Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: Τρίτη εκατοντάδα διαφόρων κεφαλαίων περί Θεολογίας, Οικονομίας, αρετής και κακίας Μέρος Δ'



76.Πράττομε εμείς, όσο έχομε ενεργό τη λογική δύναμη με την οποία εκ φύσεως μπορούμε να πράττομε τις αρετές, και όσο η νοερή μας δύναμη, η δεκτική κάθε γνώσεως, προσπερνά ακατάσχετα τη φύση όλων όσα υπάρχουν και αποτελούν αντικείμενο γνώσεως και αφήνει πίσω της όλους τους αιώνες. Πάσχομε όταν, έχοντας περάσει τελείως τους λόγους των όντων, φτάσομε —με τρόπο που ξεπερνά τη γνώση— στην Αιτία των όντων, και εκεί καταπαύσομε την ενέργεια των δυνάμεών μας μαζί με όσα εκ φύσεως είναι πεπερασμένα. Γινόμαστε τότε εκείνο, το οποίο καθόλου δεν αποτελεί κατόρθωμα της φυσικής δυνάμεως, αφού η φύση δεν έχει τη δύναμη να φτάσει το υπέρ φύση. Γιατί κανένα δημιούργημα δεν μπορεί από τη φύση του να προξενήσει τη θέωση, αφού ούτε μπορεί να φτάσει το Θεό. Μόνο η θεία χάρη έχει φυσικό ιδίωμα να χαρίζει με αναλογία στα όντα τη θέωση, καθώς λαμπρύνει τη φύση με το υπερφυσικό φως και την ανεβάζει πάνω από τα όριά της με την υπερβολική δόξα.

77. Έπειτ' από αυτή τη ζωή παύομε να πράττομε τις αρετές· δεν παύαμε όμως να πάσχομε κατά χάρη τη θέωση που παρέχεται ένεκα των αρετών. Γιατί το υπερφυσικό πάθος είναι απεριόριστο όσο και δραστικό, ενώ το παρά φύση πάθος είναι ανύπαρκτο και ανενεργό.

78. Τύποι των θείων αγαθών είναι οι τρόποι των αρετών και οι λόγοι των όντων, με τους οποίους ο Θεός γίνεται συνεχώς άνθρωπος. Και ως σώμα έχει τους τρόπους των αρετών, ενώ ως ψυχή τους πνευματικούς λόγους της γνώσεως· μέσω αυτών θεοποιεί τους αξίους δίνοντάς τους ενυπόστατη μορφή αρετής και χαρίζοντας ουσιαστική ύπαρξη γνώσεως χωρίς πλάνη.

79. Ο πιστός και πρακτικός νους μοιάζει με τον απόστολο Πέτρο, που φυλακίστηκε από τον Ηρώδη —όνομα που ερμηνεύεται «δερμάτινος». Έτσι και αυτός, όταν κρατηθεί από τον δερμάτινο νόμο, δηλαδή από το σαρκικό φρόνημα, τότε κλείνεται στη φυλακή με δύο φρουρούς και μια σιδερένια πύλη. Πολεμείται δηλαδή και από την ενέργεια των παθών και από τη συγκατάθεση της διάνοιας στα πάθη· όταν περάσει ανάμεσα απ' αυτές σαν από δύο φρουρές ή φυλακές, μέσω του λόγου της πρακτικής φιλοσοφίας σαν με βοήθεια αγγέλου, φτάνει στη σιδερένια πύλη που οδηγεί στην πόλη, δηλαδή στη στερεά και απότομη και δυσκολοπολέμητη σχέση των αισθήσεων προς τα αισθητά. Την πύλη αυτή ανοίγει αυτόματα ο λόγος της πνευματικής θεωρίας της φύσεως και άφοβα πλέον παραπέμπει το νου στα συγγενή νοητά, ελεύθερο από τη λύσσα του Ηρώδη.

