ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΕΡΗΜΙΤΟΥ ΙΕΡΟΜ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ. ΙΕΡΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ - ΕΤΟΣ 1975 – ΠΩΣ ΕΓΙΝΑ ΜΟΝΑΧΟΣ
Πώς έγινα Μοναχός.
Όταν ήλθα από την Αμερική πήγα εις τον στρατό, και όταν αφυπηρέτησα, διά το έγγυμονείν την μοναχική επιθυμία επήγα εις ένα μοναστηράκι πλησίον της πατρίδος μου ίνα δοκιμάσω προς ολίγον, αλλά με κατάφεραν με τις κολακείες και έμεινα εκεί αρκετά χρόνια, και εκεί έγινα μοναχός και ιερεύς, και εκείνο πού θα δοκίμαζα προ ολίγον, το δοκίμασα επί πολύ και μου έγινε το πρώτο στάδιο της παιδαγωγίας. Υπήρχε τελεία χαλάρωσης, αναρχία, ασυνταξία, απαιδευσία και γενική απώλεια του σκοπού.
Εκεί καταφεύγουν τα ναυάγια του κόσμου διά την ανάπαυσις του σώματος και υλικά συμφέροντα, τα δέ ενδόμυχα κακά θριαμβεύουν και μόνα αυτά ακούονται αντί των αρετών, και το χειρότερο πάντων, τολμούν τινές και λαμβάνουν την ιεροσύνη αναξίως, διά την δόξα και τα κέρδη. Όθεν ή μωρία και ή πλάνη καταφαίνεται και το τέλος φοβερό.
Εις τούς τοιούτους έγενόμην έμπειρος, παρακολουθήσας δύο περιστάσεις.
Ό πρώτος κακώς και παρανόμως κρύψας τα σεαυτού κωλύματα έλαβε
την ιεροσύνη, και ανοήτως και εγκληματικός διανύων τας ημέρας του ήλθεν εις βαριά ασθένεια.
Και ως μη εξομολογούμενος, τον προέτρεπον οι σχετικοί του να εξομολογηθεί' και ως τούτο φοβούμενος, τους ρωτά, μα πώς με βλέπετε; και άλλοτε, μα τί είπε ό ιατρός; Και ούτος αγωνιών με ξηρές ελπίδες να γίνει καλά και να αποφύγει την εξομολόγηση/- αίφνης του ήλθε το άγγελμα του θανάτου. Και κράξας μετά φρίκης, είπε μεγαλοφώνως —λαχτάρα μου θα αποθάνω— ό δέ διακονητής του προσπαθεί να τον παρηγόρηση, αλλά τίποτε. Και του λέγει, θέλεις να σου φέρω τον πνευματικό να εξομολογηθείς;
Και του λέγει, τρέξε γρήγορα. Και ήλθε ό πνευματικός και πρόφθασε μόνο και του είπε —δεν ήμουνα για παπάς— και έπαυσε ή φωνή του, και απήλθε.
Ό δέ δεύτερος ωσαύτως δεν είχε πόρους ζωής, και κατέφυγε εις το μοναστήρι διά την σωματική αποκατάσταση, μη λογιζόμενος της μοναχικής ζωής τας εύθύνας. Και του ηγουμένου μωρού και σιωπώντας, οι απαίδευτοι υπάγουν εις την απώλειας.
Ούτος λοιπόν από τις πολλές του κακοτροπίες με ανάγκασε και έφυγα από το μοναστήρι. Άλλ' εκείνο πού θέλω να δείξω είναι της θείας Προνοίας ή μυστήριος ενέργεια. Ξέρω τα κωλύματα της ιεροσύνης, και μαζί με τις κακοτροπίες του, και το αβάστακτο της συμβιώσεως του, και θέλω να τον εμποδίσω από την ιεροσύνη, και διά το δικό του συμφέρον και διά το δικό μου, και έχω όλες τις ευκολίες και την δύναμιν.
Και βλέπω και με περιλαμβάνει μωρία, δειλία και φόβος, να μη τον εμποδίσω, και όταν έγινε, ιδού και μου ανοίγεται ή οδός να φύγω απ' εκεί καθώς επιθυμούσα πάντοτε διότι βλέπω ότι δεν υπάρχει σωτηρία. Και όταν ήλθα εδώ εις το Άγιο Όρος και ησύχασα λίγο, θαυμάζω την περίσταση, διότι δεν τον εμπόδισα από την ιεροσύνη καθώς έπραξε και βλέπων ότι εάν τον εμπόδιζα θα καθόμουν εκεί ισοβίους και θα δαπανούσα τον πολύτιμο χρόνο της ζωής μου εις ματαιότητας και εις άκαρπα και πλανεμένα έργα της εκεί ανάγκης, εις βάρος και ζημία μου.
—Δώησοι Κύριος κατά την καρδίαν σου— και εις έμενα, και εις εκείνον. Αυτός δέ πανηγύρισε την φυγή μου πού του έμεινε ή διαδοχή και έγινε ηγούμενος και χόρτασε όλες του τις επιθυμίες, χρήματα, πράγματα της Μονής, αυτά επιθυμούσε και γι' αυτά ήλθε εκεί.
—Δώησοι Κύριος κατά την καρδίαν σου και Κύριος φυλάσσει τα νήπια.
