε και βασίλευσε μαζί του, με τον Μανασσή που έζησε παρανομώτατα ανάμεσα στους βασιλείς και έπειτα μετανόησε και έγινε δεκτός· με την ευσπλαγχνία που έδειξε στους Νινευίτες συγχωρώ­ντας πολλών ετών πλήθος αμαρτημάτων για τριήμερη μετά­νοια. Αυτός (πω, πω, τι απερίγραπτο μέγεθος αγαθότητας!), αφού έκλινε τους ουρανούς, κατέβηκε για μας και έκανε τον εαυτό του για μας κήρυκα της μετανοίας, δείχνοντάς μας με έργα και λόγια, πώς να την αποκτήσομε, και υποσχέθηκε σ’ αυ­τούς που αποφασίζουν να τον ακολουθήσουν με υπακοή όχι μόνο απαλλαγή από παντός είδους κακά, αλλά και την ουράνια και αιώνια βασιλεία του.

15. Αυτή τη βασιλεία είθε να επιτύχομε όλοι εμείς, αφού πράξομε έργα μετάνοιας, με τη χάρη αυτού του χορηγού της μετάνοιας Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

(Πηγή: Ε.Π.Ε., Γρηγορίου Παλαμά Έργα, τόμος 11)
http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=2081

« Οἱ πειρασμοί »



ΟΙ ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ
Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ
Βασισμένο στούς Ἀσκητικούς Λόγους
τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου
Κανείς δέν μπορεῖ νά προκόψει στήν ἀρετή, ἄν δέν εἶναι ἕτοιμος ν’ ἀντιμετωπίσει τούς πειρασμούς. Καί πρῶτα πρέπει νά πιστέψει ὅτι οἱ θλίψεις, οἱ στενοχώριες καί γενικά οἱ πειρασμοί ὠφελοῦν τήν ψυχή. Τό πρῶτο λοιπόν πού ἔχουμε νά κάνουμε εἶναι ν’ ἀγαπήσουμε τίς θλίψεις.

Μή συμβουλευθεῖς ποτέ κάποιον πού δέν ἔχει τήν ἴδια διαγωγή μέ σένα, ἔστω κι’ ἄν εἶναι σοφός. Καλύτερα εἶναι νά ζητήσεις συμβουλή ἀπό ἕναν ἀγράμματο, ἀλλά ἐνάρετο ἄνθρωπο, παρά ἀπό ἕνα σοφό, ἀλλά ξένο πρός τά θεῖα καί τήν ἀρετή. Αὐτός πού θά τόν συμβουλευθεῖς γιά τή ζωή σου, πρέπει νά ἔχει ὁ ἴδιος ἐφαρμόσει αὐτά πού θά σέ διδάξει. Ὁ ἄνθρωπος πού μέ πολλή ὑπομονή δέχθηκε τούς  πειρασμούς καί τούς ἀντιμετώπισε καλά, αὐτός μπορεῖ πολλά νά σοῦ προσφέρει. Γιατί δέν εἶναι εὔκολο στόν καθένα νά καθοδηγεῖ τούς ἄλλους στήν ἀρετή καί στήν ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν.
Πρέπει νά γνωρίζεις ὅτι τό χαρακτηριστικό τῆς ἀρετῆς, εἶναι ἡ εἰρήνη τῆς καρδιᾶς. Αὐτό τόν δρόμο βάδισαν οἱ ἅγιοι. Γιατί ὅσο ὑπομένεις τούς πειρασμούς καί προχωρᾶς στήν ἀρετή, τόσο πλησιάζεις στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καί ὅσο προχωρᾶς καί προοδεύεις στήν ἀρετή, τόσο οἱ πειρασμοί γίνονται δυνατώτεροι.
Οἱ θλίψεις πού παραχωρεῖ ὁ Θεός δίνονται γιά τήν πνευματική μας προκοπή. Ὁ Θεός δέν μᾶς ἐκδικεῖται γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ἀντίθετα μᾶς ἀγαπάει περισσότερο καί θέλει νά διορθωθοῦμε. Τούς πειρασμούς  πρέπει νά τούς θέλουμε, ὅσο κι’ ἄν μᾶς στενοχωροῦν. Καί μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Θεός ἐπιτρέπει τούς πειρασμούς ἀνάλογα μέ τήν πνευματική δύναμη πού ἔχει ὁ καθένας μας.
Ὁ Θεός δέν δίνει χαρίσματα στόν ἄνθρωπο ἄν προηγουμένως δέν ἔχει ὑπομείνει τούς πειρασμούς καί τίς θλίψεις πού παραχωρεῖ. Καί αὐτό εἶναι ἔργο τῆς Θείας Σοφίας, τήν ὁποία δέν καταλαβαίνουν οἱ ἄνθρωποι. Ὅταν μέ ὑπομονή δεχθεῖς τίς θλίψεις καί τίς στενοχώριες, τότε θά σέ ἀμείψει ὁ Θεός μέ θεῖα χαρίσματα. Γιατί μετά ἀπό τή θλίψη καί τή δοκιμασία ἔρχεται ἡ παρηγοριά. Ὅσοι ὑπομένουν τούς πειρασμούς, αὐτοί ἀπολαμβάνουν τ’ ἀγαθά πού στέλνει ὁ Θεός.
Πρῶτα θά γευθεῖ κανείς τήν πίκρα τῶν πειρασμῶν καί μετά θ’ ἀπολαύσει τή γλυκύτητα τῆς Θείας  Χάριτος.
Ὅταν ἔρχονται πειρασμοί πρέπει νά μᾶς κατέχουν δυό αἰσθήματα, χαρᾶς καί φόβου. Χαρᾶς γιατί ἀξιωθήκαμε νά περπατήσουμε τόν δρόμο πού περπάτησαν ὁ Κύριος καί οἱ ἅγιοι.  Καί φόβου, μήπως ἀπό τήν ὑπερηφάνειά μας ἔρχονται οἱ πειρασμοί.
Μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό καλό συνοδεύεται πάντοτε ἀπό τή θλίψη. Ἡ ὀκνηρία καί ἡ ἔλλειψη φροντίδος γιά τήν σωτηρία μας παραλύουν τήν ψυχή καί δέν τήν ἀφήνουν νά πλησιάσει τόν Θεό καί νά ὑπομείνει σωστά τούς πειρασμούς πού παραχωρεῖ γιά τό καλό μας.
Στούς πειρασμούς – τήν ὥρα ἐκείνη τῆς μεγάλης ψυχικῆς φουρτούνας – μᾶς φαίνεται ὅτι ὅλοι μᾶς ἐγκαταλείπουν καί δέν ὑπάρχει ἀπό πουθενά ἐλπίδα σωτηρίας. Ὅλα μᾶς φαίνονται μαῦρα καί σκοτεινά. Ἀλλά μή χάνουμε τό θάρρος μας καί μήν ἀπελπιζόμαστε. Μετά ἀπό τήν τρικυμία ἔρχεται ἡ γαλήνη. Ὁ καλός Θεός τά οἰκονομεῖ τόσο ὡραῖα γιά τόν καθένα μας, ὥστε νά μήν ἐπιτρέπει νά μᾶς ἔρχονται πειρασμοί μεγαλύτεροι ἀπό τή δύναμή μας. Στούς πειρασμούς εἶναι συγκερασμένα ἡ παρηγοριά καί ἡ δυστυχία, τό φῶς καί τό σκοτάδι, ἡ στενοχώρια καί ἡ εὐτυχία. Αὐτοί οἱ πειρασμοί εἶναι τό σημάδι τῆς ψυχικῆς προκοπῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τήν ὥρα τῶν πειρασμῶν ἔχουμε βοηθό μας τόν ζωντανό Θεό! Γιατί λοιπόν νά φοβηθοῦμε;
Στούς ὑπερήφανους πού μέ τήν ἀναισχυντία τους αὐτή προσβάλλουν τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, ἔρχονται μεγάλοι πειρασμοί. Κι’ αὐτό τό ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά νά τούς ταπεινώσει. Σ’ ἐκείνους πού σηκώνουν τό ἀνάστημά τους ἀπέναντί τοῦ Θεοῦ, παραχωρεῖ ὁ Θεός φοβερές δοκιμασίες, ὅπως εἶναι ὁ πόλεμος πού κάνει ὁ σατανᾶς μέ τούς αἰσχρούς λογισμούς, μέ τόν θυμό, μέ τίς κακές συναναστροφές καί μέ τά τόσα  ἄλλα κακά. Ἡ ἀρχή ὅλων τῶν πειρασμῶν εἶναι τό νά θεωρεῖ κανείς τόν ἑαυτό του σοφό καί φρόνιμο. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά πολεμήσει κανείς ἀπό τήν ἀρχή τήν ὑπερηφάνεια, ὥστε νά μή ρίξει ρίζες μέσα στήν ψυχή, ὅποτε εἶναι δύσκολο νά ξερριζωθεῖ.
Στίς θλίψεις καί στίς δύσκολες καταστάσεις πού θ’ ἀντιμετωπίσουμε χρειάζεται ὑπομονή. Ἄλλος τρόπος ἀντιμετωπίσεως δέν ὑπάρχει. Ἡ ὑπομονή διώχνει τήν πίκρα τῶν συμφορῶν.
Στούς πειρασμούς χρειάζεται ἀντίσταση. Δέν πρέπει νά τούς ἀντιμετωπίζουμε μέ ἀπραξία καί ἀκηδία. Ὅταν ἀνοίξουμε τίς πόρτες τῆς ψυχῆς μας, τότε θά μπεῖ μέσα ἡ σύγχυση, ἡ ταραχή, ἡ βλασφημία, ἡ μεμψιμοιρία οἱ διεστραμμένοι λογισμοί καί τόσα ἄλλα κακά πού βλάπτουν τήν ψυχή μας. Καί ἡ αἰτία αὐτῶν τῶν κακῶν εἶναι ἡ ἀμέλειά μας.
 Γιά νά θεραπευθοῦμε ἀπό τίς ἀρρώστιες αὐτές χρειάζεται ταπείνωση. Χωρίς τήν ταπείνωση οἱ πειρασμοί θά ἔρχονται μεγαλύτεροι καί σφοδρότεροι.
Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Προσπάθησε ν’ ἀποκτήσεις τήν ταπεινοφροσύνη καί θά σ’ ἐλεήσει ὁ Θεός. Ἀνάλογα μέ τήν ταπείνωση στέλνει ὁ Θεός καί τήν ὑπομονή. Καί μέ τήν ὑπομονή γίνεται πιό ἐλαφρό τό βάρος τῶν θλίψεων καί τῶν συμφορῶν. Τότε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο θά κατοικήσει στήν καρδιά σου. Ὁ Θεός, πού εἶναι Ὅλος ἀγάπη, δέν διώχνει ἀμέσως τούς πειρασμούς, γιατί γνωρίζει ὅτι αὐτό δέν εἶναι γιά τό ψυχικό μας συμφέρον, ἀλλά δίνει τήν ὑπομονή καί μ’ αὐτήν ἔρχονται ὅλα τά καλά.
 Ἔνοχοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ὅταν ὑποχωροῦμε στούς πειρασμούς, καί ὄχι ὅταν μᾶς προσβάλλουν. Ἡ προσβολή τῶν πειρασμῶν θά γίνει ὁπωσδήποτε γιατί ἔτσι θά δοκιμασθοῦμε. Ἐμεῖς ὅμως δέν πρέπει νά τούς δεχόμαστε γιά νά μή μολύνεται ἡ ψυχή μας. Οἱ ἅγιοι ὑπομένοντας τούς πειρασμούς ἔφτασαν σέ μεγάλα μέτρα ἀρετῆς. Ἡ δοκιμασία κάνει τόν ἄνθρωπο δυνατό καί ξεκαθαρίζεται μέσα του τό καλό ἀπό τό κακό.
Θά μποροῦσε νά ρωτήσει κάποιος: Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος γιά νά μᾶς δοκιμάσει ὁ Θεός; Γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά ὑποφέρουν τά παιδιά του;
Ὁ Θεός ὅρισε ἔτσι, γιατί ἄν δέν δοκιμάσει κανείς τό κακό, δέν θά αἰσθανθεῖ ποτέ τήν γλυκύτητα τοῦ καλοῦ.
 Μπορεῖ νά λυγίζουμε σάν ἄνθρωποι. Ὁ Θεός δέν μετράει τήν πτώση, ὅσο τήν ἀνόρθωση καί τόν ἀγώνα γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς.
Ἀκόμη στούς πειρασμούς νοιώθουμε καί τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί συνειδητοποιοῦμε ὅτι χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτα.
Ἄν ἀφήσει ἐλεύθερο τόν σατανᾶ ὁ Θεός, τότε ἡ θέση μας θά ἦταν τραγική. Τοῦ ἐπιτρέπει τόσο μόνο νά ἐπέμβει, ὅσο ὁρίζει  Ἐκεῖνος, πού εἶναι ὁ παιδαγωγός τῆς ψυχῆς μας. Αὐτοί πού προχώρησαν στήν ἀρετή φυλάχτηκαν ἀπό τή θεία δύναμη καί ἐδίωξαν ἀπό τή ψυχή τούς τά καταστρεπτικά πάθη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ἔχει σοβαρό πειρασμό, γιά νά μήν ὑπερηφανεύεται. Τοῦ δόθηκε «σκόλοψ τῇ σαρκί, ἵνα μή ὑπεραίρεται».
Ἀκόμη ἀπό τούς πειρασμούς ἀποκτᾶ κανείς καί πίστη.
Ὁ πειρασμός ὠφελεῖ κάθε ἄνθρωπο. Οἱ ἀγωνιστές πειράζονται περισσότερο ὅταν αὐξήσουν τόν πνευματικό τους πλοῦτο. Μέ  τούς πειρασμούς αὐτοί πού κοιμοῦνται ξυπνᾶνε καί αὐτοί πού εἶναι μακρυά ἀπό τό Θεό τόν πλησιάζουν πιό πολύ.
Ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἀγωνίζεται, δέν δέχεται τόν πλοῦτο τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ Θεός πειράζει καί βασανίζει τούς δούλους Του καί ἀφοῦ ὑπομείνουν καρτερικά τούς πειρασμούς, μετά τούς δίνει τήν ἀμοιβή. Ἄς δοξάζουμε τόν Θεό πού μᾶς δίνει φάρμακα, ὥστε μετά ἀπ’ αὐτά νά μᾶς ἔρθει ἡ ψυχική ὑγεία καί ἡ παρηγοριά.
Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν κουράζεται καί νά μή δυσανασχετεῖ τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ. Κι αὐτοί οἱ ἅγιοι πού θαυμάζουμε, ἀντιμετώπισαν τεράστιες ἐσωτερικές δυσκολίες, ἀλλά δέν ἄφησαν τόν ἀγώνα. Χωρίς τό φάρμακο τῶν πειρασμῶν δέν μπορεῖ νά γιατρευθεῖ κανείς.  Ὅμως τό νά ὑπομένουμε τούς πειρασμούς δέν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό τή Θεία Βοήθεια.
Λοιπόν, ἄν ὑπομένουμε μέ καρτερία τούς πειρασμούς, ὁ Θεός δέν θά μᾶς ἐγκαταλείψει καί θά μᾶς στείλει τή βοήθειά Του, ὥστε νά προκόψουμε στήν ἀρετή καί νά ἑνωθοῦμε μαζί Του.