80. Ο διάβολος είναι και εχθρός του Θεού και εκδικητής. Εχθρός του Θεού είναι όταν, από μίσος προς Αυτόν, παρουσιάζεται ο ολέθριος σαν να έχει αγάπη προς εμάς τους ανθρώπους, και πείθει την προαίρεσή μας με τα εκούσια πάθη μέσω της ηδονής να προτιμά από τα αιώνια αγαθά τα πρόσκαιρα, με τα οποία κλέβει όλη την επιθυμία της ψυχής και μας απομακρύνει τελείως από τη θεία αγάπη, κάνοντάς μας θεληματικούς εχθρούς του Δημιουργού. Εκδικητής πάλι είναι όταν, δείχνοντας γυμνό το μίσος του εναντίον μας, αφού πλέον γίναμε με την αμαρτία υποχείριοί του, ζητεί την τιμωρία μας. Γιατί τίποτε άλλο δεν είναι τόσο ευχάριστο στο διάβολο, όσο άνθρωπος που τιμωρείται. Όταν του επιτραπεί αυτό, τότε εφευρίσκει τα αλλεπάλληλα κύματα των αθέλητων παθημάτων και τα επιφέρει σαν λαίλαπα ανελέητα εναντίον εκείνων που έλαβε την άδεια κατά παραχώρηση Θεού. Και αυτό όχι γιατί θέλει να εκπληρώσει το θείο πρόσταγμα, αλλά γιατί επιθυμεί να κορέσει το πάθος του μίσους του εναντίον μας, ώστε η ψυχή, ατονώντας και γονατίζοντας από το πολύ βάρος των οδυνηρών συμφορών, να περικόψει τη δύναμη της θείας ελπίδας της μετατρέποντας σε αιτία αθεΐας τα κύματα των δεινών που επέρχονται σ' αυτήν για σωφρονισμό.


81. Όταν εκείνοι που απόκτησαν την πρακτική έξη και τη θεωρητική γνώση τις μεταχειρίζονται για δόξα ανθρώπινη, και με το φέρσιμό τους ιχνογραφούν εξωτερικά τις αρετές και λένε λόγια μόνο σοφίας και γνώσεως, χωρίς να έχουν έργα δικαιοσύνης, και για τη φαινομενικη αρετη και γνώση τους δείχνουν αλαζονεία απέναντι των άλλων, τότε εύλογα παραδίνονται στα δεινα που τους αρμόζουν, και μαθαίνουν εκ των υστέρων την ταπεινοφροσύνη, την οποία αγνόησαν από τη μάταιη οίηση τους.

82. Καθένας από τους δαίμονες, αναλογα με την ιδιαίτερη του ικανότητα συμβαίνει να προκαλεί αυτη η την άλλη επιφορά των πειρασμών. Γιατί καθένας προξενεί διαφορετικη κακία, και ο ένας είναι σαφώς πιο ακάθαρτος άπό τον άλλον και ικανότερος σε ορισμένο μάλλον είδος κακίας.

83. Χωρίς την παραχώρηση του Θεού, κι αυτοί οι δαίμονες δεν μπορούν να υπηρετούν τον διάβολο. Γιατί αυτός ο ίδιος ο Θεός επιτρέπει με την πρέπουσα φιλάνθρωπη και αγαθη πρόνοια στο διάβολο να επιφέρει με τους υπηρέτες του δαίμονες διάφορες τιμωρίες. Αυτό το φανερώνει καθαρά η ιστορία του Ίώβ, που γράφει ότι δεν μπορούσε διόλου ο διάβολος να πλησιάσει τον Ιώβ, χωρίς τη θέληση του Θεού.

84. Πραγματικη πίστη είναι η φανερη και έμπρακτη, κατά την οποία ο Λόγος του Θεού φανερώνεται στους πρακτικούς παίρνοντας σώμα με τις εντολές. Μέσω αυτών, ως Λόγος, ανεβάζει όσους τις πράττουν προς τον Πατέρα, στον οποίο βρίσκεται Αυτός κατά φύση.

85. Το μυστηριο της Νέας Διαθηκης κηρύττει την αλλαγη ζωης, την αγγελικη λατρεία, τη θεληματικη αποξένωση της ψυχης από το σώμα και την έναρξη της θεϊκης μεταμορφώσεως με τη χάρη του Πνεύματος. Πνευματικη περιτομη εννοεί ο λόγος του Θεού την αποκοπη της εμπαθούς σχέσεως της ψυχης προς το σώμα.

86. Επειδη ο Θεός είναι αγαθός και θέλει να ξεριζώσει ολότελα από μέσα μας το σπόρο της κακίας, δηλαδη την ηδονη, η οποία σύλησε από τον νου τη θεία αγάπη, επιτρέπει στον διάβολο να μας προξενησει πόνους και τιμωρίες. Έτσι ξύνει από την ψυχη με τους πόνους τη σκουριά της προηγούμενης ηδονής και συγχρόνως θέλει να μας προξενήσει μίσος και τέλεια αποστροφή προς τα παρόντα, τα οποία θωπεύουν μόνο την αίσθηση, επειδή χρησιμοποιώντας τα δεν έχομε πέρα από την τιμωρία κανένα κέρδος. Και θέλει ακόμα, την εκδικητικη και μισάνθρωπη δύναμη του διαβόλου να την κάνει αφορμή επιστροφής στην αρετή, για όσους θεληματικά έφυγαν από αυτήν.

87. Είναι πρέπον και δίκαιο να τιμωρούνται από τον διάβολο εκείνοι οι οποίοι δέχθηκαν ευχαρίστως τις κακές συμβουλές του για εκούσια αμαρτηματα. Γιατί ο διάβολος και την ηδονή σπέρνει, με τα εκούσια πάθη, και την οδύνη προξενεί, με τα ακούσια παθήματα.

88. Ο λόγος που ο θεωρητικός και γνωστικός νους παραδίνεται πολλές φορές προς τιμωρία στο διάβολο, ο οποίος δικαίως του προξενεί πόνους και συμφορές, είναι για να μάθει υποφέροντας να φιλοσοφεί μάλλον περί καρτερίας και υπομονής στους πόνους, παρά να ματαιολογεί ανώφελα με υπερηφάνεια για ανύπαρκτα πράγματα.

89. Εκείνος που υποφέρει γιατί έχει παραβεί κάποια θεία εντολή, αν εννοήσει την αιτία της θείας πρόνοιας που τον τιμωρεί για να τον θεραπεύσει, και τη συμφορά δέχεται ευχαρίστως και το σφάλμα για το οποίο τιμωρείται διορθώνει με χαρά. Εκείνος όμως που μένει αναίσθητος σ' αυτή τη θεραπεία, δίκαια χωρίζεται από τη χάρη που του δόθηκε και παραδίνεται στη σύγχυση των παθών, και αφήνεται να καταλήξει στην διάπραξη εκείνων των αμαρτημάτων που επιθυμούσε εσωτερικά.

90. Εκείνος που θεληματικά, από συναίσθηση των αμαρτιών του δείχνει υπομονή καθώς δέχεται τις επίπονες επιθέσεις των αθέλητων πειρασμών, μαζί με την πρέπουσα ευχαριστία, δεν εκδιώκεται από την έξη της αρετής και τη χάρη, γιατί υποτάχθηκε με τη θέλησή του στο ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας και δέχεται τις δοκιμασίες σαν να πληρώνει χρέος. Αλλά παραμένοντας σ' αυτές, στο βασιλιά της Βαβυλώνας καταβάλλει ως φόρο τους βίαιους πόνους που προξενήθηκαν από το παθητικό μέρος της φύσεώς του, και την κατά διάνοια συγκατάθεση γι' αυτούς, ως χρεώστης τους για τις προηγούμενες αμαρτίες- στο Θεό όμως προσφέρει τη διόρθωση των σφαλμάτων μέσω της αληθινής λατρείας, δηλαδή της ταπεινής διαθέσεως.

91. Εκείνος που δε δέχεται με ευχαριστία τη συμφορά που με ακούσιους πειρασμούς επιτρέπει ο Θεός προς διόρθωσή του, και δεν αποβάλλει μετανοώντας την οίηση που έχει γιατί τάχα είναι δίκαιος, αυτός, επειδή αντιτάσσεται στις διαταγές της δίκαιης κρίσεως του Θεού και δεν καταδέχεται να υποταχθεί θεληματικά στο ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας, παραδίνεται σύμφωνα με θεία διαταγή σε αιχμαλωσία και κλοιούς και δεσμά και αρρώστια και θάνατο και μαχαίρι και εξορίζεται εντελώς από την πατρίδα του. Γιατί όλα αυτά, και περισσότερα ακόμη, παθαίνει εκείνος που εξορίζεται από την έξη της αρετής και της γνώσεως σαν από την πατρίδα του. Και ο λόγος είναι που δεν θέλει από υπερηφάνεια και μάταιη οίηση να εκτίσει τις ποινές που του επιβάλλονται για τις αμαρτίες του και να χαίρεται στις θλίψεις, στις ανάγκες και στις στενοχώριες όπως ο θείος Απόστολος. Γιατί γνώριζε ο μέγας Αποστολος ότι η ταπείνωση που προέρχεται από τους σωματικούς πόνους φυλάγει τους θείους θησαυρούς της ψυχής· γι' αυτό και ευχαρίστως έκανε υπομονή και για τον εαυτό του και για όσους ήταν τύπος αρετής και πίστεως, ώστε και αν ως υπεύθυνοι πάσχουν —όπως ο Κορίνθιος πού επιτιμήθηκε—, να έχουν παρηγοριά και παράδειγμα υπομονής αυτόν που υπέφερε χωρίς να φταίει.

92. Εκείνος που δε στέκεται εξαιτίας της αισθήσεως στα σχήματα των ορατών, αλλά με το νου αναζητά τους λόγους τους ως υποτυπώσεις των νοητών ή παρατηρεί τους λόγους των αίσθητών κτισμάτων, διδάσκεται ότι κανένα από όσα βλέπομε δεν είναι ακάθαρτο. Γιατί όλα έχουν γίνει εκ φύσεως πολύ καλά.

93. Εκείνος που δεν μεταβάλλεται μαζί με την κίνηση των αισθητών, εργάζεται ανόθευτα τις αρετές. Εκείνος που δεν άφησε τα αισθητά να αποτυπώσουν στο νου του τα σχήματά τους, αυτός έχει λάβει την αληθινή ιδέα των όντων. Εκείνος πάλι που με τη διάνοιά του προσπέρασε και αυτή την ουσία των όντων, αυτός ως άριστος θεολόγος, έπειτ' από αυτήν, είδε με τρόπο άγνωστο τη Μονάδα.

94. Κάθε θεωρητικός νους που έχει το μαχαίρι του Πνεύματος, δηλαδή τον λόγο του Θεού, αφού θανάτωσε μέσα του την κίνηση της ορατής κτίσεως, κατόρθωσε την αρετή. Και αφού απόκοψε από τον εαυτό Του τη φαντασία των αισθητών σχημάτων, βρήκε την αλήθεια που υπάρχει μέσα στους λόγους των όντων, πάνω στην οποία στηρίζεται η φυσική θεωρία. Και αφού ανέβηκε πάνω από την ουσία των όντων, δέχεται το φωτισμό της θείας και άναρχης Μονάδας, ο οποίος αποτελεί το μυστήριο της αληθινής θεολογίας.

95. Στον καθένα φανερώνεται ο Θεός ανάλογα με την ιδέα που έχει περί Αυτού. Σ' εκείνους που με την επιθυμία τους ξεπέρασαν την υλική σύνθεση και οι δυνάμεις της ψυχής τους κινούνται με ίση δύναμη γύρω από το Θεό σε μία και την αυτή αεικινησία, φανερώνεται ως Μονάδα και Τριάδα, τόσο για να δείξει την ύπαρξή Του, όσο και να διδάξει μυστικά τον τρόπο της υπάρξεώς Του. Σ' εκείνους που η επιθυμία τους κινείται μόνο γύρω από τα υλικά και οι δυνάμεις της ψυχής τους δεν συνδέονται μεταξύ τους, δεν φανερώνεται όπως είναι Αυτός, αλλά όπως είναι εκείνοι, δείχνοντάς τους ότι και με τα δυο τους χέρια έχουν αγκαλιάσει την υλική δυάδα, κατά την οποία συγκροτήθηκε όλος ο σωματικός κόσμος, από ύλη δηλαδή και μορφή·

96. Ο θείος Απόστολος τις διάφορες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος τις ονομάζει διάφορα χαρίσματα, τα οποία ενεργούνται από ένα και το αυτό Πνεύμα. Αν λοιπόν κατά το μέτρο της πίστεως καθενός δίνεται η φανέρωση του Πνεύματος με τη μετοχή στο τάδε χάρισμα, είναι φανερό ότι καθένας πιστός δέχεται την ενέργεια του Πνεύματος στο βαθμό που αναλογεί με την πίστη και την κατάσταση της ψυχής του. Και η ενέργεια αυτή του χαρίζει την κατάλληλη έξη για την εργασία αυτής ή εκείνης της εντολής.

97. Ένας δέχεται λόγο σοφίας, άλλος λόγο γνώσεως, άλλος λόγο πίστεως και άλλος άλλο από τα χαρίσματα του Πνεύματος που απαριθμεί ο μέγας Απόστολος. Έτσι, ένας δέχεται μέσω του Πνεύματος το χάρισμα της τέλειας και άμεσης αγάπης προς το Θεό, η οποία δεν έχει τίποτε υλικό, ανάλογα με την πίστη του· άλλος το χάρισμα της τέλειας αγάπης προς τον πλησίον μέσω του ίδιου Πνεύματος· και άλλος κάποιο άλλο χάρισμα. Και ο καθένας έχει το χάρισμά του ενεργοποιούμενο από το ίδιο Πνεύμα, όπως είπα· γιατί είναι χάρισμα του Πνεύματος κάθε έξη που ενεργοποιείται προς εργασίαν εντολής, λέει ο Απόστολος.

98. Το βάπτισμα του Κυρίου είναι η τέλεια νέκρωση της προαιρέσεώς μας προς τον αισθητό κόσμο. Ενώ το ποτήρι, είναι η άρνηση και αυτής της παρούσας ζωής μας υπέρ της αλήθειας.

99. Το βάπτισμα του Κυρίου είναι τύπος των δικών μας αυτοπροαίρετων κόπων που κάνομε για χάρη της αρετής, με τους οποίους αφού καθαρίσομε τους μολυσμούς της συνειδήσεώς μας, δεχόμαστε τον εκούσιο θάνατο της προαιρέσεως προς τα ορατά. Το ποτήρι είναι τύπος των περιστασιακών ακούσιων πειρασμών που επέρχονται σε μας [παρά] την προαίρεσή μας για χάρη της αλήθειας. Με αυτούς, προτιμώντας το θείο πόθο περισσότερο κι από την ίδια τη φύση μας, δεχόμαστε θεληματικά το βίαιο θάνατο της φύσεως.

100. Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στο βάπτισμα και το ποτήρι: το βάπτισμα νεκρώνει την προαίρεση προς τα ευχάριστα του βίου, για χάρη της αρετής, ενώ το ποτήρι κάνει τους ευσεβείς να προτιμούν την αλήθεια και από αυτή τη φύση.


filokaliakainipsis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου