Σάββατο 21 Ιουλίου 2018

ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΠΩΣ ΝΑ ΔΙΩΧΝΗΣ ΤΟΥΣ ΚΑΚΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ


Κανένας αρχάριος στην πνευματική ζωή δεν μπορεί να διώξη τον κακό λο­γισμό, αν ίσως δεν τον διώξη ο Θεός. δυνατές ψυχές μπορούν να πολεμήσουν και να διώξουν τούς κακούς λογισμούς, πλην κι αυτές όχι από λόγου τους, αλλά μαζί με τον Θεό τους πολεμούν και τούς διώχνουν.
Όταν σου έρχονται κακοί λογισμοί να επικαλήσαι ακατάπαυστα τον Κύριον Ιησούν, ήγουν να λες την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Γιέ του θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν», κι αυτοί θα φυγαδευθούν γιατί δεν υποφέρουν τη θέρμη πού ανά­βει στην καρδιά η προσευχή. Η θέρμη αυτή είναι φωτιά που τους καίει, καθώς λέγει και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος.
Με το όνομα του Ιησού χτύπα και λάβωνε τους εχθρούς. Επειδή και ο θεός ημών είναι φωτιά που αφανίζει την κακία.
Κιβωτός
Ιούνιος 1952
Αριθμ. Φύλλ. 6

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος Η μυστική εργασία του Γεωργίου


ΑΔΕΛΦΟΙ και πατέρες, είναι καλό να διακηρύττουμε σε όλους το έλεος του Θεού και να γνωστοποιούμε στους πλησίον μας την ευσπλαγχνία και την άφατη αγαθότητά του σε μας. Ο θείος Δαβίδ λέει: «Εγώ δεν νήστεψα, δεν αγρύπνησα, δεν κοιμήθηκα καταγής, αλλά απλώς ταπεινώθηκα και μ' έσωσε ο Κύριος» (Ψαλμ. 116:6) Και για να πω συντομότερα: «Μόνο πίστεψα και με δέχθηκε ο Κύριος» (Ψαλμ.26:10). Διότι ενώ για την απόκτηση της ταπεινώσεως παρεμβάλλονται πολλά εμπόδια, για την απόκτηση της πίστεως κανένα. Εάν θελήσουμε με την ψυχή μας η πίστη ενεργεί αμέσως, επειδή είναι θείο δώρο και φυσικό χάρισμα -αφού οι Σκύθες και οι βάρβαροι πιστεύουν ο ένας στα λόγια του άλλου- εξαρτάται όμως και από την αυτεξούσια προαίρεσή μας. Αλλά για να σας αποδείξω την ενέργεια της ενδιάθετης πίστεως, θα σας διηγηθώ προς επιβεβαίωση των λόγων μου μια ιστορία που άκουσα από στόμα αληθινό.
Ζούσε στα χρόνια μας στην Κωνσταντινούπολη ένας νέος, που ονομαζόταν Γεώργιος (1), περίπου είκοσι ετών. Ήταν ωραίος στην όψη και κάπως επιδεικτικός στους τρόπους, στο βάδισμα και σ' όλη του την εμφάνιση. Γι' αυτό μερικοί που βλέπουν μόνο εξωτερικά και κατακρίνουν τους άλλους, είχαν σχηματίσει κακή ιδέα γι' αυτόν. Αυτός, λοιπόν, γνωρίστηκε με κάποιον άγιο μοναχό, που ζούσε σ' ένα από τα μοναστήρια της πόλεως (2). Του εμπιστεύθηκε την ψυχή του και έλαβε απ' αυτόν ένα μικρό πνευματικό κανόνα με την προτροπή να μην τον αμελήσει. Ο νέος του ζήτησε και κάποιο βιβλίο, που να αναφέρεται στη ζωή των μοναχών και την πρακτική τους άσκηση, και ο γέροντας του έδωσε το βιβλίο του αββά Μάρκου του Ασκητού "Περί του πνευματικού νόμου". Εκείνος το δέχτηκε σαν από Θεού και ελπίζοντας να καρπωθεί κάτι σπουδαίο απ' αυτό, το διάβασε ολόκληρο με πόθο και προσοχή. Απ' όλα ωφελήθηκε, αλλά τρία ιδιαιτέρως κεφάλαια έβαλε στην καρδιά του. Το ένα περιείχε αυτά τα λόγια:

Αν θέλεις τη θεραπεία σου επιμελήσου τη συνείδηση, κάνε ό,τι σου λέει και θα βρεις ωφέλεια.

Τό δεύτερο έλεγε:

Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου ΜΗ ΑΠΟΚΡΥΨΗΣ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΟΥ Παράφρασις Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου


Ελέησέ με, μόνε Κύριε, ελέησέ με, συ που με εσκέπασες από της νεαράς μου ηλικίας, συ που από την αγαθότητά σου μού εσυμπάθησες τα πάμπολλά μου πταίσματα που γνωρίζω πως σου έπταισα. Συ που με ελευθέρωσες από τον πλάνον και μάταιον κόσμον και από συγγενείς και φίλους και ατόπους ηδονάς και με αξίωσες να κάθωμαι εδώ ωσάν εις όρος [1] και μου έδειξες την θαυμαστήν σου, Θεέ μου, δόξαν και με εχαρίτωσες γεμίζοντας με όλον από θείον σου Πνεύμα και από Πνευματικόν φωτισμόν.
Συ πάλιν Θεέ μου, δος μου του δούλου σου τελείαν και ολόκληρον την Χάριν σου, χωρίς να μετανοήσης εις τούτο. Μην την αφαίρεσης, Δέσποτα, μηδέ αποστραφής με παραβλέποντάς με, συ που εξ αρχής με έστησες έμπροσθεν εις το πρόσωπόν σου και με εσυναρίθμησες εις τους δούλους σου και, σφραγίζοντάς με με την σφραγίδα [2] της Χάριτός σου, με επωνόμασες εδικόν σου.
Μη με πάλιν απορρίψης, μηδέ αποκρύψης το φως του προσώπου σου και με καλύψη σκότος· και με καταπίη η άβυσσος και συγκλείση ο ουρανός εμένα, τον οποίον με ανεβίβασες ανώτερα από αυτόν, καταξιώνοντάς με να συνευρίσκωμαι με τους αγγέλους σου, ή, να ειπώ καλύτερα, με εσένα τον των όλων ποιητήν και να συνευφραίνωμαι μαζί με εσένα και να θεωρώ την απαραμοίαστον δόξαν του προσώπου σου, απολαμβάνοντας χορταστικά και από το απλησίαστον φως· και να χαίρω ευφραινόμενος χαράν ανεκλάλητον, με την παρουσίαν της ανερμήνευ­του σου ελλάμψεως.
Οπόταν και κατατρυφώντας εγώ από εκείνο το ανερμήνευτον φως, εσκιρτούσα και έχαιρον ομού με εσένα τον ποιήτην και πλάστην μου, θεωρώντας το απαρομοίαστον κάλλος του προσώπου σου. Τόσον που και καταβιβάζοντας πά­λιν τον νουν μου εις την γην τότε, δεν έβλεπα μήτε τον κόσμον, με το να ήμουν πεφωτισμένος από εσένα, μήτε τα του κόσμου πράγματα, αλλά ήμουν ανώτερος και από τα πάθη και από τας φροντίδας.
Και συστρεφόμενος εις πράγματα και τα κακά ελέγχοντας, δεν συμμετείχα κατ' αρχάς εις τας κακίας των ανθρώπων. Αφ' ου δε, εγχρονίζοντας μέσα εις αυτά, επροτίμησα τα των άλλων και συνεσύρθηκα εις φιλονείκους ανθρώπους [3] με την ελπίδα της διορθώσεως των, εμέθεξα από την κακίαν. Και τώρα κυριευ­θείς από άγρια θηρία, κινδυνεύω. Διότι θέλοντας να αποσπάσω άλλους από την βλάβην εκείνων των θηρίων, εγώ πρώτος έγινα ξέσχισμα θηρίων.
Αλλά συ, φιλάνθρωπε, πρόφθασε σπλαγχνισθείς, τάχυνε και ελευθέρωσε εμέ, που διά εσένα έπεσα μέσα εις αυτά. Διότι καθώς ορίζει η εντολή σου[4], ελεήμον, έθεσα την αθλίαν μου ψυχήν διά την σωτηρίαν των αδελφών μου.

ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥΠΕΡΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΣ

ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Σας συκοφάντησαν. Δεν είστε ένοχος. Οφείλετε, ωστόσο, να υπομείνετε τη συκοφαντία μεγαλόψυχα. Και η υπομονή σας αυτή θα είναι ο κανόνας, το θεραπευτικό επιτίμιο, για παράπτωμα που διαπράξατε και για το οποίο είστε ένοχος. Μέσα στη συκοφαντία, επομένως, είναι κρυμμένο το έλεος του Θεού…

Μολονότι δεν είναι εύκολο, πρέπει οπωσδήποτε να συμφιλιωθείτε με τους συκοφάντες σας. Με μίσος στην καρδιά, δεν μπορεί να σωθεί κανείς. Γι΄αυτό οφείλουμε να αντιδρούμε με αυταπάρνηση στα εμπαθή αισθήματά μας. Έτσι εξαφανίζονται και οι θλίψεις. Η εμπάθεια, βλέπετε, είναι που γεννάει τη θλίψη.

Γνωρίζω πόσο δύσκολα υποφέρεται η συκοφαντία. Είναι λάσπη -μα λάσπη ιαματική. Υπομονή! Αργά ή γρήγορα θα λήξει η δοκιμασία. Ο Γιατρός των ψυχών θα αφαιρέσει το τσουχτερό κατάπλασμα…

Συκοφαντούσαν και τον Κύριο: «Ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης, τελωνών φίλος και αμαρτωλών» (Ματθ. 11:19). «Δαιμόνιον έχει και μαίνεται» (Ιω. 10:20). Τι μεγάλη δόξα, να μετέχουμε στα παθήματα του Χριστού!

Σηκώστε ταπεινά κι αγόγγυστα το σταυρό σας. Μη λιποψυχείτε. Αν η συνείδησή σας δεν σας κατακρίνει, μπορείτε να υψώνετε πάντα με θάρρος το βλέμμα σας στο Θεό και να στέκεστε με παρρησία μπροστά Του. Τι πιο σπουδαίο απ’ αυτό;…

Να ζείτε και να φέρεστε φυσιολογικά. Το πώς σας βλέπουν οι άλλοι να μην το λογαριάζετε. Μόνο του Θεού η κρίση έχει βαρύτητα, ως αλάθητη. Εμείς οι άνθρωποι δεν γνωρίζουμε καλά-καλά ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό, πολύ περισσότερο τον πλησίον.

(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην Πνευματική Ζωή, Ι. Μ. Παρακλήτου, Εκδ. ε΄, 2005, σ. 18-19)

TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ Απόκρισις περί των βιαίως αποθνησκόντων* *Ερωτήσεις και αποκρίσεις περί διαφόρων κεφαλαίων εκ διαφόρων προσώπων,


Ερώτησις: Άραγε όλοι όσοι πέφτουν από ύψος ή καλύπτονται από χώματα ή πνίγονται, το παθαίνουν αυτό από θεία απειλή και παραχώρησι ή από ενέργεια του πονηρού;
Απόκρισις: Ότι είναι ανεξερεύνητα τα κρίματα του Θεού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού, όπως λέει και η Γραφή[1], είναι φανερό. Παρά ταύτα όμως δεν είναι αλήθεια ότι όλοι όσοι πεθαίνουν με βίαιο θάνατο το παθαίνουν αυτό εξ αιτίας των αμαρτιών τους. Διότι και οι γιοι του Ιώβ, παρ' όλο που ήταν δίκαιοι, θάφτηκαν κάτω από τα ερείπια του σπιτιού τους[2]. Αλλά και ο Χριστός μας το διδάσκει αυτό λέγοντας ότι δεν ήσαν αμαρτωλότεροι απ’ όσους κατοικούσαν την Ιερουσα­λήμ εκείνοι οι δεκαοκτώ άνδρες, πάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ[3]· ούτε πάλι εκείνοι των οποίων το αίμα ο Πιλάτος ανέμιξε με τις θυσίες[4].
Από αυτά λοιπόν μαθαίνουμε ότι και οι δίκαιοι πολλές φορές πεθαίνουν με βίαιο θάνατο σύμφωνα με αφανείς και άγνωστες αποφάσεις του Θεού, οι οποίες οφείλονται σε τρεις λόγους:
Πολλές φορές ο Θεός επιτρέπει κάποιοι όσιοι άνδρες να θανατωθούν από θη­ρία ή από σεισμούς ή από πνιγμό ή από πτώσι σε γκρεμούς, για να φοβηθούν οι υ­πόλοιποι και να πουν: «Αν αυτός που ήταν άνθρωπος του Θεού έπαθε κάτι τέ­τοιο, άραγε τι πρόκειται να πάθουμε εμείς οι αμαρτωλοί; Και εάν ο δίκαιος μόλις που σώζεται, ο ασεβής και αμαρτωλός πού θα βρεθή;[5]»
Άλλοι πάλι που είχαν ίσως κάποια μικρά ελαττώματα και επετράπη να υπο­στούν αυτόν τον βίαιο θάνατο θα ευρεθούν πλέον τέλειοι μπροστά στον Θεό.
Και κάποιοι άλλοι, που πολλές φορές σαν δυνατοί πήραν επάνω τους τις α­μαρτίες του λαού, παραδίδονται γι' αυτόν τον λόγο σε πειρασμούς και οδυνηρό θάνατο προκαλώντας έτσι μεγαλύτερη σωτηρία και στον εαυτό τους και στον λαό.
Διότι και ο Χριστός για τις αμαρτίες μας πληγώθηκε[6] και για χάρι μας δέχθηκε τον θάνατο. Έχοντας λοιπόν αυτό υπ' όψιν ας μην απορήσουμε, όταν βλέπουμε ότι ο Ησαΐας πριονίσθηκε[7], ο Ιωάννης αποκεφαλίσθηκε[8], ο Στέφανος λιθοβολή­θηκε[9], ο Πέτρος σταυρώθηκε και πολλοί άλλοι άγιοι περιέπεσαν σε φοβερούς κιν­δύνους και θανάτους.
Κατά τον ίδιο τρόπο, σε τρεις λόγους μπορεί να αποδοθή και ο βίαιος θάνα­τος των κακών ανθρώπων: ή για να σωφρονισθούν οι υπόλοιποι από το φοβερό περιστατικό που τους συνέβη ή για να βρουν και οι ίδιοι κάποια ανακούφισι στην άλλη ζωή (διότι πάρα πολλή ωφέλεια βρίσκουν εκεί όσοι χωρίζονται από το σώμα με πικρό θάνατο· κι αυτό εννοούσε ο Κύριος, όταν έλεγε αναφερόμενος σε κάποι­ες πόλεις που δεν δέχθηκαν το κήρυγμά Του: τα Σόδομα και τα Γόμορρα θα έχουν ανεκτότερη τιμωρία κατά την ημέρα της κρίσεως παρά η πόλις εκείνη)[10] ή πάλι από θεία οργή και απειλή, όπως συνέβη στην περίπτωσι του Φαραώ[11] και του κα­τακλυσμού[12]. Άλλοι δηλαδή υποφέρουν μόνον εδώ, όπως ο Λάζαρος, άλλοι εν μέρει εδώ και εν μέρει μετά θάνατον, όπως ακριβως εκείνοι που κάηκαν στα Σό­δομα[13], και άλλοι μόνον μετά θάνατον, όπως ο πλούσιος της παραβολής του Λα­ζάρου[14].

Οσίου Πέτρου του Δαμασκηνού Απόρριψη της απογνώσεως


Δεν πρέπει όμως ν’ απελπιζόμαστε, όταν δεν είμαστε όπως πρέπει να είμαστε. Κακό είναι βέβαια, άνθρωπε, που αμάρτησες.
Γιατί όμως αδικείς το Θεό και από άγνοιά σου τον νομίζεις αδύνατο; Μήπως δεν μπορεί να σώσει την ψυχή σου Εκείνος που έκανε για σένα αυτόν τον τόσο μεγάλο κόσμο που βλέπεις; Κι αν πεις ότι «αυτό μάλλον καταδίκη μου είναι, όπως και η συγκατάβασή Του», μετανόησε και δέχεται τη μετάνοιά σου, όπως του ασώτου και της πόρνης.
Αν ούτε αυτό δεν μπορείς να κάνεις, αλλά από συνήθεια αμαρτάνεις σ’ εκείνα που δεν θέλεις, έχε ταπείνωση σαν τον τελώνη και αυτό είναι αρκετό για τη σωτηρία σου. Γιατί εκείνος που αμαρτάνει χωρίς να μετανοεί, αλλά δεν απελπίζεται, εξ ανάγκης βάζει τον εαυτό του κάτω απ’ όλη την κτίση και δεν τολμά να κατακρίνει ή να κατηγορήσει κανένα άνθρωπο. Θαυμάζει μάλλον τη φιλανθρωπία του Θεού και νιώθει ευγνωμοσύνη προς τον Ευεργέτη και άλλα πολλά καλά μπορεί να έχει. Και μ’ όλο που είναι υποχείριο του διαβόλου προς την αμαρτία, ωστόσο πάλι από το φόβο του Θεού παρακούει τον εχθρό που τον σπρώχνει στην απόγνωση, και γι’ αυτό είναι κάπως με το Θεό, αν έχει ευγνωμοσύνη, ευχαριστία, υπομονή, φόβο Θεού, και αν δεν κρίνει κανένα για να μην κριθεί, τα οποία είναι πάρα πολύ αναγκαία.
Όπως λέει ο Χρυσόστομος για τη γέενα, αυτή σχεδόν μας ευεργετεί περισσότερο από τη βασιλεία των ουρανών· γιατί εξαιτίας της πολλοί μπαίνουν στη βασιλεία, ενώ λόγω της βασιλείας λίγοι, με τη φιλανθρωπία βέβαια του Θεού. Αυτό γιατί η πρώτη μας διώχνει με το φόβο, ενώ η άλλη μας αγκαλιάζει, και σωζόμαστε και με τα δύο, με τη χάρη του Χριστού.
Όπως εκείνοι που πολεμούνται από πολλά πάθη, ψυχικά και σωματικά, στεφανώνονται αν κάνουν υπομονή και δεν παραδίνουν το αυτεξούσιό τους από αμέλεια, ούτε απελπίζονται, έτσι και εκείνος που πέτυχε την απάθεια με ασφάλεια και ανακούφιση, ξεπέφτει γρήγορα αν δεν ομολογεί τις ευεργεσίες πάντοτε με το να μην κατακρίνει κανένα.
Αν τολμήσει τέτοιο πράγμα, είναι σαν να δείχνει ότι με τη δική του δύναμη απέκτησε τον πλούτο της απάθειας, μας λέει ο άγιος Μάξιμος. Και όπως διατρέχει μεγάλο κίνδυνο όποιος είναι ακόμη εμπαθής και άμοιρος από το φωτισμό της γνώσεως, αν είναι πνευματικός οδηγός άλλων, λέει ο Δαμασκηνός, έτσι και εκείνος που έλαβε από το Θεό απάθεια και πνευματική γνώση, αν δεν ωφελήσει και άλλες ψυχές.

Μέγας Βασίλειος Τα άγραφα Μυστήρια της Εκκλησίας



Από τα δόγματα και τας αληθείας  που φυλάσσει η Εκκλησία άλλα μεν τα έχομεν πάρει από την γραπτήν διδασκαλίαν, άλλα δε, που μυστικώς έφθασαν μέχρις ημών εκ της παραδόσεως των αποστόλων, τα εκάμαμεν δεκτά. Και τα δύο στοιχεία, και η γραπτή και η άγραφος παράδοσις, έχουν την αυτήν σημασίαν δια την πίστιν. Και κανείς εξ όσων έχουν και μικρά γνώσιν των εκκλησιαστικών θεσμών δεν θα εγείρει αντίρρησιν επ' αυτών.
 
Διότι αν επιχειρούσαμεν να εγκατελείψωμεν όσα εκ των εθών είναι άγραφα, διότι δήθεν δεν έχουν μεγάλην σημασίαν, χωρίς να το καταλάβωμεν θα εζημιώναμεν το Ευαγγέλιον εις την ουσίαν του ή  μάλλον θα μετετρέπαμεν το κήρυγμα εις κενόν νοήματος όνομα. Λόγου χάριν (δια να θυμηθώ το πρώτον και πιο συνηθισμένον απ' όλα), ποιος εδίδαξε γραπτώς ότι οι ελπίζοντες εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού φανερώνουν αυτήν την πίστιν των με το να κάνουν το σημείο του Σταυρού; Το να στρεφώμεθα προς Ανατολάς κατά την προσευχήν ποιον γραπτόν έργον μας το εδίδαξε; Τους λόγους της επικλήσεως κατά τον αγιασμό του άρτου της θείας ευχαριστίας  και του ποτηρίου, ποιος εκ των αγίων μας τους άφησε γραπτώς; Δεν αρκούμεθα ασφαλώς εις αυτά που οι απόστολοι ή το Ευαγγέλιον μνημονεύουν, αλλά προς της Ευχαριστίας και μετά από αυτήνλέγομεν και άλλα, διότι εδιδάχθημεν από την άγραφον διδασκαλίαν ότι έχουν μεγάλην δύναμιν εις την επιτέλεσιν του Μυστηρίου.
 
Ευλογούμεν επίσης και το ύδωρ του βαπτίσματος και το έλαιον του Χρίσματος και ακόμη και αυτόν που βαπτίζεται. Από ποια γραπτά κείμενα τα επήραμεν αυτά; Δεν τα γνωρίζαμεν από την σιωπηράν και μυστικήν παράδοσιν; Ποιος γραπτός λόγος διδάσκει την δια του ελαίου χρίσιν; Από πού επήραμεν το να βαπτίζωμεν τρεις φοράς εις το ύδωρ τον άνθρωπον; Και τα άλλα ακόμη τα σχετικά με το βάπτισμα, όπως η αποκήρυξις του Σατανά και των αγγέλων αυτού, από ποιον σύγγραμα διδάσκονται; Δεν προέρχονται όλα αυτά από αυτήν την μη δημοσιευθείσαν και μυστικήν διδασκαλίαν, την οποίαν διετήρησαν οι πατέρες μας εν σιγή χωρίς να τη πολυερευνούν και να την περιεργάζονται, επειδή ορθώς είχαν μάθει, ότι πρέπει με τη σιωπήν να προστατεύομεν την σεμνοτητα των μυστηρίων; Διότι πώς ήτο δυνατόν να διακηρυχθεί το νόημα αυτών τα οποία ούτε να ιδούν επιτρέπεται όσοι είναι αμύητοι; Τι επεδίωκεν άραγε ο μέγας Μωυσής με το να καθορίσει ότι δεν ημπορούν όλοι να εισέρχονται εις το ιερόν; Τους βεβήλους δεν τους επέτρεψεν ούτε εντός των περιβόλων να εισέρχονται˙ αφού δε άφησε τα προαύλια μόνον δια τους καθαρωτέρους, τους Λευίτας μόνον έκρινε ως αξίους να προσφέρουν λατρείαν εις τον Θεόν. Ενώ δε  εξεχώρισεν ως έργον των ιερέων  τα σφάγια και τα ολοκαυτώματα και όλην την άλλην ιερουργίαν, επέτρεψε εις ένα μόνον, τον αρχιερέα να εισέρχεται εις τα άδυτα. Και δι'αυτόν καθώρισε να εισέρχεται όχι πάντοτε, αλλά κατά μίαν μόνον ημέραν του χρόνου και κατά ωρισμένην ώρα, ώστε να εποπτεύει τα Άγια των Αγίων με θάμβος, λόγω του ότι θα ήτο τούτο κάτι ασυνήθιστον και ξεχωριστόν.
 
Εγνώριζε καλώς ο σοφός Μωυσής ότι εύκολα περιφρονεί κανείς το συνηθισμένον και ευκολοπλησίαστον, το απομεμακρυσμένον όμως και σπάνιον το θεωρεί κατά φυσικήν ακολουθίαν ως περισπούδαστον. Κατά τον ίδιο τρόπον λοιπόν και οι απόστολοι και πατέρες που έθεσαν εξ αρχής τους εν τη Εκκλησία θεσμούς επεδίωκαν να διαφυλάξουν με τη μυστικότητα και την σιωπήν την σεμνότητα των Μυστηρίων. Άλλωστε παύει να είναι μυστήριον αυτό που εύκολα το πληροφορείται ο οιοσδήποτε.

Αλεβισμός και Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς Αρχιμ. Ιεροθέου Σ. Βλάχου


Σχόλια του νυν Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ.Ιεροθέου στον ισχυρισμό του καθηγητή Δ.Κιτσίκη ότι ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς είχε εντυπωσιασθεί από τον Αλεβισμό, «που τόσο κοντά ευρισκόταν στην Ορθοδοξία», ώστε ειλικρινά πίστεψε πως σύντομα οι Τούρκοι θα γίνονταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι... 
Ο Καθηγητής της Ιστορίας του Πανεπιστήμιου της Οττάβας Δημήτριος Κιτσίκης σε άρθρο του στην «Παράδοση» αναφέρεται στο φαινόμενο του αλεβισμού, που παρουσιάζεται έντονα στην Τουρκία και δημιουργεί σ’ αυτήν προβλήματα. Μεταξύ των άλλων λέγεται ότι «ο όρος αλεβισμός» εμφανίστηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μονάχα στον 19ο αιώνα, για να χαρακτηρισθούν οι ετερόδοξοι. Συνεπώς πρωτύτερα σήμαινε απλώς, όπως και στο Ιράν, οπαδό του σιϊσμού. Πέρα από την ύπαρ­ξη των Αλεβίδων και του όρου αλεβισμού, ο Καθηγητής παρουσιάζει και την φυσιογνωμία του αλεβισμού, γράφον­τας: «Την ουσία όμως του Αλεβισμού, δηλαδή την σύνθεση σαμανισμού, σιϊσμού και ελληνοορθοδοξίας τη συ­ναντάμε ήδη στο γενάρχη Οσμάν, η οποία μέσω των σουφιστικών ταγμάτων θα συνεχισθεί μέχρι τον 20ο αιώ­να»1.

Από τις παρατηρήσεις του Καθηγητού φαίνεται ότι οι Αλεβίδες είναι ένα κράμα σαμανισμού, σιϊσμού και ελληνορθοδοξίας. Ιδίως αυτό το τελευταίο, αν πραγματικά συμβαίνει, είναι πολύ ενδιαφέρον σημείο για μας τους Ορθοδόξους. Ο Καθηγητής χρησιμοποιεί διάφορα παρα­δείγματα για να υποστηρίξη τις απόψεις του. Δεν έχω πρόθεση να τα αμφισβητήσω, δεδομένου μάλιστα ότι δεν είμαι επιστήμων ιστορικός, και φυσικά ούτε ποτέ ασχολήθηκα με το σοβαρό αυτό θέμα.

Οφείλω όμως να παρατηρήσω ότι κλονίστηκα σημαν­τικά από την χρησιμοποίηση ενός παραδείγματος από την ζωή του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που συνέβη κατά τον χρόνο της αιχμαλωσίας στους Τούρκους. Οι προσωπικές μου παρατηρήσεις από την ανάγνωση των επιστολών του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά προς την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης, στις οποίες αναφέρονται οι θεολογικές συζητήσεις, που είχε ο άγιος Γρηγόριος με τον εγγονό του Ορχάν, τους Χιόνες και άλλους Μωαμεθα­νούς, καταλήγουν σε διαφορετικά συμπεράσματα από αυτά του Καθηγητού. Θα ήθελα να παραθέσω τα όσα λέ­γονται από τον Κιτσίκη και στην συνέχεια να εκθέσω τα δικά μου σχόλια και τις προσωπικές μου παρατηρήσεις.

Η σημασία της προσευχής στον αγώνα εναντίον των εμπαθών λογισμών Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος


Την περασμένη φορά σου περιέγραψα την όλη διαδικασία της μεταβάσεως από τον απλό λογισμό στην εμπαθή επιθυμία κι από εκεί στην εφάμαρτη πράξη. Όμως τα πράγματα δεν εξελίσσονται πάντα τόσο αργά όσο φάνηκε από την περιγραφή μου. Συχνά, αν όχι τις περισσότερες φορές, όλες οι φάσεις διαδέχονται η μία την άλλη αστραπιαία. Έτσι, πριν καλά-καλά προλάβει να εμφανιστεί ο λογισμός, τελείται η πράξη. Αυτό συμβαίνει κατεξοχήν στην περίπτωση του προφορικού λόγου. Δεν μπορείς, αλλά και δεν χρειάζεται ν’ αναλύεις όλα αυτά τα απρόβλεπτα και αλλεπάλληλα περιστατικά. Κάνε μόνο τούτο: Όταν αντιλαμβάνεσαι μιαν εμπαθή κίνηση, να στρέφεσαι αμέσως εναντίον της με όπλο το θυμό. Πώς θ’ αντιδράσεις, αν ένας κακοποιός σου επιτεθεί και σε χτυπήσει; Θα του ανταποδώσεις το χτύπημα μ’ όλη σου τη δύναμη. Με τον ίδιο τρόπο ν’ αντιδράς, όταν σου επιτίθεται ένας κακός λογισμός: Να τον χτυπάς με θυμό. Βέβαια, όπως ο κακοποιός δεν το βάζει πάντα στα πόδια μόλις τον χτυπήσεις, έτσι και ο λογισμός δεν φεύγει πάντα μόλις θυμώσεις. Κι αυτό γιατί στον πόλεμο των λογισμών εμπλέκονται συχνά και οι δαίμονες, που, όπως ξέρεις, είναι πείσμονες και ανυποχώρητοι. Όσο κι αν θυμώνεις μαζί τους, δεν κάνουν πίσω. Χρειάζεται, λοιπόν, πέρα από το θυμό, να χρησιμοποιήσεις κι ένα άλλο όπλο εναντίον τους. Ποιο είν’ αυτό;

Για πες μου, τί κάνει το θύμα της επιθέσεως ενός κακοποιού, αν δεν κατορθώσει να τον τρέψει σε φυγή με χτυπήματα; Καλεί σε βοήθεια. Τότε τα όργανα της τάξεως ανταποκρίνονται στο κάλεσμά του, τρέχουν και τον σώζουν. Αυτό πρέπει να γίνεται και στον πόλεμο με τα πάθη. Θα θυμώνεις εναντίον τους, αλλά και θα ζητάς τη θεία βοήθεια: «Κύριε, βοήθησέ με! Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, σώσε με!». «Θεέ μου, άκουσέ με και στείλε μου την βοήθειά σου! Κύριε, μην αργήσεις να με βοηθήσεις!» (Ψαλμ. 69:2).

Όταν προσφεύγεις στον Κύριο, μην κοιτάς τι γίνεται μέσα σου. Κράτα την προσοχή σου προσηλωμένη σ’ Εκείνον και ικέτευέ Τον για βοήθεια. Με τ’ όνομά Του μαστίγωνε τον εχθρό, όπως λέει ένας άγιος (όσιος Ιωάννης ο Σιναϊτης, Κλίμαξ , Κ΄, στ΄). Γιατί, όπως λέει ο ψαλμωδός, «ο Κύριος είναι κοντά σ’ όλους όσους τον επικαλούνται με ειλικρίνεια. Τα αιτήματα των πιστών Του τα εκπληρώνει. Ακούει τη δέησή τους και τους σώζει» (Ψαλμ. 144: 18-19). Ο Ίδιος υπόσχεται σ’ όποιον Τον επικαλείται με ελπίδα την ώρα της ανάγκης του: «Θα τον σώσω, επειδή ελπίζει σ’ εμένα. Θα τον προστατέψω, επειδή γνωρίζει ποιος είμαι. Θα μου κραυγάσει, και θα του αποκριθώ. Μαζί Του είμαι στη θλίψη του. Θα τον λυτρώσω και θα τον δοξάσω» (Ψαλμ. 90: 14-14). Με το θυμό, λοιπόν, και με την προσευχή θ’ αντιμετωπίζεις πάντοτε αποτελεσματικά τα πάθη που σε πολεμούν.

Μπορείς, πέρα απ’ αυτά, να κάνεις και κάτι άλλο, που μας συστήνουν οι άγιοι πατέρες: Μόλις αντιλαμβάνεσαι την κίνηση κάποιου πάθους στην ψυχή σου, ν’ αποκαλύπτεις – ή μάλλον να υπενθυμίζεις- στον εαυτό σου την αισχρότητά του. Αν σε προσβάλει, π.χ. ένας λογισμός υπερηφάνειας, άρχισε να λες μέσα σου: “Η υπερηφάνεια είναι βδελυκτή. Δεν ντρέπεσαι, ενώ είσαι χώμα και στάχτη, και φουσκώνεις από έπαρση; Συλλογίσου τις αμαρτίες σου…” και άλλα παρόμοια. Θα εξουδετερώνεις, δηλαδή, τον λογισμό με την επινόηση σκέψεων που καταστέλλουν την υπερηφάνεια. Πολλές φορές, πάντως, η μέθοδος αυτή η αντιρρητική, όπως λέγεται, αποδεικνύεται αναποτελεσματική. Ακόμα και όταν ο κατανοούμε την αισχρότητα του εμπαθούς λογισμού, τον διατηρούμε στο νου μας τόσο, όσο του χρειάζεται για να μολύνει την ψυχή μας, ξεσηκώνοντας το συναίσθημα και ξυπνώντας την επιθυμία. Πιο αποτελεσματική είναι η μέθοδος της άμεσης προσφυγής στη βοήθεια του Θεού. Όταν δεν εμπλεκόμαστε σε φραστικό πόλεμο με το πάθος, αλλά επικαλούμαστε τον Κύριο με φόβο, ευλάβεια, ελπίδα και πίστη, ο λογισμός φεύγει από το νου. Σε νου, βλέπεις, προσηλωμένο στον Κύριο, εμπαθής λογισμός δεν μπορεί να σταθεί. Αν, μάλιστα, αυτός έχει υποβληθεί από τον νοητό εχθρό, μόνο με την επίκληση και τη δύναμη του Θεού μπορείς να τον αποδιώξεις. Γιατί κανένας άνθρωπος δεν είναι πιο δυνατός από τους δαίμονες.

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία Α' Στο Σταυρό και το Ληστή και για τη δεύτερη παρουσία του Χριστού, και για την αδιάκοπη προσευχή υπέρ των εχθρών μας.

\
1. Σήμερα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός βρίσκεται πάνω στο σταυρό και εμείς εορτάζουμε, για να μάθεις ότι ο σταυρός είναι εορτή και πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ο σταυρός ήταν η λέξη που σήμαινε καταδίκη, τώρα όμως έγινε αντικείμενο τιμής. Προηγουμένως ήταν σύμβολο καταδίκης, τώρα όμως είναι η προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Γιατί αυτός ο σταυρός μας προξένησε άπειρα αγαθά, αυτός μας απάλλαξε από την πλάνη της ειδωλολατρίας, αυτός μας φώτισε ενώ ζού­σαμε μέσα στο σκοτάδι, αυτός μας συμφιλίωσε με το Θεό, ενώ είχαμε γίνει εχθροί του, αυτός μας έκανε φίλους του, ενώ είχα­με αποξενωθεί άπ' αυτόν, αυτός μας έφερε κοντά στο Θεό, ενώ ήμαστε μακριά του. Αυτός εξαφάνισε την έχθρα, αυτός εξα­σφάλισε την ειρήνη, αυτός έγινε για μας θησαυροφυλάκιο άπει­ρων αγαθών. Εξ αιτίας του δεν περιπλανιόμαστε πια στις έρη­μους, γιατί γνωρίσαμε τον αληθινό δρόμο. Δε ζούμε πια έξω από τη βασιλεία των ουρανών, γιατί βρήκαμε την είσοδό της. Δε φοβόμαστε πια τα πυρωμένα βέλη τού διαβόλου, γιατί είδαμε την πηγή. Χάρη σ' αυτόν δε βρισκόμαστε πια σε χηρεία, γιατί αποκτήσαμε το γαμβρό. Δε φοβόμαστε το λύκο, γιατί έχουμε τον καλό ποιμένα. Γιατί λέγει ο Χριστός· «Εγώ είμαι ο ποιμέ­νας ο καλός»1. Χάρη σ' αυτόν δεν τρέμουμε τον τύραννο, γιατί είμαστε κοντά στο βασιλιά. Γι' αυτό εορτάζουμε και τιμούμε το σταυρό. Έτσι παράγγειλε και ο Παύλος να εορτάζουμε το σταυρό. Διότι λέγει· «Ας εορτάζουμε όχι με την παλιά ζύμη, αλλά με άζυμα ειλικρίνειας και αλήθειας»2. Έπειτα, αφού πρόσθεσε την αιτία, συνέχισε˙ «Γιατί το Πάσχα το δικό μας εί­ναι ο Χριστός, που θυσιάσθηκε για τη σωτηρία μας»3.

Βλέπεις γιατί παραγγέλλει να εορτάζουμε το σταυρό; Γιατί επάνω στο σταυρό θυσιάσθηκε ο Χριστός. Και όπου γίνεται θυ­σία, εκεί εξαφανίζονται τα αμαρτήματα, εκεί γίνεται συμφιλίω­ση με τον Κύριο, εκεί γίνεται εορτή και χαρά. «Το Πάσχα, το δικό μας είναι ο Χριστός, που θυσιάσθηκε για μας». Και πες μου, που θυσιάσθηκε; Πάνω σε σταυρό που στήθηκε ψηλά. Εί­ναι καινούριο το θυσιαστήριο αυτής της θυσίας, επειδή και η θυσία είναι καινούρια και αξιοθαύμαστη. Γιατί ο ίδιος ήταν και θύμα και ιερέας. Θύμα, κατά το σώμα του, και Ιερέας, κατά την πνευματική του φύση. Ο ίδιος και πρόσφερε τη θυσία και προσφερόταν σωματικά. Άκουσε λοιπόν πως μας φανέρωσε ο Παύλος αυτά τα δύο. «Κάθε αρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους και γίνεται αρχιερέας για την ωφέλεια των ανθρώπων. Γι' αυτό λοιπόν ήταν ανάγκη να έχει και ο Χριστός κάτι που να το προσφέρει σαν θυσία. Και πρόσφερε αυτός τον εαυτό του»4. Και αλλού λέγει, ότι «Ο Χριστός που θυσιάσθηκε μια φορά για να βαστάξει πάνω του τις αμαρτίες των πολλών, θα φανεί σ' εκείνους που τον περιμένουν για να τους σώσει»5. Να, στη μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ενώ στην άλλη θυσίασε τον εαυτό του. Είδες πως έγινε και θύμα και Ιερέας, και πως ο σταυρός ήταν θυσιαστήριο;

Αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου Η επίσκεψη της θείας Χάριτος

\
Όσοι έχουν ένοικο της ψυχής τους τον Χριστό και οδηγούνται από το Πνεύμα, μερικές φορές είναι σαν να βρίσκωνται σε βασιλικό δείπνο, και ευφραίνονται και αγάλλονται με αγαλλίασι και ευφροσύνη απερίγραπτη. Άλλοτε είναι σαν τη νύφη που αναπαύεται με τον νυμφίο με θεϊκή ανάπαυσι. Άλλοτε γίνονται σαν ασώματοι άγγελοι. Παρ’ όλο που έχουν σώμα νοιώθουν τόσο απαλά και ανάλαφρα. Άλλοτε μοιάζουν σαν να γλεντούν με μεθυστικό ποτό. Μεθούν με Άγιο Πνεύμα σε μέθη θεϊκή και σε μυστήρια πνευματικά.

Άλλοτε είναι σαν να βρίσκωνται σε κλάματα και θρήνους για το ανθρώπινο γένος. Προσεύχονται για όλο τον Αδάμ και καίγονται για όλη την ανθρωπότητα, λαμβάνοντας πένθος και κλάματα από την αγάπη του Πνεύματος. Άλλοτε με υπερβολική χαρά ανάβουν από το Πνεύμα και καίγονται στην αγάπη, ώστε αν ήταν δυνατό κάθε άνθρωπο να τον βάλουν στα σπλάγχνα τους, χωρίς να κάνουν διάκρισι κακού και καλού.

Άλλοτε καταλαμβάνονται από το ταπεινό φρόνημα του Πνεύματος και κατεβαίνουν κάτω από κάθε άνθρωπο, θεωρώντας τον εαυτό τους πιο τελευταίο και πιο μικρό απ’ όλους... Άλλοτε μοιάζουν με ρωμαλέο άνδρα που φόρεσε βασιλική πανοπλία και κατέβηκε να πολεμήση τους εχθρούς και τους αντιμετώπισε επιτυχώς με νίκη... Άλλοτε η ψυχή αναπαύεται με υπερβολική ησυχία και γαλήνη και ειρήνη, νοιώθωντας απερίγραπτη πνευματική ηδονή και ανάπαυσι και ευεξία. Άλλοτε αποκτά από τη θεία χάρι μία σύνεσι και σοφία απερίγραπτη και μία γνώσι πνευματική ανεξερεύνητη, πράγμα που δεν μπορεί να περιγράψη ανθρώπινη γλώσσα. Και άλλοτε γίνεται σαν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Με τέτοιους ποικίλους τρόπους η Χάρις επισκέπτεται την ψυχή και ενεργεί σ’ αυτήν· και με τέτοιους πολλούς τρόπους την οδηγεί» (ομιλ. 18η).

«Άλλοτε η Χάρις κάνει ώστε να νοιώθη ειρήνη όλος ο εσωτερικός κόσμος και η καρδιά, ώστε η ψυχή από την πολλή χαρά να φαίνεται σαν άκακο παιδί. Τότε ο άνθρωπος δεν κατακρίνει κανένα είτε ειδωλολάτρη είτε Εβραίο είτε αμαρτωλό είτε κοσμικό, αλλά μέσα του έχει καθαρό μάτι και μ' αυτό όλους τους βλέπει καθαρούς και νοιώθει χαρά για όλον τον κόσμο και όλους θέλει να τους προσκυνή και να τους αγαπά, ειδωλολάτρες, Εβραίους.

Άλλοτε αισθάνεται σαν εκείνον που φόρεσε κάτι σαν ένδυμα φωτεινό, τέτοιο που δεν βρίσκεται σ’ αυτόν τον κόσμο και δεν μπορούν να το κατασκευάσουν ανθρώπινα χέρια (σαν τα ενδύματα του Κυρίου επάνω στο όρος όπου ανέβηκε ο Κύριος με τον Ιωάννη και τον Πέτρο και τα έκανε να αστράφτουν), και φορώντας το, να νοιώθη κατάπληξι και θαυμασμό.

«Άλλοτε ξεθαρρεύει στον Υιό του Θεού σαν υιός βασιλέως στον πατέρα του, και εισέρχεται μέσα στο παλάτι σε πολλά διαμερίσματα, και όσο προχωρεί του ανοίγονται καινούργια· σαν να λέμε ότι μπήκε σε εκατό δωμάτια του παλατιού και του ανοίχθηκαν και άλλα εκατό. Και γίνεται πλούσιος και όσο πλουτίζει, πάλι του δείχνονται άλλα πιο καινούργια θαυμαστά πράγματα. Και νοιώθει ότι του εμπιστεύεται ο ουράνιος Βασιλεύς σαν σε γυιό του και κληρονόμο πράγματα που δεν λέ­γονται από άνθρωπο και δεν διαρθρώνονται με γλώσσα ανθρώπινη.

»Άλλοτε νοιώθει ότι ένα θεϊκό φως φωτίζει την καρδιά του, που ανοίγει πιο μέσα και πιο βαθειά και φανερώνεται καινούργιο φως που προηγουμένως κρυβόταν, με αποτέλεσμα να καταπίνεται ο άνθρωπος από εκείνη την γλυκύτητα και θεωρία και τα απόκρυφα μυστήρια, ώστε εκείνες τις ώρες να αισθάνεται ότι ελευθερώθηκε κι έφθασε στην τελειότητα, ότι έγινε καθαρός και ελεύθερος από την αμαρτία» (ομιλ. 8η).

Από το βιβλίο: ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη (1940-2009)

Αναδημοσίευση από:
http://entaksis.gr/xristianika-themata/psihopheli/2018-03-08-21-33-37

Λόγος για το ψέμα Αββάς Δωρόθεος


ΕΠΙΣΤΟΛΗ Θ΄
Θέλω νά σᾶς θυμίσω, ἀδελφοί μου, λίγα γιά τό ψέμα. Γιατί δέν βλέπω νά πολυφροντίζετε νά κρατᾶτε τή γλώσσα σας καί γι᾿ αὐτό εὔκολα παρασυρόμαστε σέ λάθη. Βλέπετε, ἀδελφοί μου, ὅτι γιά κάθε πράγμα, ὅπως πάντα σᾶς λέω, παίζει ρόλο ἡ συνήθεια καί στό καλό καί στό κακό. Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη προσοχή καί ἄγρυπνη φροντίδα, γιά νά μήν μᾶς ξεγελάει τό ψέμα. Γιατί κανένας ἀπ᾿ αὐτούς πού λένε ψέματα δέν ἑνώθηκε μέ τό Θεό. Τό ψέμα δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τό Θεό. Γιατί εἶναι γραμμένο: «Τό ψέμα πηγάζει ἀπό τόν πονηρό». Καί σ᾿ ἄλλο σημεῖο ἔχει γραφτεῖ ὅτι: «Ὁ διάβολος εἶναι ψεύτης καί πατέρας τοῦ ψεύδους» (Ἰωάν. Η΄: 44). βλέπετε λέει τό διάβολο πατέρα τοῦ ψεύδους. Ἡ δέ ἀλήθεια εἶναι ὁ Θεός. Γιατί Αὐτός λέει: «Ἐγώ εἶμαι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰωάν. Δ΄: 16). Καταλαβαίνετε λοιπόν ἀπό Ποιόν χωριζόμαστε καί μέ ποιόν δενόμαστε μέ τό ψέμα. Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι δενόμαστε μέ τό διάβολο. Ἄν πραγματικά θέλουμε νά σωθοῦμε, ἔχουμε ὑποχρέωση μέ ὅλη τή δύναμη καί μέ κάθε φροντίδα ν᾿ ἀγαπᾶμε τήν ἀλήθεια καί νά φυλαγόμαστε ἀπό κάθε εἴδους ψέμα, γιά νά μήν μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀλήθεια καί τή ζωή.

Ὑπάρχουν δέ τρεῖς διαφορετικοί τρόποι γιά νά πεῖ κανείς ψέματα.

Ὁ ἕνας εἶναι τό νά πεῖ κανείς ψέματα μέ τό νοῦ του, ὁ ἄλλος τό νά πεῖ ψέματα μέ λόγια καί ὁ τρίτος τό νά πεῖ ψέματα μέ ὁλοκληρη τή ζωή του. Ἐκεῖνος πού μέ τό νοῦ του λέει: «Γιά μένα λένε». Καί ἄν σταματήσουν νά μιλᾶνε, πάλι ὑποψιάζεται ὅτι σταμάτησαν γι᾿ αὐτόν. Ἄν τοῦ πεῖ κανείς μιά κουβέντα, ὑποψιάζεται ὅτι τήν εἶπε ἐπίτηδες γιά νά τόν στενοχωρήσει. Καί μ᾿ ἕνα λόγο, σέ κάθε πράγμα ἔτσι ὑποψιάζεται τόν ἀδελφό του, λέγοντας: «Γιά μένα τό ᾿ κανε αὐτό, γιά μένα τό ᾿ πε ἐκεῖνο. Γι᾿ αὐτό τό λόγο ἔκανε τοῦτο τό πράγμα».

Αὐτός εἶναι πού μέ τό νοῦ του λέει ψέματα. Γιατί δέν λέει τίποτα ἀληθινό, ἀλλά ὅλα εἶναι βασισμένα στίς ὑποψίες. Ἀπ᾿ αὐτό τό λόγο λοιπόν γενιοῦνται περιέργειες, καταλαλιές, κρυφακούσματα, διαμάχες, κατακρίσεις. Τυχαίνει καμιά φορά νά ὑποψιαστεῖ κάποιος κάτι καί τά πράγματα ν᾿ ἀποδείξουν ὅτι ἦταν ἀληθινό. Καί γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς ἰσχυρίζεται ὅτι, ἐπειδή θέλει νά διορθώσει τόν ἑαυτόν του, πάντοτε κινεῖται μέ καχυποψία καί περιέργεια, κάνοντας τήν ἀκόλουθη σκέψη: «Ἄν μιλάει κανείς ἐναντίον μου κι ἐγώ τόν ἀκούσω, θά καταλάβω ποιό εἶναι τό σφάλμα πού μέ κατηγορεῖ καί θά διορθωθῶ».

Πρῶτα – πρῶτα λοιπόν, αὐτή ἡ προκατάληψη πού δέχεται στήν ψυχή του εἶναι ἔργο τοῦ πονηροῦ. Γιατί ἄρχισε μέ τό ψέμα, δηλαδή, χωρίς νά ξέρει ὑποψιάστηκε αὐτό πού δέν ἤξερε. Πῶς μπορεῖ λοιπόν κακό δέντρο νά κάνει καλούς καρπούς; Ἄν ὅμως θέλει νά διορθωθεῖ ἐντελῶς, ὅταν τοῦ πεῖ ὁ ἀδελφός: «Μήν τό κάνεις αὐτό» ἤ «γιατί τό ἔκανες ἐκεῖνο;» νά μήν ταραχθεῖ, ἀλλά νά βάλει μετάνοια καί νά τόν εὐχαριστήσει καί τότε θά διορθωθεῖ. Καί ἄν δεῖ ὁ Θεός ὅτι εἶναι τέτοια ἡ πρόθεσή του, δέν θά τόν ἀφήσει ποτέ νά πλανηθεῖ, ἀλλά ὁπωσδήποτε θά τοῦ στείλει τόν κατάλληλο ἄνθρωπο γιά νά τόν διορθώσει. Τό νά πεῖ ὅμως ὅτι: «Ἐπειδή θέλω νά διωρθωθῶ, πιστεύω στίς ὑποψίες μου καί κατά συνέπεια, συνηθίζω νά κρυφακούω καί νά περιεργάζομαι», αὐτό εἶναι μιά σκέψη πού τοῦ τή βάζει καί τή δημιουργεῖ ὁ διάβολος, θέλοντας νά τόν καταστρέψει.

† Π. ΑΘΑΝ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ Οι Χριστιανοί μέσα στον κόσμο


(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία)


«Χριστιανοί... επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται.»
(Προς Διόγνητον, ΒΕΠΕΣ 2, V, 9)

«Οι χρώμενοι τω κόσμω τούτο ως μη καταχρώμενοι. παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου»
(Α' Κορ. 7, 31)


Ο Χριστιανός είναι ο εκλεκτός του Χριστού.

       Ο αληθινός Χριστιανός, αγαπητοί μου, αισθάνεται πολύ μεγάλη τιμή και ευλογία από τον Θεό, γιατί γνώρισε τον Χριστό και γιατί είναι ένας εκλεκτός Του. Βέβαια είναι εκλεκτός με την έννοια ότι ο Χριστός τον διάλεξε για να γίνει πιστός. αλλά και ο πιστός, όχι λιγώτερο, όπως λέγει ο Μωυσής στο Δευτερονόμιο, διάλεξε τον Χριστό για Θεό του[1]. Έτσι λοιπόν όσοι ακολουθούν τον Χριστό λέγονται «κλητοί»[2], καλεσμένοι, «εκλεκτοί»[3], διαλεγμένοι, και «πιστοί»[4].


Το δίλημμα του Χριστιανού.


        Όμως για πολλούς Χριστιανούς, που δεν έχουν βαθύνει σ' αυτήν την κλήση του Χριστού και που δέχονται την επίδραση του κόσμου, αυτή τη γοητεία -γοητεία από το γόης, μάγος- αυτή τη μαγεία του κόσμου, με τα χρυσόχαρτά του -οπωσδήποτε γυαλίζει ο κόσμος, έχει μια λαμπερότητα. άλλο βέβαια ότι είναι χρυσόχαρτα και δεν είναι αληθινός χρυσός- για πολλούς Χριστιανούς όλα αυτά είναι άγνωστα, με αποτέλεσμα να μαγεύονται από τον κόσμο, να γοητεύονται. Αλλά από την στιγμή που ο Χριστιανός θα αρχίσει να γοητεύεται απ' αυτά που προσφέρει ο κόσμος, αυτομάτως βρίσκεται μέσα σε έναν προβληματισμό, και ο προβληματισμός αυτός είναι: πώς μπορώ εγώ ο Χριστιανός να σταθώ σαν Χριστιανός μέσα σ' έναν κόσμο, ο οποίος ασκεί διαρκώς επάνω μου έλξη και γοητεία;
        Έτσι λοιπόν βλέπουμε να τίθεται ένα δίλημμα. γιατί πράγματι πολλές φορές είμαστε μοιρασμένοι ανάμεσα στον Χριστό και τον κόσμο. Πολλές φορές φθάνουμε σ' εκείνο το φοβερό -ακρότητα φυσικά- να είμαστε μόνο κατ' όνομα Χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα ζούμε και πολιτευόμαστε κατά κόσμον, έχοντας δυστυχώς ένα βαθύ κοσμικό φρόνημα. Είναι δε γνωστό ότι εκείνος ο οποίος έχει κοσμικό φρόνημα δεν μπορεί να λέγεται Χριστιανός. Λέγει σαφώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης «μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω»[5], μην αγαπάτε τον κόσμο, λέει, ούτε ό,τι υπάρχει μέσα στον κόσμο. Και όταν λέει κόσμον, δεν εννοεί εδώ το σύνολο των ανθρώπων, ούτε εννοεί το σύμπαν, αλλά εννοεί τους  ανθρώπους, τον κόσμο, εν εννοία ηθική.


Τί είναι κόσμος.


        Όπως λέγει ωραιότατα ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, «κόσμος εστίν όνομα περιεκτικόν επιπίπτον επί τα ειρημένα πάθη»[6]. Το λέει εξ άλλου καιο ευαγγελιστής Ιωάννης αυτό. στον οποίο κόσμο λέει ότι υπάρχει η επιθυμία η κακή, η αλαζονεία του βίου και λοιπά.[7] Τί είναι λοιπόν κόσμος; Το περιεκτικόν όνομα των παθών. Δηλαδή αν έπρεπε να ονομάσουμε όλα τα πάθη που μαστίζουν τον άνθρωπο με ένα όνομα, αυτά θα τα λέγαμε: κόσμος, και αν θα έπρεπε να κάνουμε μία ανάλυση της εννοίας κόσμος, θα αναφέραμε τα επιμέρους ονόματα των παθών.
Έτσι αντιλαμβάνεσθε ότι η άγνοια πολλών από μας, ή απλώς η αδυναμία της βουλήσεώς μας, μας κάνει και ελκόμαστε από τον κόσμο, ώστε τελικά -ας μην το κρύβουμε- να χάνουμε τη σωτηρία μας. Είναι το πρόβλημα της κάθε εποχής στους Χριστιανούς. ίσως όχι τόσο στους αρχαίους Χριστιανούς, όπως θα το δούμε στη συνέχεια, όσο σ' εμάς στην εποχή μας. Διότι αυτό που σήμερα λέμε κόσμος είναι πάλι Χριστιανοί, αλλά που κοσμικοποιήθηκαν, που έγιναν ολότελα κόσμος. Είναι όμως Χριστιανοί. Οπότε γίνεται μία αντιδιαστολή των Χριστιανών που έχουν φρόνημα Χριστού και των Χριστιανών που έχουν φρόνημα του κόσμου.   
        Εμείς πού βρισκόμαστε; Αν έχω μπροστά μου ένα, όπως βλέπω, εκλεκτό ακροατήριο, εκλεκτούς ανθρώπους, εκλεκτούς με την έννοια ότι εξελέγησαν από τον Θεό, που γνωρίζουν τον Θεό, τότε πιστεύω ότι είστε, ή θα θέλατε να είστε, ή μάλλον όλοι μας να είμαστε, στην μερίδα των Χριστιανών που έχουν επίγνωση Χριστού και διαρκώς αποτοξινώνονται απ' αυτό το λεγόμενο κοσμικό φρόνημα.


Ποια η βασική αιτία απομακρύνσεως από την πνευματική ζωή.


        Βέβαια στους πολλούς μία βασική αιτία του ότι δεν ζουν πνευματική ζωή είναι η άγνοια, όπως λέγει ο άγιος Κλήμης Ρώμης στη δευτέρα του επιστολή προς τους Κορινθίους. Λέει: «αμαρτάνομεν ουκ ειδότες», αμαρτάνουμε χωρίς να το ξέρουμε, «πόθεν εκλήθημεν και υπό τίνος και εις ον τόπον, και όσα υπέμεινεν Ιησούς Χριστός παθείν ένεκα ημών»8. Θεωρείται μεγάλη αμαρτία η άγνοια του περιεχομένου της Πίστεώς μας. Ποιος είναι εκείνος που με καλεί; Πού με καλεί να βρεθώ; Τί υπέστη ο Κύριος Ιησούς Χριστός για μένα; Αν αυτά τα αγνοώ, τότε αμαρτάνω, γιατί αυτή η άγνοια είναι εκείνη που θα με ρίξει και στην ποικίλη αμαρτία.
        Το ίδιο λέει και ο ιερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στις Γραφές. ότι η άγνοια των Γραφών έχει εισαγάγει και την αίρεση και τον διεφθαρμένο βίο, και όλα τα 'χει αναποδογυρίσει, «και τα άνω κάτω πεποίηκεν»[9, όλα τα 'χει αναποδογυρίσει αυτή η άγνοια! Γι' αυτό πρέπει διαρκώς να γνωρίζουμε το θέλημα του Θεού, διαρκώς να μελετούμε την Αγία Γραφή, να μελετούμε και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας.

Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ -Διδαχή την Κυριακή του Αντίπασχα για τον Χριστιανισμό


Διδαχή την Κυριακή του Αντίπασχα για τον Χριστιανισμό 
 

(Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ)

«Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» (Ιω. 20, 29)
«ΜΑΚΑΡΙΟΙ είναι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να μ’ έχουν δει». Αυτά τα λόγια είπε ο Κύριος στον πιστό μαθητή Του, που αρνήθηκε να πιστέψει στην ανάστασή Του, όταν οι αδελφοί του, οι απόστολοι, του τη γνωστοποίησαν. Αυτά τα Λόγια είπε ο Κύριος στον μαθητή Του, που είχε δηλώσει ότι δεν θα πίστευε στην ανάστασή Του, ώσπου να βεβαιωνόταν με τις αισθήσεις του γι’ αυτό το τόσο θαυμαστό και τόσο σημαντικό για ολόκληρη την ανθρωπότητα γεγονός. «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας!» (Ιω. 20, 25), έλεγαν με χαρά στον άγιο Θωμά οι άλλοι απόστολοι, στους οποίους εμφανίστηκε ο Κύριος την ημέρα της αναστάσεώς Του, όταν βράδιασε. Οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι σ’ ένα σπίτι με κλειδωμένες τις πόρτες, επειδή φοβούνταν τους Ιουδαίους, που μόλις είχαν διαπράξει τη θεοκτονία κι έπαιρναν ήδη μέτρα εναντίον της προαναγγελμένης αναστάσεως του Ιησού (Βλ. Ιω. 20, 19). Ο Κύριος είχε μπει στο σπίτι χωρίς ν’ ανοίξει τις πόρτες.
Ο Θωμάς, λοιπόν, αποκρίθηκε στους αδελφούς του με αμηχανία: «Αν δεν δω στα χέρια Του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δεν βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δεν βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά Του, δεν θα πιστέψω» (Ιω. 20, 25). Με τα λόγια αυτά δεν εκφράστηκε απιστία, που είναι εναντίωση στον Θεό. Με τα λόγια αυτά εκφράστηκε μια άφατη χαρά. Με τα λόγια αυτά εκφράστηκε η απορία μιας ψυχής μπροστά στο μεγαλείο ενός γεγονότος που υπερβαίνει την ανθρώπινη νόηση, ενός γεγονότος που άλλαξε την κατάσταση της ανθρωπότητας.
Ο πανάγαθος Κύριος δεν άργησε να δώσει στον μαθητή Του την επιβεβαίωση που τόσο ποθούσε. Μία εβδομάδα μετά την πρώτη εμφάνισή Του στους αποστόλους, εμφανίστηκε πάλι σ’ αυτούς εκεί που ήταν συγκεντρωμένοι. Μαζί τους βρισκόταν τώρα κι ο Θωμάς. Ξαφνικά, λοιπόν, μολονότι οι πόρτες ήταν κι αυτή τη φορά κλειδωμένες, είδαν τον Κύριο να παρουσιάζεται και να στέκεται ανάμεσά τους. «Ειρήνη σ’ εσάς» (Ιω. 20, 26), τους είπε. Έπειτα γυρίζει στον Θωμά και του λέει: «Φέρε το δάχτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου. Φέρε και το χέρι σου και βάλ’ το στην πλευρά μου. Μην αμφιβάλλεις· πίστεψε!» (Ιω. 20, 27). Έτσι ο Κύριος έδειξε ότι, ως «πανταχού παρών», βρισκόταν εκεί, ανάμεσα στους μαθητές Του, και τότε που ο Θωμάς, θεωρώντας Τον απόντα, είχε αμφισβητήσει την ανάστασή Του. Ο Θωμάς ήθελε να βεβαιωθεί για την ανάσταση του Χριστού. Αλλά τώρα, παίρνοντας μιαν ασύγκριτα ανώτερη διαβεβαίωση, δεν χρειάζεται την επιβεβαίωση της αναστάσεως. «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου!» (Ιω. 20, 28), αναφωνεί. Σαν να έλεγε: “Αφού βεβαιώθηκα για τη θεότητά Σου, δεν ζητώ να διαπιστώσω την ανάστασή Σου. Σ’ Εσένα, τον παντοδύναμο Θεό, είναι όλα δυνατά, ακόμα κι εκείνα που υπερβαίνουν την ανθρώπινη αντίληψη”.

Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ. Πως πρέπει να προσέχει τον εαυτό του όποιος ζει μέσα στον κόσμο


Πῶς πρέπει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του ὅποιος ζεῖ μέσα στὸν κόσμο (1)
Ψυχὴ ὅλων τῶν ἀσκήσεων, ποὺ γίνονται γιὰ τὸν Κύριο, εἶναι ἡ προσοχή. Δίχως προσοχή, ὅλες αὐτὲς οἱ ἀσκήσεις εἶναι ἄκαρπες, νεκρές. Ὅποιος ποθεῖ τὴ σωτηρία του πρέπει νὰ μάθει νὰ προσέχει ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό του, εἴτε ζεῖ στὴ μόνωση εἴτε ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, ὁπότε καμιὰ φορά, καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλει, παρασύρεται ἀπὸ τὶς συνθῆκες.

Ἂν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γίνει τὸ ἰσχυρότερο ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς, τότε πιὸ εὔκολα θὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, τόσο στὴν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ μας ὅσο καὶ μέσα στὸν θόρυβο ποὺ μᾶς κυκλώνει ἀπὸ παντοῦ.

Στὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς πολὺ συμβάλλει ἡ συνετὴ μετρίαση τῆς τροφῆς, ποὺ μειώνει τὴ θέρμη τοῦ αἵματος. Ἡ αὔξηση αὐτῆς τῆς θέρμης ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά, ἀπὸ τὴν ἔντονη σωματικὴ δραστηριότητα, ἀπὸ τὸ ξέσπασμα τῆς ὀργῆς, ἀπὸ τὸ μεθύσι τῆς κενοδοξίας καὶ ἀπὸ ἄλλες αἰτίες προκαλεῖ πολλοὺς λογισμοὺς καὶ φαντασιώσεις, δηλαδὴ τὸν σκορπισμὸ τοῦ νοῦ. Γι’ αὐτὸ οἱ ἅγιοι πατέρες σ’ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του συστήνουν πρὶν ἀπ’ ὅλα τὴ μετρημένη, διακριτικὴ καὶ διαρκῆ ἐγκράτεια ἀπὸ τὶς τροφὲς (2).

Ὅταν σηκώνεσαι ἀπὸ τὸν ὕπνο πρόκειται γιὰ μιὰ προεικόνιση τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, ποὺ περιμένει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους—, νὰ κατευθύνεις τὶς σκέψεις σου στὸν Θεό. Νὰ προσφέρεις σὰν θυσία σ’ Ἐκεῖνον τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς λειτουργίας τοῦ νοῦ σου, ὅταν αὐτὸς δὲν ἔχει ἀκόμα προσλάβει καμιὰ μάταιη ἐντύπωση.

Ἀφοῦ ἱκανοποιήσεις ὅλες τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ὅπως κάθε ἄνθρωπος ποὺ σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, διάβασε μὲ ἡσυχία καὶ αὐτοσυγκέντρωση τὸν συνηθισμένο προσευχητικό σου κανόνα. Φρόντισε ὄχι τόσο γιὰ τὴν ποσότητα ὅσο γιὰ τὴν ποιότητα τῆς προσευχῆς. Αὐτὸ σημαίνει νὰ προσεύχεσαι μὲ ἀπόλυτη προσοχή. Ἔτσι θὰ φωτιστεῖ καὶ θὰ ζωογονηθεῖ ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὴν κατάνυξη καὶ τὴ θεία παρηγοριά.

Μετὰ τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς, προσπαθώντας πάλι μ’ ὅλες σου τὶς δυνάμεις γιὰ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς, νὰ διαβάζεις τὴν Καινὴ Διαθήκη, κυρίως τὸ Εὐαγγέλιο. Διαβάζοντας, νὰ σημειώνεις μὲ ἐπιμέλεια τὶς παραγγελίες καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ κατευθύνεις σύμφωνα μ’ αὐτὲς ὅλες σου τὶς πράξεις τῆς ἡμέρας, φανερὲς καὶ κρυφές.

Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ: Τα όπλα του Χριστιανού στον πνευματικό του αγώνα


Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
Τα όπλα του Χριστιανού στον πνευματικό του αγώνα
Όπως στεκόταν στον παράδεισο (Γεν. 3:24), έτσι στέκεται και τώρα απειλητικός απέναντι στον άνθρωπο ο θανάσιμος εχθρός του, το πεσμένο «Χερουβείμ», με το περιστρεφόμενο πύρινο ξίφος. Αδιάκοπα και αδιάλλακτα πολεμάει το πλάσμα του Θεού, προσπαθώντας να το παρασύρει στην παράβαση των εντολών Του και σε όλεθρο μεγαλύτερο από εκείνον των προπατόρων μας. Δυστυχώς, με κάθε επιτυχία του ο εχθρός ενθαρρύνεται και γίνεται πιο επιθετικός.

Το περιστρεφόμενο πύρινο ξίφος που έχει στο χέρι του ο άρχοντας του αέρα, είναι, σύμφωνα με την ερμηνεία του οσίου Μακαρίου του Μεγάλου, (1) η δυνατότητα των δαιμόνων να περιστρέφουν τη διάνοια και την καρδιά του ανθρώπου, σαλεύοντας και φλογίζοντάς τες με ποικίλα πάθη. Ο απόστολος κάνει λόγο για «τα φλογισμένα βέλη του πονηρού» (Εφ. 6:16), ενώ ο προφήτης παρομοιάζει την επενέργεια του διαβόλου στην ψυχή με «τη φωτιά που καίει τ’ αγκάθια» (Ψαλμ. 117:12).

Ο όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει: «Από τότε που έκανε τον άνθρωπο να εξοριστεί, εξαιτίας της παρακοής του, από τον παράδεισο και τον Θεό, ο διάβολος με τους δαίμονες έχει τη δυνατότητα να σαλεύει νοητά μέρα και νύχτα το λογιστικό κάθε ανθρώπου, άλλου λίγο, άλλου πολύ και άλλου πιο πολύ. Και το λογιστικό δεν μπορεί να οχυρωθεί διαφορετικά, παρά με την ακατάπαυστη μνήμη του Θεού. Αν, δηλαδή, με τη δύναμη του σταυρού εντυπωθεί στην καρδιά η θεία μνήμη, θα στερεώσει και θα κάνει ακλόνητο το λογιστικό. Σ’ αυτόν τον σκοπό οδηγεί ο νοητός αγώνας, στον οποίο κάθε χριστιανός αποδύθηκε να αγωνιστεί μέσα στο στάδιο της πίστεως του Χριστού· αλλιώς θ’ αγωνιστεί μάταια». (2)

Η εντολή που δόθηκε από τον Θεό, αφορά όχι μόνο τα έργα και τα λόγια, αλλά κυρίως την πηγή και την αιτία τους, τους λογισμούς. Γι’ αυτό ο εχθρός πολεμάει πρώτιστα τον νου. Αν, λοιπόν, ο νους, που ηγεμονεύει στις δυνάμεις του ανθρώπου, δεν συγκατατεθεί στην αμαρτία, δεν μπορούν να γεννηθούν ούτε λόγια ούτε έργα αμαρτωλά.

Το όπλο του εχθρού είναι η σκέψη και η φαντασίωση της αμαρτίας. Ο άνθρωπος πρέπει να παλεύει εναντίον των πονηρών εναερίων πνευμάτων μέσα στον χώρο του νου. Εκεί θα νικήσει ή θα νικηθεί. Εκεί θα ελευθερωθεί από τα τελώνια ή θα υποταχθεί σ’ αυτά. Εκεί θα αποφασιστεί η αιώνια κατάστασή του. Ο ίδιος θα διαλέξει ελεύθερα είτε την αιώνια ζωή, που του χαρίστηκε πρώτα από τον Πλάστη κι έπειτα από τον Λυτρωτή του, είτε τον αιώνιο θάνατο, που προαναγγέλθηκε ήδη στον παράδεισο από τον δίκαιο Θεό ως συνέπεια της παραβάσεως της ευεργετικής εντολής Του.

Σ’ αυτή τη μεγάλη και πολύ κρίσιμη πάλη μάς καλεί ο άγιος απόστολος Παύλος, όταν λέει: «Ντυθείτε με την πανοπλία που δίνει ο Θεός, για να μπορέσετε ν’ αντιμετωπίσετε τα τεχνάσματα του διαβόλου. Γιατί δεν έχουμε να παλέψουμε με ανθρώπους αλλά με αρχές και εξουσίες, δηλαδή με τους κυρίαρχους του σκοτεινού τούτου κόσμου, τα πονηρά πνεύματα, που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό» (Εφ. 6:11-12).