" Όλη μου η ευτυχία ή η δυστυχία εξαρτάται από τους λογισμούς μου και από τις διαθέσεις της καρδιάς μου. Αν οι λογισμοί κι οι διαθέσεις μου είναι σύμφωνα με την αλήθεια του Θεού, με το θέλημά Του, τότε είμαι αναπαυμένος, γεμάτος θείο φως, χαρά κι ευλογία. Αν όχι, τότε είμαι ανήσυχος, γεμάτος με πνευματικό και ψυχοφθόρο σκότος, νιώθω να με βαραίνει η απόγνωση. Αν μεταβάλλω τελείως τους απατηλούς κι ακάθαρτους λογισμούς και τις διαθέσεις της καρδιάς μου και τους κάνω αληθινούς και θεάρεστους, τότε αποκτώ πάλι ανάπαυση κι ευλογία.
Ο πλησίον μου είναι μια ύπαρξη με ίσα δικαιώματα μαζί μου. Είναι ένας άνθρωπος σαν και μένα, πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού. Κι αφού είναι σαν και μένα, πρέπει να τον αγαπώ όπως αγαπώ και τον εαυτό μου. «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθ. κβ΄ 39). Πρέπει να τον φροντίζω και να τον προσέχω όπως προσέχω τη σάρκα και το αίμα μου, να του φέρομαι στοργικά, ευγενικά, καλοσυνάτα, να του συγχωρώ τις αστοχίες όπως θα συγχωρούσα και τις δικές μου, όπως θα ‘θελα να συγχωρήσουν κι οι άλλοι τα σφάλματά μου και να μου φέρονται με συγκατάβαση. Δηλαδή, όπως θα ‘θελα οι άλλοι άνθρωποι να μην παρατηρούν τα λάθη μου, σαν να μην υπάρχουν, ή να τα αγνοούν με ευγένεια, με καλοσύνη και μεγαλοψυχία, το ίδιο πρέπει να κάνω κι εγώ στον αδελφό μου.
Ο σαρκικός άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει την ευλογία και την πνευματική ευφροσύνη που απολαμβάνουμε με την προσευχή και την άσκηση της αρετής. Ούτε στο ελάχιστο δεν μπορεί να κατανοήσει τι ευλογία και ποια μακαριότητα μάς περιμένει στον άλλο κόσμο. Δε γνωρίζει τίποτα υψηλότερο από την επίγεια σαρκική χαρά. Τις μέλλουσες ευλογίες τις λογαριάζει φαντασίες. Ο πνευματικός άνθρωπος όμως γνωρίζει εμπειρικά την ευλογία που νιώθει η ενάρετη ψυχή, γιατί η καρδιά του προγεύεται από τώρα τη μέλλουσα μακαριότητα.
Όσο περισσότερο προοδεύει στην πνευματική ζωή ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο πνευματοποιείται. Αρχίζει σιγά σιγά να βλέπει παντού το Θεό, την ύπαρξη της δύναμής Του σε όλα τα πράγματα. Βλέπει παντού και πάντα τον εαυτό του να κατοικεί στο Θεό, να εξαρτάται απ’ Αυτόν ακόμα και στα πιο παραμικρά πράγματα. Αντίθετα, όσο περισσότερο ο άνθρωπος είναι δοσμένος στο σαρκικό τρόπο ζωής, τόσο περισσότερο σαρκικός γίνεται. Δε βλέπει παντού το Θεό. Δεν Τον βλέπει ούτε και στα πιο θαυμαστά επιτεύγματα της θείας Του δύναμης. Το μόνο που βλέπει παντού είναι σάρκα και ύλη. Στα δικά του μάτια ο Θεός δεν υπάρχει ποτέ και πουθενά. (πρβλ. Ψαλμ. 35: 2). ".
.......Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης
Ὁ Χριστιανὸς διανοούμενος μέσα στὴν Ἐκκλησία» 1969, ἔκδ. Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε. Ἀθήνα 1968.
(Ἀπόδοση : Λουκίας Ι. Μεταξᾶ)
Ἴσως ἀναζητοῦμε μ' αὐτὴ τὴ στάση μιὰ δικαιολογία γιὰ τὶς παραιτήσεις μας ἢ ἀναγνωρίζουμε μιὰ μυστικὴ συνενοχὴ μὲ τὰ σκοτάδια. Ἐπικρίνουμε τοὺς δημιουργοὺς ποὺ γίνονται προσηλυτιστὲς τῆς ἀρετῆς κι ἔχουμε δίκιο κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ἡ πίστη ζημιώνει τὴ δημιουργικὴ πράξη. Ἁλλὰ συγχωροῦμε εὔκολα τοὺς ἀποστόλους τοῦ νοσηροῦ καὶ τῆς εἰδωλολατρείας σὰν μέσα σ' αὐτὴ τὴ τελευταία, ἡ αὐτονομία τῆς τέχνης νὰ γινόταν σεβαστή. Ἐν τούτοις, καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις, πρόκειται γιὰ μιὰ μεροληψία βλαβερὴ στὴν τέχνη, γιὰ μιὰ καθαρὴ παραβίαση τῶν νόμων τῆς δημιουργικῆς δραστηριότητας.
Ἀνεξάρτητα ἀπὸ κάθε αἰσθητικὴ σκέψη, ἀρνοῦμαι νὰ πιστέψω ὅτι πραγματοποιεῖ κάποιος ἔργο ἀλήθειας, μὲ τὸ νὰ μὴ δείχνη ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο παρὰ τὴν πληθωρική του κλήση στὸ κακό, ἤ τὸ ἔνστικτό του γιὰ τὸ θάνατο. Μέσα σὲ κάθε ἄρρωστο ὑπάρχει ἀκόμα ἕνα ποσοστὸ ὑγείας χωρὶς τὸ ὁποῖο ἡ ζωὴ δὲ θὰ ὑπῆρχε, οὔτε ἡ τέχνη ἐπίσης, γιατί ἡ τέχνη δὲ μπορεῖ νὰ κάνη τίποτα γιὰ τὸν θάνατο. Εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο, ὅταν τὸ ὅραμα ποὺ ζωογονεῖ τὸ ἔργο, δὲν εἶναι ἀρκετὰ βαθύ. Ἡ ἁπλὴ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων δὲν εἶναι ἀρκετὰ διεισδυτική. Θ' ἀρκοῦσε κανεὶς νὰ ἔσκαβε λίγο περισσότερο γιὰ νὰ βρῆ μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο βέβαιες ἐκδηλώσεις ζωῆς καὶ ἀμέτρητα ἀναβρύσματα.
Ἂν προσπαθήση κανεὶς τώρα νὰ τοποθετήση τὴν τέχνη, κατὰ οὐσιώδη τρόπο, μέσα στὸ περίπλοκο τῶν ἀνθρωπίνων δραστηριοτήτων, πρέπει νὰ παραδεχτῆ ὅτι τὰ ἔργα τὰ ὁποῖα, ἐνῷ εἶναι αὐθεντικὰ ὡς καλλιτεχνήματα, προέρχονται ἀπὸ μιὰν ἐκλογὴ ὑπαρξιακὴ βλαβερὴ
γιὰ τὸν ἄνθρωπο, δὲ μποροῦν ἀδιάκοπα νὰ κυκλοφοροῦν μέσα σὲ μιὰ κοινωνία χωρὶς νὰ ἐπιφέρουν τελικὰ τὴν ἔκπτωση τοῦ ἀνθρώπου. Προσπαθώντας νὰ μὴ δείχνει κανεὶς στοὺς ἀνθρώπους παρὰ τὸ ἄθλιο μέρος τῆς ὕπαρξής τους, καταλήγει νὰ σκοτώση τὸν ἐνθουσιασμὸ καὶ τὸ δυναμισμὸ χωρὶς τὰ ὁποῖα καμμιὰ κοινωνία δὲ μπορεῖ νὰ σταθῆ. Λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν τέχνη. Προκειμένου νὰ ἐκλέξη κανεὶς μεταξὺ μιᾶς διεφθαρμένης τέχνης καὶ τοῦ ἀνθρώπου, καλύτερα εἶναι νὰ ψηφίση ὑπὲρ αὐτοῦ. Καὶ καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι ὁρισμένες στιγμὲς οἱ κοινωνίες ἐπιβάλλουν μέτρα ἀσφαλείας. Ἀμύνονται. Ὅταν εἶναι ἐκφυλισμένες, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ μὴ ἀναγνωρίζουν αὐτὸ ποὺ τὶς καταστρέφει, γκρεμίζονται καὶ ἡ τέχνη συντείνει στὸ νὰ καταβαραθρωθοῦν.
Κατὰ τ' ἄλλα, εἶμαι προσωπικὰ πεπεισμένος ὅτι ἡ τέχνη ποὺ ἐξευτελίζει ἀληθινὰ τὸν ἄνθρωπο, προδίδεται πρῶτα ὡς τέχνη καὶ παραβιάζει τοὺς ἐσωτερικούς της νόμους. Ἄν οἱ ἄνθρωποι στέκουν ἀπέναντί της μὲ μιὰν ὑπερβολικὴ ἐπιείκεια, εἶναι γιατί κολακεύει αὐτὸ ποὺ καλύπτει τὴν κατάπτωσή τους καὶ προσδίνει στὸν ἴδιο τους ἐκφυλισμὸ μιὰ ἐπίφαση ἀλήθειας. Ἐν τούτοις, οἱ ἄνθρωποι δὲ χορταίνουν ἀπεριόριστα μὲ μιὰ τροφὴ ποὺ τοὺς ἀρρωσταίνει κι ἔρχεται μιὰ μέρα ποὺ ἀντιδροῦν ἄγρια ἐναντίον αὐτοῦ ποὺ τοὺς καταστρέφει. Οἱ νέοι εἰδικά, ἀρέσκονται πρὸς στιγμὴ σ' ἔργα ποὺ δικαιολογοῦν τὴ τεμπελιὰ τους ἀλλ' ἀνασηκώνουν μιὰ μέρα τὸ κεφάλι καὶ ἀπορίπτουν συνολικὰ τὰ βιβλία ποὺ ἀπειλοῦν τὴν ὕπαρξή τους. Ἀντίθετα πρὸς ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ τῶν δημιουργῶν μας, οἱ νέοι μας ἐμπιστεύονται τὴ ζωή, θέλουν νὰ ριζώσουν μέσα στὸν αἰῶνα τους, γυρεύουν αἰτίες ζωῆς. Ἀποστρέφονται τοὺς καλλιτέχνες ἢ τοὺς στοχαστὲς ποὺ θυμώνουν τὸν νεώτερο κόσμο. Ἀντὶ νὰ τοὺς κατηγορῆ κανεὶς γιὰ ἔλλειψη καλλιεργείας καὶ γιὰ τύφλωση, θὰ ἦταν ἴσως καλλίτερα ἂν ἀναθεωροῦσε τὶς ἴδιες του τὶς πεποιθήσεις.
Ἡ θέση τοῦ χριστιανοῦ διανοούμενου μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀποτελεῖ πρόβλημα, ὅταν διερωτᾶται κανεὶς πῶς νὰ συμφιλιώση τὴ δημοκρατικὴ νοοτροπία καὶ τὴ στάση τοῦ πιστοῦ ποὺ κυβερνᾶται καὶ διδάσκεται ἀπὸ τοὺς διαδόχους τῶν 'Αποστόλων καὶ τῶν ἀμέσων τους συνεργατῶν. Στὴ δημοκρατία, ἡ κυβέρνηση προέρχεται ἀπὸ τὸ λαό. Ὑπάρχει, ἀπὸ τὸ λαὸ καὶ γιὰ τὸ λαό. Μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ πρωτοβουλία προέρχεται ἀπὸ τὸ Θεό. Ἡ θεία ζωὴ δίδεται στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ Θεό, ἡ προτεινόμενη ἀλήθεια δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις μας ἢ ἀπὸ τὴν ἐκλογή μας. Μᾶς προτείνεται. Δὲν εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ τὴ δεχτοῦμε, ἀλλ' ἂν τὴ δεχτοῦμε, δὲν εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ τὴ συνδυάσουμε μὲ τὶς ἐπιθυμίες μας καὶ μὲ τὶς ἰδέες μας. Μᾶλλον ἐμεῖς πρέπει νὰ συμμορφωθοῦμε μὲ κανόνες ποὺ δὲν ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν κρίση μας. Μποροῦμε προφανέστατα νὰ τὴ μεταχειριστοῦμε ὅπως μᾶς ἀρέσει, ἀλλὰ παύουμε ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς νὰ εἴμαστε χριστιανοί.
Η ΛΟΓΙΚΗ του Αριστοτέλους ήταν δυσνόητη, και η μελέτη της πολύ κουραστική, ήδη για τους αρχαίους. O Κικέρων μας πληροφορεί ότι «ο φιλόσοφος [ο Αριστοτέλης] ήταν άγνωστος στους διδασκάλους της ρητορικής, διότι τον αγνοούσαν όλοι, εκτός από λίγους επαγγελματίες φιλοσόφους.» Ο λόγος ήταν απλός: απωθούσε τον αναγνώστη (του λογικού Οργάνου) «η ασάφεια του κειμένου» [Topicα Ι,1]. Αυτή η δυσκολία κατανοήσεως οδήγησε στην ανάγκη συγγραφής επεξηγηματικών σχολίων, βοηθητικών εγχειριδίων και εισαγωγών. Ένα τέτοιο εγχειρίδιο είναι και τα Τοπικά του Κικέρωνος, που ο μέγας ρωμαίος ρήτωρ έγραψε για τον φίλο του Γάιο Τρεβάτιο Τέστα. Για παρόμοιους λόγους συνέγραψε και ο νεοπλατωνικός Πορφύριος την περίφημη Εισαγωγή του.
Ο συριακής καταγωγής Πορφύριος ήταν μαθητής του Πλωτίνου. Το 268 έπαθε καταθλιπτική κρίση και θέλησε ν' αυτοκτονήση. Αλλά τον επισκέφθηκε ξαφνικά ο δάσκαλός του και τον εμπόδισε, λέγοντάς του οτι η επιθυμία αυτοκτονίας δεν προέρχεται «εκ νοεράς καταστάσεως, αλλ' εκ μελαγχολικής τινος νόσου» [Περί του Πλωτίνου βίου, 11]. Ο Πλωτίνος του συνέστησε να ταξιδεύση· έτσι, ο Πορφύριος πήγε στη Σικελία, όπου το 270 πληροφορήθηκε τον θάνατο του Πλωτίνου. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι επέστρεψε στη Ρώμη για ν' αναλάβη τη διεύθυνση της σχολής, μόνον έπειτ' από αρκετά χρόνια. Εκεί, στη Σικελία, έγραψε και την Εισαγωγή στις Κατηγορίες του Αριστοτέλους.
Απόδοση στη Νεοελληνική: π. Χερουβείμ Βελέτζας
Αυτό συμβαίνει και τώρα, εάν θέλουμε να σταθούμε με γενναιότητα και ανδρεία απέναντι στους επερχόμενους πειρασμούς, εάν δηλαδή έχουμε την ελπίδα μας στον Θεό εμείς μεν θα είμαστε σε ασφάλεια και ευρυχωρία, ενώ εκείνοι που μάς πειράζουν θα χαθούν. Γιατί λέει ότι εκείνος που σκάβει το λάκκο του άλλου, θα πέσει ο ίδιος μέσα (Ψαλμ. 7.16). Κι αν ακόμα δέσουν τα χέρια και τα πόδια, η θλίψη θα έχει τη δύναμη να τους λύσει. Γιατί δες το θαυμαστό: εκείνους που οι άνθρωποι έδεσαν, τους έλυσε η φωτιά. Κι όπως ακριβώς αν παραδώσει κανείς κάποιους από τους φίλους του στους δούλους (για να τους βασανίσουν), εκείνοι όμως επειδή ντρέπονται την φιλία του δεσπότου όχι μόνο δεν τους καταφθείρουν αλλά αποδίδουν σε αυτούς μεγάλη τιμή, έτσι και η φωτιά, επειδή εγνώριζε ότι οι παίδες εκείνοι ήταν φίλοι του Δεσπότου αυτού, και τα δεσμά τους έσπασε, και τους έλυσε και τους άφησε (άθικτους), και έγινε έδαφος γι αυτούς και καταπατούνταν από αυτούς, όπως έπρεπε, γιατί είχαν ριφθεί (στην κάμινο) για την δόξα του Θεού. Όσοι βρισκόμαστε σε θλίψη, αυτά τα υποδείγματα κατέχουμε.
Αλλά να, λέει, εκείνοι απαλλάχτηκαν από την θλίψη, ενώ εμείς όχι. Και φυσικά, επειδή εκείνοι δεν μπήκαν με αυτό τον τρόπο στην κάμινο, έχοντας δηλαδή την πεποίθηση ότι επρόκειτο να απαλλαγούν, αλλά ότι επρόκειτο να πεθάνουν εντελώς. Γιατί άκουσε αυτούς που λένε: «Υπάρχει Θεός στους ουρανούς, ο οποίος θα μας γλιτώσει. Κι αν δεν μας γλιτώσει, να γνωρίζεις, βασιλεύ, ότι δεν λατρεύουμε τους θεούς σου και δεν προσκυνούμε την χρυσή εικόνα που έστησες» (Δαν. 3.17 – 18). Εμείς όμως, σαν να διαπραγματευόμαστε τις παιδαγωγίες του Θεού, ορίζουμε και χρόνο λέγοντας “εάν μέχρι τότε δεν με ελεήσει...”, γι αυτό και δεν απαλλασσόμαστε. Επειδή και ο Αβραάμ δεν πορευόταν έχοντας κατά νου ότι θα παραλάβει σώο τον υιό του, αλλά ότι θα τον σφαγιάσει, και τον έλαβε σώο πάνω από κάθε προσδοκία• και συ όταν πέσεις μέσα στη θλίψη, μη βιαστείς, μη σπεύσεις να απαλλαγείς, προετοίμασε την διάνοιά σου για κάθε υπομονή, και θα απαλλαγείς ταχέως από την θλίψη, διότι γι αυτόν τον λόγο την φέρνει ο Θεός, για να μάς (εκ)παιδεύσει. Όταν επομένως από την αρχή παιδευθούμε, και δεν λυπούμαστε ή αδημονούμε, τότε λοιπόν αίρει (την θλίψη), επειδή όλα έχουν κατορθωθεί.
Από το «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος» Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1991.
[...] 24. Αν είσαι Σίμων Κυρηναϊος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι ' Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, πού 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. Αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση Του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;