Τέλος καί τῷ Θεῶ δόξα!

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά  Μονή.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

http://HristosPanagia3.blogspot.com

Γιά τίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, τοῦ μακαριστοῦ π. Εὐέλθοντος Χαραλάμπους


Ο μεγάλος καθηγητής της ασκητικής ζωής άγιος Ισαάκ ο Σύρος, βαθύς γνώστης του θελήματος του Θεού και έμπειρος πρακτικός διδάσκαλος της ορθόδοξης Θεολογίας, διατύπωσε τούτο το απαύγασμα της προσωπικής του εμπειρίας: «Οι δοκιμασίες είναι η τιμή που δέχεται η ψυχή παρά της μεγαλειότητος του Θεού». 
Στο βίο του αγίου Αμβροσίου, Επισκόπου Μεδιολάνων, αναφέρεται τούτο το περιστατικό:
Κάποτε, όταν ο Άγιος βρισκόταν σε ποιμαντική περιοδεία στην επαρχία του, φιλοξενήθηκε με τη συνοδεία του στο αρχοντικό κάποιου επιφανούς χριστιανού.

Συζητώντας μαζί του, ο Άγιος πληροφορήθηκε από τον ίδιο ότι όλα γύρω από τη ζωή του κυλούσαν θαυμάσια, οι δουλειές του πήγαιναν υπέροχα, η υγεία όλων των μελών της οικογενείας του ποτέ δεν δοκιμάστηκε, ποτέ δεν αντιμετώπισε θλίψεις, δυσκολίες και προβλήματα. Τότε ο Άγιος, απευθυνόμενος στη συνοδεία του, είπε: «πάμε να φύγουμε απ' εδώ αμέσως. Αυτό το σπίτι δεν το επισκέφθηκε ποτέ ο Θεός».
Πραγματικά, μόλις ο άγιος αναχώρησε, το σπίτι εκείνο το κατάπιε η γη.
Το αδιάψευστο στόμα του Κυρίου μας προειδοποίησε ότι στον κόσμο αυτό θα έχουμε θλίψεις, πειρασμούς και δοκιμασίες. «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε». Κι ακόμη μας κάλεσε, προκειμένου να Τον ακολουθήσουμε, να σηκώσουμε σταυρό. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι».
Επισημαίνοντας τα πιο πάνω θέλω να πω ότι ο πόνος, οι θλίψεις και τα βάσανα, όσο και να μας είναι ανεπιθύμητα, είναι σύμφυτα στη ζωή κάθε χριστιανού και αποτελούν σταθερό συνοδοιπόρο σε κάθε μας βήμα. Από τότε που στη ζωή μας εισήλθε η αμαρτία, σαν παρεπόμενο αυτής εισήλθαν και όλα τα ανεπιθύμητα, με αποκορύφωμα το θάνατο. Γι' αυτό και θάταν εντελώς εξωπραγματικό να ζητάμε να μην τύχουν στη δική μας ζωή κάτι τέτοια γεγονότα. Αντίθετα, σοφώτερο θα ήταν να ζητάμε από το Θεό τη δύναμη να αντέχουμε και να ξεπερνούμε τα γεγονότα αυτά.
Οι θλίψεις, οι δοκιμασίες και τα βάσανα είναι τα μέσα που χρησιμοποιεί ο Θεός για να ωριμάσει ο άνθρωπος. Όλα τα οδυνηρά που επιτρέπει στη ζωή μας ο Θεός είναι φάρμακα που θεραπεύουν την ασθενούσα φύση του ανθρώπου. Το καμίνι του πόνου, των δοκιμασιών και των θλίψεων είναι το εργαστήρι όπου ο Θεός κατεργάζεται την τελειοποίηση του χριστιανού. Αν το ψωμί που μπαίνει στο φούρνο είχε φωνή, θα διαμαρτυρόταν και θα έλεγε πως δεν αντέχει τη φωτιά του φούρνου.
Όμως αυτό το ψήσιμο είναι που κάμνει το ψωμί κατάλληλο για βρώση. Αν δεν έμπαινε στο φούρνο θα γέμιζε σκουλήκια, θα ήταν άχρηστο. Τα φρούτα πάνω στα δένδρα, που τα ψήνει ο καλοκαιρινός ήλιος, αν είχαν στόμα θα διαμαρτύρονταν και θα έλεγαν πως δεν αντέχουν άλλο τις καυτερές ακτίνες του ήλιου. Με την ακτινοβολία, όμως, που δέχονται από τον ήλιο ωριμάζουν, αποκτούν άρωμα, χρώμα. γεύση και ουσία. Διαφορετικά θα ήταν άγευστα, ανούσια και άχρηστα.
Κατά τρόπο ανάλογο, στο καμίνι του πόνου ο άνθρωπος αποκτά ωριμότητα, ουσία, περιεχόμενο. Καθαίρεται από πάθη, ταπεινώνεται, μαθαίνει να συμπάσχει, αποκτά γνησιότητα και αυθεντικότητα. Όπως ακριβώς συμβαίνει με το χρυσάφι. Μετά που θα δοκιμαστεί και καθαρθεί στο χωνευτήρι, τότε αποβαίνει το πιο πολύτιμο μέταλλο.
Όσο πληθαίνουν οι δοκιμασίες, όσο κτυπιέται η ψυχή στο αμόνι του πόνου, τόσο εύθετη γίνεται για τη Βασιλεία των ουρανών και με ευφρόσυνο δειλινό χαμόγελο αναμένει το ολόλαμπρο πρωινό της Αναστάσεως που ορθρίζει πίσω από κάθε σταυρό. Μη ξεχνούμε ότι και η Παναγία μας στην επίγεια ζωή Της δοκίμασε το πιο πικρό ποτήρι, όπως ακριβώς Της το προφήτεψε ο δίκαιος Συμεών, όταν δέχτηκε στην αγκαλιά του τον τεσσαρακονθήμερο Χριστό. Προορώντας ο Προφήτης την Σταύρωση του Υιού και Θεού Της, προανήγγειλλε στην Παναγία ότι δίστομη ρομφαία θα ξεσχίσει τη μητρική Της καρδιά. Αυτή τη δίστομη ρομφαία που δοκίμασε η Παναγία μας, επέτρεψε ο Θεός και πολλοί άλλοι Άγιοί Του να την δοκιμάσουν. Γιατί η ρομφαία και ο σταυρός, ο πόνος και η οδύνη, είναι τα δώρα του Θεού προς τους εκλεκτούς του.
Κάποτε μια γριούλα, που είχε πρόβλημα με τα πόδια της, παρακαλούσε στην προσευχή της το Χριστό να μη χειροτερέψει η κατάστασή της, για να μπορεί να εκκλησιάζεται. Αντί τούτου, επέτρεψε ο Θεός και γλύστρησε κι έσπασε το πόδι της. Τώρα ακινητοποιήθηκε η γριούλα στο κρεββάτι. Και λέει στην προσευχή της: «Χριστούλη μου, τι Σου ζήτησα, και τι μου έδωσες!» Και λαμβάνει τότε την απάντηση: «Είδες τι προσφέρω σ' αυτούς που με αγαπούν!» Και του απαντά η γριούλα: «Γι' αυτό και σε αγαπούν τόσο λίγοι!»
Πολλές φορές κάνουμε το λάθος να νομίζουμε ότι μπορούμε να αποφύγουμε στη ζωή μας όλα τα δυσάρεστα, καλοπιάνοντας το Θεό. Προσφέροντας ελεημοσύνες ή εκτελώντας κάποιες εντολές, δημιουργούμε μέσα μας την ψευδαίσθηση ότι έχουμε υποχρεωμένο το Θεό, ότι πρέπει κι Αυτός να φροντίσει να μας έρχονται όλα καλά και βολικά. Βέβαια, μια τέτοια αντίληψη είναι εντελώς λανθασμένη, εντελώς αβάσιμη, κάθε άλλο παρά χριστιανική. Μέσα στο Ευαγγέλιο λέει ρητά, ότι έχουμε χρέος και καθήκον να ζούμε με συνέπεια τη χριστιανική ζωή, χωρίς να διεκδικούμε καμιά αμοιβή και κανένα αντάλλαγμα. Τόσο η συμμόρφωσή μας προς όσα το Ευαγγέλιο ζητά, όσο και η υπομονή στις θλίψεις και τις δυσκολίες της ζωής, αποτελούν τη σφραγίδα της γνησιότητάς μας.
Πολλές φορές συμβαίνει να λυγίζουμε μπροστά στον πόνο, γιατί νομίζουμε ότι είμαστε οι μόνοι που σηκώνουμε τόσο βαρύ σταυρό. Κάτι τέτοιες σκέψεις καθόλου δεν βοηθούν. Αντίθετα, συνειδητοποιώντας ότι και άλλοι σαν κι εμάς σήκωσαν και σηκώνουν τον ίδιο σταυρό, αυτό μας δίνει κουράγιο και δύναμη. Για το λόγο αυτό, αναδηφώντας τους βίους των Αγίων, συγκέντρωσα εδώ κάποιες περιπτώσεις όπου διάφοροι Άγιοι σήκωσαν τον ίδιο σταυρό. Είδαν τα βλαστάρια τους να πεθαίνουν, νεκροφίλησαν τα σπλάχνα τους, θρήνησαν πάνω σε νιόσκαφτους τάφους. Ως άνθρωποι πόνεσαν, δάκρυσαν, έκλαψαν. Όμως, πέραν του ανθρώπινου συναισθηματισμού, αντιμετώπισαν το θάνατο και με το φακό της πίστεως, της ελπίδας, της ανάστασης, όπως αρμόζει σε χριστιανούς.
Αυτή την αντιμετώπιση του θανάτου από μέρους αγίων προσώπων, όπως καταγράφηκε στους βίους και στα συναξάρια των Αγίων, θέλησα να προβάλω στο βιβλίο μου αυτό. Οι λόγοι είναι προφανείς. Πρώτα, για να δώσω το μήνυμα ότι ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου δεν είναι τιμωρητική ενέργεια του Θεού, αλλά επίσκεψη του Θεού στη ζωή μας. Και, προχωρώντας, να δώσω το μήνυμα ότι δεν μπορούμε να έχουμε παράπονο από το Θεό. Μέσα στον πόνο μας οφείλουμε να ανοίξουμε τα μάτια της ψυχής μας, και τότε θα δούμε ότι αυτό το θλιβερό που μας συνέβη, όσο πικρό κι ανεπιθύμητο κι αν είναι, δεν παύει να αποτελεί μια έκφραση της αγάπης του Θεού σε μας. Πριν από μας, αποδέκτες αυτής της αγάπης του Θεού ήσαν, κυρίως, οι Άγιοι του Θεού.
Οι θλίψεις, οι δοκιμασίες και τα βάσανα είναι η οδός των Αγίων. Όλοι οι Άγιοι, προκειμένου να εισέλθουν στη δόξα του Θεού, στη ζωή τους βάδισαν τη στενή και τεθλιμένη οδό. Είτε ο Θεός επέτρεψε πειρασμούς και δοκιμασίες στη ζωή τους κι έδωσαν την καλή μαρτυρία της υπομονής και της υποταγής στο θείο θέλημα, είτε εκούσια οι ίδιοι, με απάρνηση των τερπνών και ευχάριστων της ζωής αυτής, υποτάγησαν στο εκούσιο μαρτύριο της ασκητικής ζωής. Και στις δυο περιπτώσεις, αντάλλαξαν τις ηδονές της παρούσας ζωής με οδύνη πρόσκαιρη, για να απολαύσουν τις αιώνιες και ανεκλάλητες χαρές της Βασιλείας του Θεού. Εξ άλλου αυτή την οδό του μαρτυρίου βάδισε πρώτος ο Κύριος, όταν αίροντας το Σταυρό Του ανέβηκε στον κρανίου τόπο.
Αυτή η πρωτοπορεία του Χριστού στο δρόμο του Γολγοθά πρέπει να είναι πάντοτε εναργής στη μνήμη μας. Για να θυμούμαστε ότι στις δύσκολες ώρες του πόνου έχουμε συμπαραστάτη, συνοδοιπόρο, συμμέτοχο και κοινωνό της δικής μας δυσκολίας τον ίδιο το Θεάνθρωπο Χριστό. Στο Ευαγγέλιο πουθενά δεν αναφέρεται να έχει γελάσει ο Ιησούς. Εδάκρυσε, όμως, όταν πλησίασε τον τάφο του φίλου Του Λαζάρου. Αυτό το δάκρυ του Ιησού λέει, νομίζω, πολλά. Βέβαια η ευαισθησία του Ιησού μπροστά στον πόνο που προκαλεί ο θάνατος δεν τελείωσε με ένα δάκρυ. Γιατί ο Κύριος προχώρησε και στην ανάσταση του Λαζάρου. Όπως ανέστησε και την κόρη του Ιαείρου. Όπως ανέστησε και το γυιό της χήρας στη Ναΐν. Όπως, με τη δική του τριήμερη Ανάσταση νίκησε το θάνατο, γενώμενος πρόδρομος και της δικής μας αναστάσεως· και της ανάστασης των δικών μας προσφιλών κεκοιμημένων. Αυτή είναι η μεγαλύτερη παραμυθία για μας.
 
Πρωτ. Π. Ευέλθων Χαραλάμπους
Ο Χαρισματούχος και αναστάσιμος καλός ποιμένας της ΕκκλησίαςΕκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλης»
πηγή: http://agiosvasileiospeiraiws.blogspot.com/2012/02/blog-post_5754.html

Οἱ ὀκτὼ πειρασμοὶ μοναχῶν καὶ λαϊκῶν Cleopa Ilie (Archimandrite and Abbot of the Sihastria Monastery)




Πατέρες καὶ ἀδελφοί,
 

Ὁ μοναχὸς καὶ ὁ ἀγωνιστὴς χριστιανὸς εἶναι πνευματικοὶ μαχητὲς σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς τους ἀπὸ τὴν γέννηση μέχρι τὸν θάνατό τους. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ γνωρίζουμε τὴν τέχνη αὐτοῦ τοῦ ἀοράτου πολέμου καὶ ἀπὸ ποῖα μέρη ἔρχεται ἐναντίον μας ὁ νοητὸς ἐχθρός.
 

Ὁ ἅγιος Μελέτιος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέγει ὅτι ὁ πειρασμὸς ἔρχεται ἀπὸ ἕξι σημεῖα ἐναντίον μας, ἐνῶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει ἀπὸ ὀκτώ, δηλ. ἀπὸ ἐπάνω καὶ ἀπὸ κάτω, ἀπὸ δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀπὸ ἐμπρὸς καὶ πίσω καὶ ἀπὸ μέσα καὶ ἔξω.
 

Στὴν συνέχεια θὰ ὁμιλήσουμε ἐκτενέστερα γιὰ τὸν πολυμερῆ αὐτὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ.

1. Ὁ ἀπὸ ἐπάνω πειρασμός: 

Εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο συμβαίνει ὅταν ἀρχίζουμε νὰ κάνουμε μία ἀδιάκριτη καὶ ἀπερίσκεπτη ἄσκηση ποὺ ὑπερβαίνει τὶς δυνάμεις μας, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι: ὑπερβολικὴ νηστεία, συνεχῆ ἀγρυπνία, πολλὲς μετάνοιες, καὶ ἄλλες ὑπερβολικὲς ἀσκήσεις.
Αὐτὴ ἡ ἄσκηση ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀδυνατίζει τὸ σῶμα μας καὶ νὰ ἀδυνατοῦμε νὰ ἐργασθοῦμε τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ. Συγχρόνως ταράζεται ὁ νοῦς μας γιατί δὲν ἀναπαύεται σ’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὶς ἀσκήσεις. Τὸ δεύτερο εἶδος πειρασμοῦ συμβαίνει ὅταν ἐρευνοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ χωρὶς νὰ διαθέτουμε τὴν ἀνάλογη πνευματικὴ ἡλικία καὶ κατάσταση μὲ ἀποτέλεσμα, ἐὰν κάποιος δὲν εὑρεθεῖ νὰ μᾶς χαλιναγωγήσει, θὰ φθάσουμε στὴν τρέλλα, τὴν αἵρεση καὶ τὴν βλασφημία τοῦ Θεοῦ. 

Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἡ ἀπύθμενη θάλασσα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ἐμεῖς πρέπει νὰ βγάλουμε ὅσο εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπαραίτητο γιὰ νὰ ἀνακουφισθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματική μας δίψα. Ἀπ’ αὐτὸ τὸ νερὸ ὁ ἄνθρωπος βγάζει μὲ τὸν κουβὰ καὶ ἀπ’ αὐτὸν στὴν κανάτα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ παίρνει μὲ ἕνα ποτήρι νὰ δροσισθεῖ καὶ δὲν προσπαθεῖ μὲ μία φορὰ νὰ βγάλει τὸ νερὸ τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ ἔξω, διότι δὲν ἔχει τὰ κατάλληλα ἐργαλεῖα καὶ ὑπάρχει βεβαίως ὁ φόβος νὰ πνιγεῖ. Ἔτσι πνίγηκαν πολλοὶ ἐρευνητὲς τῶν Γραφῶν λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς των καὶ ἔγιναν ἀρχηγοὶ αἱρέσεων καὶ ὁδήγησαν μαζὶ μὲ τοὺς ἑαυτοὺς των χιλιάδες ψυχὲς στὸν Ἅδη.
 


2. Ὁ ἀπὸ κάτω πειρασμός:
 

Ἀπὸ κάτω ἔρχεται ὁ πειρασμὸς καὶ μᾶς πειράζει μὲ τὴν ἀκηδία καὶ ὀκνηρία γιὰ τὴν ἐπιτέλεση τῶν ἔργων τῆς ἀρετῆς καὶ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν κάποιος εἶναι δυνατὸς καὶ ὑγιὴς στὸ σῶμα καὶ ἐκ προθέσεως ἀποφεύγει τὶς δουλειὲς ἢ τὰ διακονήματα τῆς Μονῆς, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀνάλογα τῶν δυνάμεών του. Ἢ ἕνας λαϊκός, ὁ ὁποῖος δὲν θέλει νὰ κοπιάσει γιὰ τὰ ἔργα τῶν ἀρετῶν, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ὑπηρεσία καὶ βοήθεια τοῦ πλησίον, τὴν προσευχὴ κ.λ.π. Μὲ τὴν ἀδιαφορία ἢ ὀκνηρία μας αὐτὴ στεροῦμε ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὸν μισθὸ τῶν πνευματικῶν ἔργων, ἐπειδὴ δὲν κοπιάζουμε στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἐντολῶν. Καθένας ἀπὸ ἐμᾶς λοιπόν, ἔχουμε καθῆκον νὰ ἀνεβαίνουμε τὶς πνευματικὲς βαθμίδες τῶν ἀρετῶν, γνωρίζοντας ὅτι ἡ μέση καὶ διακριτικὴ ὁδὸς εἶναι ἡ βασιλική, διότι τὰ ἄκρα εἶναι τοῦ διαβόλου.
 


3. Ὁ ἐκ δεξιῶν πειρασμός:
 

Αὐτὸς ὁ πειρασμὸς πάλι εἶναι δύο εἰδῶν: Τὸ πρῶτο εἶδος εἶναι, ὅταν ἐργασθοῦμε τὰ καλὰ ἔργα μὲ κακὸ σκοπό, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι, ἐὰν δεχθοῦμε τὴν ἐμφάνιση τῶν δαιμόνων μὲ τὴν μορφὴ ἀγγέλων καὶ ἁγίων, ἢ μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ ἄλλων οὐρανίων μορφῶν. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέγει ὅτι «οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας καὶ ὑπερηφάνειας ἐμφανίζονται στοὺς ἀδυνάτους στὸν νοῦ ὡς προφῆται». Ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δείχνει στὴν Β’ πρὸς Κορινθίους (11,14) ὅτι: «ὁ σατανὰς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός».
 


4. Ὁ ἐξ ἀριστερῶν πειρασμός:
 

Ἀπὸ τὰ ἀριστερά μᾶς πειράζει ὁ διάβολος ὅταν γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ μὲ τὴν θέληση μας ἀποφασίζουμε νὰ τὴν ἐκτελέσουμε. Ἕνα παράδειγμα: Κάποιος γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτία νὰ κλέπτει, νὰ πορνεύει, νὰ μεθᾶ, νὰ βλασφημεῖ τὰ Θεῖα, νὰ ἐκδικεῖται τὸν πλησίον του ἢ νὰ κάνει ὁποιοδήποτε ἄλλο κακὸ ἔργο. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτὰ ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ νικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν θέλησή του καὶ εἰς γνῶσιν του. Ὁπότε, ὅταν ἐμεῖς γνωρίζουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως τὴν ἐπιτελοῦμε εἴτε μὲ τὸν νοῦ, τὸν λόγο, τὸ αἴσθημα ἢ τὴν πράξη, τότε πειραζόμεθα ἐξ ἀριστερῶν.
 



5. Ὁ ἐκ τῶν ἔμπροσθεν πειρασμός:
 

Μᾶς πειράζει ἀπὸ ἐμπρὸς ὁ διάβολος ὅταν μᾶς παρουσιάζει σκέψεις καὶ φαντασίες γιὰ ἔργα τὰ ὁποῖα δῆθεν θὰ μᾶς συμβοῦν στὸ μέλλον. Ἕνα παράδειγμα: Ὅταν θορυβούμεθα ὅτι θὰ ἔλθει ἐναντίον μας κάποιος κίνδυνος, κάποια παγίδα ἢ ἀσθένεια, ὅτι θὰ ξεσπάσει κάποιος πόλεμος, ὅτι θὰ δυσφημισθοῦμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους, θὰ γίνουμε πτωχοί, μᾶς ταράζει κάποιος ὅτι δὲν θὰ ἐπιτύχουμε στὶς ἐξετάσεις ἢ σὲ κάποιο ἄλλο ἔργο.
 

Ὅλα αὐτά μᾶς τὰ φέρνει ὁ νοητὸς ἐχθρὸς στὸν νοῦ μας μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς ταράξει καὶ νὰ μᾶς κλονίσει μὲ αὐτὰ ποὺ νομίζουμε ὅτι θὰ ἔλθουν ἐναντίον μας.
 

Γι’ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ἂς προσέχουμε τὰ λόγια του Σωτῆρος ποὺ λέγει: «Μὴ οὒν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τὰ ἑαυτῆς, ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» δηλ. μὴ μερμνᾶτε ….φτάνει ἡ στεναχώρια τῆς ἡμέρας. (Ματθ. 6,34). Δὲν δόθηκε σ’ ἐμᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γνωρίζουμε οὔτε μία ὥρα πέραν τῆς παρούσης ὥρας τί θὰ γίνει. Ὁπότε σὲ τέτοιου εἴδους πειρασμὸ νὰ λέγομε: «Ἂς γίνει τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου».
 


6. Ὁ ἐκ τῶν ὄπισθεν πειρασμός:
 

Πειραζόμεθα ἐκ τῶν ὄπισθεν ὅταν οἱ δαίμονες μᾶς ἐνοχλοῦν στὸν νοῦ μας μὲ αὐτὰ τὰ ἔργα ποὺ κάναμε στὸ παρελθόν, ὅταν εἴμασταν παιδιὰ ἢ νέοι καὶ μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάναμε.
 

Ἡ μνήμη μας πολὺ συχνὰ βοηθεῖ τὴν φαντασία μας στὰ κακὰ ποὺ κάναμε, προπαντὸς ὅταν περάσαμε τὴν ζωή μας χωρὶς προσπάθεια γιὰ τὴν φρούρηση καὶ κάθαρση τοῦ νοῦ μὲ τὴν νοερὰ προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό».
 
Οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι τόσο ἀνόητη εἶναι ἡ φαντασία, ὥστε ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἀντίκρισε στὴν νεότητά του μία ὡραία γυναίκα μὲ ἐμπάθεια καὶ ἔλθει ὁ καιρὸς νὰ πεθάνει αὐτὴ καὶ ἴδει τὴν νεκροκεφαλή της, ἐν τούτοις ἡ φαντασία του, τοῦ ὑπενθυμίζει τὸ ὡραῖο πρόσωπό της, ὅταν ζοῦσε. Γι’ αὐτὸ ὀνόμασαν οἱ Πατέρες τὴν φαντασία «γέφυρα τοῦ διαβόλου», ἐπειδὴ καμιὰ ἁμαρτία δὲν περνᾶ ἀπὸ τὸν νοῦ καὶ τὴν αἴσθηση παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν γέφυρα τῆς φαντασίας.

Ὁπότε, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, γιὰ νὰ νικήσουμε στὸν πόλεμο αὐτό, ἔχουμε μεγάλη ἀνάγκη ἀπὸ τὴν νοερὰ ἐγρήγορση καὶ προσοχή, τὴν μνήμη τοῦ θανάτου, τῶν βασάνων τῆς κολάσεως καὶ τῆς ἀκαταπαύστου νοερῆς προσευχῆς.
 


7. Ὁ ἐκ τῶν ἔσω πειρασμός:
 

Πειραζόμεθα ἀπὸ μέσα μας μὲ τὸν ἐρεθισμὸ τῶν παθῶν, τὰ ὁποῖα ἐξέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιά μας, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Σωτῆρος, ποὺ λέγει: «ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. 15,19). Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς λέγει ὅτι «βαθεῖα εἶναι ἡ καρδία παρὰ πάντα» (Ἱερεμ. 17,9), ἐπειδὴ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν ὅλες οἱ κακίες στὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν τὴν φυλάγει μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μετάνοια, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ αὐτὴ πηγάζουν πάλι, ὅλες οἱ ἀρετὲς σ’ αὐτὸν ποὺ τὴν καθαρίζει μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τὴν συντριβή. Ὁπότε ἁπαλλασσόμεθα ἀπὸ τὰ πάθη τῆς καρδίας μας μὲ τὴν ἀκατάπαυστη προσευχὴ καὶ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας.
 


 
8. Ὁ ἐκ τῶν ἔξ ω πειρασμός:
Προέρχεται ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα εἰσέρχονται στὴν ψυχή μας ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις ἢ ὅπως ὀνομάζονται τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς, γιὰ τὶς ὁποῖες ὁ προφήτης Ἱερεμίας λέγει: «ἀνέβη θάνατος διὰ τῶν θυρίδων ὑμῶν» (9,21). Αὐτὲς οἱ πέντε αἰσθήσεις εἶναι τὰ πέντε ζεύγη βοῶν μὲ τὰ ὁποῖα ζοῦμε στὴν κακία καὶ ἐμπάθεια καὶ δὲν θέλουμε νὰ πᾶμε στὸ Δεῖπνο ποὺ μᾶς καλεῖ ὁ Μέγας Βασιλεὺς (Λουκ. 14,19). Ὁπότε ἡ ἀπόκρουση ἀπ’ αὐτὰ τὰ πάθη γίνεται μὲ τὴν πολυχρόνια νήψη τοῦ νοῦ, τὴν ἀκατάπαυστη προσευχή, τὴν συντριβὴ τῆς καρδίας καὶ μὲ τὸ νὰ ζητᾶμε μὲ πόνο καὶ μετάνοια τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου.
 

Ἐν κατακλείδι, παρακαλῶ μὲ ταπείνωση, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, νὰ βοηθήσετε καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἀδιάφορο γιὰ τὴν σωτηρία μου, μὲ τὴν προσευχή σας, ὥστε νὰ αἰσθανθῶ τουλάχιστο ἐντροπὴ γιὰ τὰ ἀνωτέρω λόγια ποὺ σᾶς εἶπα καὶ ἔτσι νὰ ξυπνήσω καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀναισθησία μου καὶ νὰ καλῶ τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου μας γιὰ βοήθειά μου. Ἀμήν.

http://www.agiazoni.gr/article.php?id=18639782127147019940

Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

Ο Εξάψαλμος





Αυτοί οι έξι ψαλμοί θα ακούγονται κατά την Δευτέρα Παρουσία  οποιος τους διαβάζει είναι μεγάλη ευλογία.
Ψαλμὸς τῷ Δαυῒδ, ὁπότε ἀπεδίδρασκεν ἀπὸ προσώπου Ἀβεσσαλὼμ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ.

2 Κύριε, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντές με
; πολλοὶ ἐπανίστανται ἐπ' ἐμέ· 3 πολλοὶ λέγουσι τῇ ψυχῇ μου· οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ. (διάψαλμα). 4 σὺ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἶ, δόξα μου καὶ ὑψῶν τὴν κεφαλήν μου. 5 φωνῇ μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα, καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ὄρους ἁγίου αὐτοῦ. (διάψαλμα). 6 ἐγὼ δὲ ἐκοιμήθην καὶ ὕπνωσα· ἐξηγέρθην, ὅτι Κύριος ἀντιλήψεταί μου. 7 οὐ φοβηθήσομαι ἀπὸ μυριάδων λαοῦ τῶν κύκλῳ συνεπιτιθεμένων μοι. 8 ἀνάστα, Κύριε, σῶσόν με, ὁ Θεός μου, ὅτι σὺ ἐπάταξας πάντας τοὺς ἐχθραίνοντάς μοι ματαίως, ὀδόντας ἁμαρτωλῶν συνέτριψας. 9 τοῦ Κυρίου ἡ σωτηρία, καὶ ἐπὶ τὸν λαόν σου ἡ εὐλογία σου.
ΨΑΛΜΟΣ 37
Ψαλμὸς τῷ Δαυιδ· εἰς ἀνάμνησιν περὶ σαββάτου.

2 Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ σου ἐλέγξῃς με, μηδὲ τῇ ὀργῇ σου παιδεύσῃς με. 3 ὅτι τὰ βέλη σου ἐνεπάγησάν μοι, καὶ ἐπεστήριξας ἐπ' ἐμὲ τὴν χεῖρά σου· 4 οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τῇ σαρκί μου ἀπὸ προσώπου τῆς ὀργῆς σου, οὐκ ἔστιν εἰρήνη ἐν τοῖς ὀστέοις μου ἀπὸ προσώπου τῶν ἁμαρτιῶν μου. 5 ὅτι αἱ ἀνομίαι μου ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου, ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ. 6 προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου· 7 ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους, ὅλην τὴν ἡμέραν σκυθρωπάζων ἐπορευόμην. 8 ὅτι αἱ ψόαι μου ἐπλήσθησαν ἐμπαιγμάτων, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τῇ σαρκί μου· 9 ἐκακώθην καὶ ἐταπεινώθην ἕως σφόδρα, ὠρυόμην ἀπὸ στεναγμοῦ τῆς καρδίας μου. 10 Κύριε, ἐναντίον σου πᾶσα ἡ ἐπιθυμία μου, καὶ ὁ στεναγμός μου ἀπὸ σοῦ οὐκ ἀπεκρύβη. 11 ἡ καρδία μου ἐταράχθη, ἐγκατέλιπέ με ἡ ἰσχύς μου, καὶ τὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, καὶ αὐτὸ οὐκ ἔστι μετ' ἐμοῦ. 12 οἱ φίλοι μου καὶ οἱ πλησίον μου ἐξ ἐναντίας μου ἤγγισαν καὶ ἔστησαν, καὶ οἱ ἔγγιστά μου ἀπὸ μακρόθεν ἔστησαν· 13 καὶ ἐξεβιάζοντο οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχήν μου, καὶ οἱ ζητοῦντες τὰ κακά μοι ἐλάλησαν ματαιότητας, καὶ δολιότητας ὅλην τὴν ἡμέραν ἐμελέτησαν. 14 ἐγὼ δὲ ὡσεὶ κωφὸς οὐκ ἤκουον καὶ ὡσεὶ ἄλαλος οὐκ ἀνοίγων τὸ στόμα αὐτοῦ· 15 καὶ ἐγενόμην ὡσεὶ ἄνθρωπος οὐκ ἀκούων καὶ οὐκ ἔχων ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ ἐλεγμούς. 16 ὅτι ἐπὶ σοί, Κύριε, ἤλπισα· σὺ εἰσακούσῃ, Κύριε ὁ Θεός μου. 17 ὅτι εἶπα· μήποτε ἐπιχαρῶσί μοι οἱ ἐχθροί μου· καὶ ἐν τῷ σαλευθῆναι πόδας μου ἐπ ἐμὲ ἐμεγαλορρημόνησαν. 18 ὅτι ἐγὼ εἰς μάστιγας ἕτοιμος, καὶ ἡ ἀλγηδών μου ἐνώπιόν μού ἐστι διαπαντός. 19 ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ ἀναγγελῶ καὶ μεριμνήσω ὑπὲρ τῆς ἁμαρτίας μου. 20 οἱ δὲ ἐχθροί μου ζῶσι καὶ κεκραταίωνται ὑπὲρ ἐμέ, καὶ ἐπληθύνθησαν οἱ μισοῦντές με ἀδίκως· 21 οἱ ἀνταποδιδόντες μοι κακὰ ἀντὶ ἀγαθῶν ἐνδιέβαλλόν με, ἐπεὶ κατεδίωκον δικαιοσύνην, [καὶ ἀπέρριψάν με τὸν ἀγαπητὸν ὡσεὶ νεκρὸν ἐβδελυγμένον.] 22 μὴ ἐγκαταλίπῃς με, Κύριε· ὁ Θεός μου, μὴ ἀποστῇς ἀπ' ἐμοῦ· 23 πρόσχες εἰς τὴν βοήθειάν μου, Κύριε τῆς σωτηρίας μου.
ΨΑΛΜΟΣ 62
Ψαλμὸς τῷ Δαυῒδ ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Ἰδουμαίας.

2 Ὁ Θεὸς ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω· ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ. 3 οὕτως ἐν τῷ ἁγίῳ ὤφθην σοι τοῦ ἰδεῖν τὴν δύναμίν σου καὶ τὴν δόξαν σου. 4 ὅτι κρεῖσσον τὸ ἔλεός σου ὑπὲρ ζωάς· τὰ χείλη μου ἐπαινέσουσί σε. 5 οὕτως εὐλογήσω σε ἐν τῇ ζωῇ μου καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀρῶ τὰς χεῖράς μου. 6 ὡς ἐκ στέατος καὶ πιότητος ἐμπλησθείη ἡ ψυχή μου, καὶ χείλη ἀγαλλιάσεως αἰνέσει τὸ στόμα μου. 7 εἰ ἐμνημόνευόν σου ἐπὶ τῆς στρωμνῆς μου, ἐν τοῖς ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ· 8 ὅτι ἐγενήθης βοηθός μου, καὶ ἐν τῇ σκέπῃ τῶν πτερύγων σου ἀγαλλιάσομαι. 9 ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου, ἐμοῦ δὲ ἀντελάβετο ἡ δεξιά σου. 10 αὐτοὶ δὲ εἰς μάτην ἐζήτησαν τὴν ψυχήν μου, εἰσελεύσονται εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς· 11 παραδοθήσονται εἰς χεῖρας ῥομφαίας, μερίδες ἀλωπέκων ἔσονται. 12 ὁ δὲ βασιλεὺς εὐφρανθήσεται ἐπὶ τῷ Θεῷ, ἐπαινεθήσεται πᾶς ὁ ὀμνύων ἐν αὐτῷ, ὅτι ἐνεφράγη στόμα λαλούντων ἄδικα.
ΨΑΛΜΟΣ 87
ᾨδὴ ψαλμοῦ τοῖς υἱοῖς Κορέ· εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ μαελὲθ τοῦ ἀποκριθῆναι· συνέσεως Αἰμὰν τῷ Ἰσραὴλίτῃ.

2 2 Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἡμέρας ἐκέκραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντίον σου· 3 εἰσελθέτω ἐνώπιόν σου ἡ προσευχή μου, κλῖνον τὸ οὖς σου εἰς τὴν δέησίν μου. 4 ὅτι ἐπλήσθη κακῶν ἡ ψυχή μου, καὶ ἡ ζωή μου τῷ ᾅδῃ ἤγγισε· 5 προσελογίσθην μετὰ τῶν καταβαινόντων εἰς λάκκον, ἐγενήθην ὡσεὶ ἄνθρωπος ἀβοήθητος ἐν νεκροῖς ἐλεύθερος, 6 ὡσεὶ τραυματίαι καθεύδοντες ἐν τάφῳ, ὧν οὐκ ἐμνήσθης ἔτι καὶ αὐτοὶ ἐκ τῆς χειρός σου ἀπώσθησαν. 7 ἔθεντό με ἐν λάκκῳ κατωτάτῳ, ἐν σκοτεινοῖς καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. 8 ἐπ' ἐμὲ ἐπεστηρίχθη ὁ θυμός σου, καὶ πάντας τοὺς μετεωρισμούς σου ἐπήγαγες ἐπ' ἐμέ. (διάψαλμα). 9 ἐμάκρυνας τοὺς γνωστούς μου ἀπ' ἐμοῦ, ἔθεντό με βδέλυγμα ἑαυτοῖς, παρεδόθην καὶ οὐκ ἐξεπορευόμην. 10 οἱ ὀφθαλμοί μου ἠσθένησαν ἀπὸ πτωχείας· ἐκέκραξα πρὸς σέ, Κύριε, ὅλην τὴν ἡμέραν, διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου· 11 μὴ τοῖς νεκροῖς ποιήσεις θαυμάσια
; ἢ ἰατροὶ ἀναστήσουσι, καὶ ἐξομολογήσονταί σοι; 12 μὴ διηγήσεταί τις ἐν τάφῳ τὸ ἔλεός σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου ἐν τῇ ἀπωλείᾳ; 13 μὴ γνωσθήσεται ἐν τῷ σκότει τὰ θαυμάσιά σου καὶ ἡ δικαιοσύνη σου ἐν γῇ ἐπιλελησμένῃ; 14 κἀγὼ πρὸς σέ, Κύριε, ἐκέκραξα, καὶ τὸ πρωῒ ἡ προσευχή μου προφθάσει σε. 15 ἱνατί, Κύριε, ἀπωθῇ τὴν ψυχήν μου, ἀποστρέφεις τὸ πρόσωπόν σου ἀπ' ἐμοῦ;16 πτωχός εἰμι ἐγὼ καὶ ἐν κόποις ἐκ νεότητός μου, ὑψωθεὶς δὲ ἐταπεινώθην καὶ ἐξηπορήθην. 17 ἐπ' ἐμὲ διῆλθον αἱ ὀργαί σου, οἱ φοβερισμοί σου ἐξετάραξάν με, 18 ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ ὕδωρ ὅλην τὴν ἡμέραν, περιέσχον με ἅμα. 19 ἐμάκρυνας ἀπ' ἐμοῦ φίλον καὶ πλησίον καὶ τοὺς γνωστούς μου ἀπὸ ταλαιπωρίας.
ΨΑΛΜΟΣ 102
Τῷ Δαυῒδ.

Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον καί, πάντα τὰ ἐντός μου, τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον αὐτοῦ· 2 εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον καὶ μὴ ἐπιλανθάνου πάσας τὰς ἀνταποδόσεις αὐτοῦ· 3 τὸν εὐιλατεύοντα πάσας τὰς ἀνομίας σου, τὸν ἰώμενον πάσας τὰς νόσους σου· 4 τὸν λυτρούμενον ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν σου, τὸν στεφανοῦντά σε ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς· 5 τὸν ἐμπιπλῶντα ἐν ἀγαθοῖς τὴν ἐπιθυμίαν σου, ἀνακαινισθήσεται ὡς ἀετοῦ ἡ νεότης σου. 6 ποιῶν ἐλεημοσύνας ὁ Κύριος καὶ κρίμα πᾶσι τοῖς ἀδικουμένοις. 7 ἐγνώρισε τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ τῷ Μωυσῇ, τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ τὰ θελήματα αὐτοῦ. 8 οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος· 9 οὐκ εἰς τέλος ὀργισθήσεται, οὐδὲ εἰς τὸν αἰῶνα μηνιεῖ· 10 οὐ κατὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν ἐποίησεν ἡμῖν, οὐδὲ κατὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν, 11 ὅτι κατὰ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τῆς γῆς ἐκραταίωσε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν· 12 καθόσον ἀπέχουσιν ἀνατολαὶ ἀπὸ δυσμῶν, ἐμάκρυνεν ἀφ' ἡμῶν τὰς ἀνομίας ἡμῶν. 13 καθὼς οἰκτείρει πατὴρ υἱούς, ᾠκτείρησεν Κύριος τοὺς φοβουμένους αὐτόν, 14 ὅτι αὐτὸς ἔγνω τὸ πλάσμα ἡμῶν, ἐμνήσθη ὅτι χοῦς ἐσμεν. 15 ἄνθρωπος, ὡσεὶ χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ· ὡσεὶ ἄνθος τοῦ ἀγροῦ, οὕτως ἐξανθήσει· 16 ὅτι πνεῦμα διῆλθεν ἐν αὐτῷ, καὶ οὐχ ὑπάρξει καὶ οὐκ ἐπιγνώσεται ἔτι τὸν τόπον αὐτοῦ. 17 τὸ δὲ ἔλεος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶ νος ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτόν, καὶ ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ ἐπὶ υἱοῖς υἱῶν 18 τοῖς φυλάσσουσι τὴν διαθήκην αὐτοῦ καὶ μεμνημένοις τῶν ἐντολῶν αὐτοῦ τοῦ ποιῆσαι αὐτάς. 19 Κύριος ἐν τῷ οὐρανῷ ἡτοίμασε τὸν θρόνον αὐτοῦ, καὶ ἡ βασιλεία αὐτοῦ πάντων δεσπόζει. 20 εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ, δυνατοὶ ἰσχύϊ ποιοῦντες τὸν λόγον αὐτοῦ τοῦ ἀκοῦσαι τῆς φωνῆς τῶν λόγων αὐτοῦ. 21 εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ, λειτουργοὶ αὐτοῦ ποιοῦντες τὸ θέλημα αὐτοῦ· 22 εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ, ἐν παντὶ τόπῳ τῆς δεσποτείας αὐτοῦ· εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον.
ΨΑΛΜΟΣ 142
Ψαλμὸς τῷ Δαυῒδ, ὅτε αὐτὸν ὁ υἱὸς καταδιώκει.

Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου· 2 καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. 3 ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου, ἐκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος· 4 καὶ ἠκηδίασεν ἐπ' ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. 5 ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. 6 διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι. (διάψαλμα). 7 ταχὺ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου· μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ' ἐμοῦ, καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. 8 ἀκουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωῒ τὸ ἔλεός σου, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα· γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδόν, ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου· 9 ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, ὅτι πρὸς σὲ κατέφυγον. 10 δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου· τὸ πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ. 11 ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου, Κύριε, ζήσεις με, ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου· 12 καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολεθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἐγὼ δοῦλός σού εἰμι.