Λοιπόν, χωρίς να ξέρω το συμφέρον της σωτηρίας μου, μου έρχεται μωρία, δειλία και φόβος, να μη προσκρούσω με τούτο το θηρίο και το υστερήσω από τα θελήματα και τις επιθυμίες του με την τήρηση τω κανονικών και της δικαιοσύνης, διότι οι τοιούτοι ταύτα εύκολα τα χωνεύουν. Και ούτως έφυγα απ' εκεί και γλύτωσα από πολλά κακά και άδικα.
Πρόγνωσης.
Έτυχα εφημερεύων εις παράρτημα και με προσκάλεσαν εις μοναστήρι και διάβασα καλόγριες και μεγαλόσχημες και ρασοφόρες, και αφού τις τελείωσα, τους έκαμα μίαν τυπική σύσταση διά την μοναχική τους ζωή.
Έμβαθύνας δέ την σύσταση προς αύτάς, μου έρχεται έννοια και λογισμός, ότι και εσύ θα κάμεις καλόγριες δικές σου. Δεν του έδωσα σημασία σαν λογισμό συναρπαγής εκ του προκειμένου και έφυγα.
Εκείνος σαν άρχισε, ήρχετο ενίοτε και πάλιν τον καταφρονούσα. Αυτός όμως συνεχίζων ολίγον κατ' ολίγον μεγάλωσε και έγινε δυνατός, έως πού τυραννικώς μου το επέβαλε με συναίσθηση και προαίσθηση βεβαία.
Εγώ δέ μη έννοήσας την αληθή ενέργεια, άρχισα εναντίον του να μάχομαι.
Εκείνος απλώς με βεβαίωσε ότι θα κάμω καλόγριες δικές μου, εγώ δέ σχολίαζα τούς λογισμούς μου ότι θα πάω έξω στον κόσμο να κάμω καλόγριες όπως και άλλοι. Και έτσι θα φύγω από το Άγιο Όρος, θα φύγω από τούς μοναχούς, και θα πάω εις τον κόσμο και τις οίδε τί έχω να πάθω με καλόγριες. Και στρεφόμενος εναντίον μου ως μετ' οργής έπροασφάλιζα την αδυναμία μου, λέγων κα! απειλών" —Πρόσεξε κακομοίρη μου μη κουνηθείς και βγεις έξω από τα καλογέρια σου— και με τούτον τον λογισμό αγωνίστηκα πολλά χρόνια έως πού από την πολυκαιρία λησμονήθηκε. Και όταν ήλθε ό λόγος να πάω να κάνω τις καλόγριες, ούτε από το Άγιο "Όρος να βγω, ούτε από τούς μοναχούς μου να φύγω, ούτε εις τον κόσμο να πάω, ούτε ξένες καλόγριες να κάμω. Άλλ' οικιακός και καθήκοντος το μυστικόν δίλημμα εξετελέσθη.
Ή ασθένεια του υποτακτικού μου Αρσενίου.
Όταν το τέκνον μου Αρσένιος αρρώστησε και πήγε έξω να θεραπευτή, μου έγραψαν ότι θα κάμει εγχείρηση. Κα! μου λέγει ό λογισμός —ό Αρσένιος θα πεθάνει— Εγώ δέ παλαιών με τον λογισμό, υπέθετα το ενδεχόμενο εις την εγχείρηση να είναι. Κα! τούτο περιεργαζόμενος, ήλθε ή εγχείρησης και μου έγραψαν ότι καλώς πέτυχε και ό Αρσένιος είναι καλά.
Και τότε στρέφομαι εναντίον του λογισμού εκείνου του κακού μηνυτού, και τον υβρίζω τον καταρώμαι και τον στέλνω εις αφανισμό.
Και μου λέγει ό λογισμός, με όλα όσα μου είπες, και πάλιν σου λέγω, ό Αρσένιος θα πεθάνει και δεν θα έλθει πλέον εδώ. Και μου έδωσε αίσθηση και πληροφορία, και στάθηκα μελετών ενδομύχως, και καταμόνας εμβαθύνω το έβλεπα βέβαιον, ως να τον έβλεπα και νεκρό.
Το βαστούσα δέ μυστικόν και δεν το είπα εις την συνοδεία μου.
Και ήλθε ή πανήγυρης μας 15 Αυγούστου, και βλέπω τους ετοιμάζοντας, και δεν είναι εκεί ό Αρσένιος, καθώς κάθε χρόνο προΐστατο εις την ετοιμασία. Και μου έρχεται ή αγάπη του και τον αναζητώ, και αρχίζω να κλαίω.
Οι πατέρες έψαλλαν την αγρυπνία και εγώ κρύφθηκα μέσα εις το ιερόν και έκλαιγα συνέχεια και μου έγινε ή αγάπη πληγή, έρωτας αβάστακτος και με συνέχισε 15 ήμερες, νύκτα και μέρα, και εις τούς δρόμους και εις τα σπίτια πού περνούσα διαρκώς να κλαίω' και εις τας 15 ημέρας, με πήρε κάποιος για να με διασκέδαση εις μικρό ταξίδι, και ούτος κόπασε το πολύ. Και όλα αυτά ήσαν ξένα, και όχι της τάξεως και φύσεως και είδησης απλή ότι ό Αρσένιος θα πεθάνει. Άλλ' έως πού πέθανε ό Αρσένιος πόσος καιρός πέρασε και πόσα επεισόδια συνέβησαν είναι αδιήγητα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΕΚ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΕΡΗΜΙΤΟΥ
ΕΤΟΣ 1975 ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Εγγραφή σε: Αναρτήσεις (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου